Η Λίλια Τσούβα σπούδασε Μεσαιωνική και Νεότερη Ελληνική Φιλολογία στο ΑΠΘ. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου Δημιουργικής Γραφής ΕΑΠ (MASTER). Γράφει ποιήματα, δοκίμια και διηγήματα. Διήγημά της απέσπασε βραβείο (Α΄ Πανελλήνιος Διαγωνισμός «Το Κοράλλι»), όπως και ποιήματά της [διαγωνισμός της UNESCO «Ο κόσμος μας στη θεωρία του χρόνου (παρελθόν, παρόν, μέλλον)» και 1ος Πανελλήνιος Διαγωνισμός Ποιήματος «Το Κοράλλι»]. Κείμενά της φιλοξενούνται στα έντυπα περιοδικά Εντευκτήριο, Εμβόλιμον, Καρυοθραύστις, το Κοράλλι, στις ηλεκτρονικές σελίδες Frear, Fractal, Bookpress.gr, Tvxs.gr., Literature, Culturebook.gr, Diastixo.gr και αλλού. Με αφορμή το νέο της βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Βακχικόν είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε για τη συγγραφή του, για τη διαφορετικότητα και τη γνωριμία μαζί της, για την αγάπη και τον πολιτισμό και τέλος για τη λογοτεχνική κριτική και τους τρόπους με τους οποίους μπορεί ένας συγγραφέας να υπηρετήσει αυτόν τον διττό ρόλο, του συγγραφέα και του βιβλιοκριτικού.
Βιργινία Αυγερινού 26.06.2021
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν το δεύτερο βιβλίο σας με τίτλο «Το τραγούδι των Ινουίτ». Πώς προέκυψε η συγγραφή αυτού του βιβλίου και τι ακριβώς θέλατε να τονίσετε μέσα από τα διηγήματά σας;
Το τραγούδι των Ινουίτ είναι καρπός ενσυναίσθησης. Γράφτηκε για να αναδείξει τη σπάνια ομορφιά αυτού του κόσμου που τείνουμε να καταστρέψουμε, τη θλιβερή περιχαράκωση γύρω από το εγώ μας, την αδιαφορία, την παθητικότητα για όσα συμβαίνουν γύρω μας, τον ατομικισμό μας.
Ξορκίζουμε τα μίση, την αλληλοεξόντωση, τα πάθη, όμως συχνά είμαστε οι ίδιοι πρωταγωνιστές τέτοιων συμπεριφορών. Στο όνομα της προβολής, του χρήματος, ενός αρρωστημένου εγώ, μπορούμε να προκαλέσουμε το κακό χωρίς δισταγμό και να το ευχαριστηθούμε, υψώνοντας το κεφάλι με αλαζονεία γιατί το καταφέραμε.
Το τραγούδι των Ινουίτ επιχειρεί να δούμε τον κόσμο έξω από τον καθρέφτη μας, έξω από το παράθυρό μας. Να απλώσουμε το χέρι προς τους άλλους ανθρώπους, προς τα ζώα και τα φυτά του πλανήτη. Στη θέση της μισαλλοδοξίας και του φανατισμού, προτείνει ανεκτικότητα και ανθρωπισμό.
Ποια συναισθήματα επικρατούσαν κατά τη διάρκεια της συγγραφής αυτού του βιβλίου και πόσο χρόνο χρειαστήκατε για να το ολοκληρώσετε;
Tα συναισθήματα που συνόδευαν το βιβλίο ήταν η ζείδωρη χαρά που προσφέρει η διαδικασία της γραφής. Το γράψιμο είναι δημιουργία και η δημιουργία αποτελεί εγγενή ανάγκη του ανθρώπου. Το τραγούδι των Ινουίτ πήγασε από την απομόνωση που επέβαλε ο ιός, από την ενδόμυχη ανάγκη της φυγής που ξύπνησε ο εγκλεισμός. (Τα ταξίδια αποδεικνύουν περισσότερο ανία γι’ αυτά που αφήνουμε, παρά περιέργεια για τα πράγματα που πάμε να δούμε, έγραφε ο Alfonse Karr.) Ολοκληρώθηκε μέσα στους μήνες της καραντίνας.
Τα διηγήματα για εσάς είναι κυρίως η μυθιστορηματική πλοκή τους, οι χαρακτήρες τους ή το μήνυμα που περνάει στον αναγνώστη;
Μύθος (πλοκή) ή ήθος (χαρακτήρες); Για τον Αριστοτέλη σημαντικότερος είναι ο μύθος, η αφήγηση μιας πράξης ολοκληρωμένης με αρχή, μέση και τέλος. Η ομαλή διαδοχή των συμβάντων κατά το εικός και το αναγκαίον.
Κλίνω προς την άποψη αυτή. Τα διηγήματα είναι κυρίως η πλοκή τους. Βάλε τον πρωταγωνιστή σου πάνω σε ένα δέντρο, άρχισε να του πετάς πέτρες και μετά κατέβασέ τον με τρόπο που δεν το περιμένει κανείς. Αυτό είναι το ρητό που κυκλοφορεί στο Χόλυγουντ για τη συγγραφή. Νομίζω πως ο μύθος με τη σύγκρουση που εμπεριέχει, είναι το θεμελιακό στοιχείο στην αφήγηση, η καρδιά της. Για τον Ηράκλειτο η σύγκρουση αυτή, ο πόλεμος, ήταν η αρχή του παντός.
Οι χαρακτήρες πολλές φορές τοποθετούνται μέσα στην πλοκή και είμαστε εμείς. Κάθε φορά που γράφω, βάζω τον εαυτό μου στη θέση ενός άλλου, έγραφε ο Χαρούκι Μουρακάμι. Όσο για το μήνυμα που περνάει στον αναγνώστη, υποστηρίζω απαρέγκλιτα τον κοινωνικό σκοπό της τέχνης, την εσώτερη οφειλή της να μας κάνει καλύτερους.
Το πρώτο σας έργο «Ο εξπρεσιονισμός στην ποίηση του Κ. Θ. Ριζάκη-Οκτώ προσδόκιμες θεάσεις» ήταν μια λογοτεχνική μελέτη για την ποίηση, Το τραγούδι των Ινουίτ ανήκει στην κατηγορία της Νεοελληνικής πεζογραφίας που περιλαμβάνει συλλογή διηγημάτων, σχεδόν ταξιδιωτικών διηγημάτων. Έχετε σκεφτεί να ασχοληθείτε και με κάποιο άλλο λογοτεχνικό είδος και αν ναι ποιο είναι αυτό; Υπάρχει κάποιο είδος που δε θα σκεφτόσασταν ποτέ να ασχοληθείτε;
Το πρώτο μου έργο, «Ο εξπρεσιονισμός στην ποίηση του Κ. Θ. Ριζάκη-Οκτώ προσδόκιμες θεάσεις», ήταν μια μελέτη που αφορούσε την ποίηση του Κ. Θ. Ριζάκη η οποία περιλάμβανε και οκτώ ανέκδοτα έως τότε ποιήματά του.
Το τραγούδι των Ινουίτ είναι μια σειρά 16 σύντομων ιστοριών και κατατάσσεται στο ελαφρώς σπάνιο είδος του κύκλου διηγημάτων. Είναι μυθοπλασίες που έχουν έναν συνεκτικό πυρήνα, ένα μοτίβο που τους εξασφαλίζει τη συνοχή, και εδώ είναι το ταξίδι.
Ασχολούμαι ωστόσο με την ποίηση. Μάλιστα έχω την τιμή και τη χαρά δύο διακρίσεων σε ποιητικούς διαγωνισμούς. Επίσης έχω γράψει δυο σενάρια και δύο θεατρικά έργα. Δεν ξέρω εάν υπάρχει είδος με το οποίο δεν θα ήθελα να ασχοληθώ ποτέ.
Η φύση, η ομορφιά της γης, η Βιοποικιλότητα, οι διαφορετικοί τόποι και πολιτισμοί μέσα από ένα αφηγηματικό ταξίδι. Είναι το ταξίδι ο μόνος τρόπος να εκτιμήσουμε τελικά τον πολιτισμό που φέρει η διαφορετικότητα;
Στον Ηρόδοτο, ακούμε κάποια στιγμή τον Κροίσο να λέει στον Σόλωνα: ξένε άκουσα πως από αγάπη για την επιστήμη έκανες πολλά ταξίδια, για να δεις, να μελετήσεις.
Το ταξίδι συντελεί στην ανάπτυξη της γνώσης, στο άνοιγμα των οριζόντων, στον εμπλουτισμό των εμπειριών, στην αποδοχή της διαφορετικότητας. Όμως δεν είναι ο μοναδικός τρόπος για να εκτιμήσουμε τον πολιτισμό μας. Πολλοί άνθρωποι ταξιδεύουν, όμως δεν πίνουν τους χυμούς του ταξιδιού, δεν μυρίζουν τα αρώματά του. Η περιπλάνηση είναι γι’ αυτούς συχνά αντικείμενο κοινωνικής προβολής, δείγμα οικονομικής άνεσης. Ο Boorsting, σε μελέτη του, είχε τονίσει πως το ταξίδι έχασε στις μέρες μας την κοπιαστική του προπαρασκευή (το travel παράγεται από το ρήμα travail που σημαίνει εργάζομαι). Για να εκτιμήσουμε τον πολιτισμό μας χρειάζεται ενσυναίσθηση, που πηγάζει από τη μελέτη και την εμβάθυνση, από την έντονη αυτοκριτική, τη δουλειά με τον εαυτό μας.
Μπορεί ένα βιβλίο να γίνει η γέφυρα που θα ενώσει διαφορετικούς λαούς και πόσο σημαντικό είναι αυτό στις μέρες μας;
Όταν κάποτε ο Αβραάμ Λίνκολν συνάντησε τη συγγραφέα Χάρριετ Μπίτσελ Στόου, που έγραψε την Καλύβα του μπάρμπα Θωμά, έργο-σταθμό για τη δουλεία των αφροαμερικανών στις ΗΠΑ, λέγεται πως της είπε: ώστε αυτή είναι η μικρή κυρία που έκανε αυτόν τον μεγάλο πόλεμο.
Πιστεύω στη δυνατότητα της λογοτεχνίας, και γενικότερα της τέχνης, να υψώνει γέφυρες, να ενώνει λαούς, πολιτισμούς. Πολεμάμε ο ένας τον άλλον, υπερτονίζουμε όσα μας χωρίζουν, επιδεικνύοντας μια θηριωδία ντροπιαστική για το είδος και τον πολιτισμό μας. Το βιβλίο μπορεί να γίνει η γέφυρα για όσα μας συνδέουν. Διαπαιδαγωγεί, αφυπνίζει, ευαισθητοποιεί. Συμβάλλει στον εξανθρωπισμό μας.
Ολοκληρώνοντας ο αναγνώστης την ανάγνωση αυτών των διηγημάτων, αυτό που εν τέλει εισπράττει είναι η συνείδηση ότι μόνο μέσω της γνωριμίας με τον άλλο και της κατανόησης της σημασίας που έχει η διαφορετικότητά του μπορούμε να κατανοήσουμε και τη σημασία του πολιτισμού του και να τον αγαπήσουμε. Πιστεύετε ότι στις μέρες μας, με την πολυπολιτισμικότητα που κυριαρχεί στις σύγχρονες κοινωνίες, αυτή είναι η μόνη λύση για μια ειρηνική συμβίωση των ανθρώπων;
Θα συνιστούσε υπεραπλούστευση ένας τέτοιος ισχυρισμός. Η ειρήνη είναι ζήτημα πολιτικό. Η αποδοχή της πολυπολιτισμικότητας είναι πυλώνας που από μόνος του δεν μπορεί να συγκρατήσει το τεράστιο οικοδόμημα που λέγεται παγκόσμια ειρήνη. Όμως εμείς ψηφίζουμε. Και η τέχνη μπορεί να βοηθήσει στη συνειδητοποίηση των προβλημάτων, στην απελευθέρωση των συνειδήσεων.
Όσο γνωρίζεις πιο καλά, τόσο αγαπάς πιο πλέρια, γράφει ο Κωστής Παλαμάς. Η γνωριμία με τον Άλλο γεννά την αγάπη, γκρεμίζει τα στερεότυπα και τους φόβους, τις προκαταλήψεις. Πρόβλημά μας είναι οι ετικέτες, οι ταμπέλες που βάζουμε στο μέτωπο ανθρώπων και λαών και μας εμποδίζουν να δούμε αυτό που είναι. Ταινίες μαύρες που μας στερούν το φως. Συρματοπλέγματα που εμποδίζουν την επικοινωνία και την αρμονική συμβίωση.
Δεν είναι εύκολο πράγμα ο σεβασμός. Απαιτεί γνώση του Άλλου, αποδοχή και επιείκεια· και αυτή γεννιέται από την ενδοσκόπηση, από τη διαπίστωση ότι και εμείς έχουμε ελαττώματα, από μια βαθύτερη φιλοσοφία ζωής, όχι τη ρηχή της αντιμετώπιση.
Μικρές ιστορίες που διαδραματίζονται σε διαφορετικούς τόπους και πολιτισμούς. Πόση έρευνα απαιτήθηκε για να γραφτούν τα διηγήματα αυτά;
Σε κάποιες από τις περιοχές αυτές έχω ταξιδέψει. Τις έχω αγαπήσει και θα ήθελα να ζήσω εκεί για ένα μικρό μέρος της ζωής μου. Για τις υπόλοιπες απαιτήθηκε έρευνα. Μέλημά μου να ξεφύγουν οι ιστορίες από την απλή ταξιδιωτική εμπειρία. Να ενταχθεί η περιήγηση στη μυθοπλασία, να διατυπωθούν σύγχρονοι προβληματισμοί.
Λόγω των μέτρων εναντίων της Covid – 19 περάσαμε διαστήματα εγκλεισμού και περιορισμών. Συνέβαλε αυτό στην απόφασή σας να γράψετε αυτά τα διηγήματα;
Συνέβαλε και αυτό. Περιορισμοί, εγκλεισμός, απλωμένα χαρτιά και βιβλία στο σπίτι, ανάμνηση ωραίων στιγμών από ταξίδια. Σαν ρόδο μέσα στην καταιγίδα άνθισε το βιβλίο.
Κλείνοντας, αφού σας ευχαριστήσουμε, θα θέλαμε να μας πείτε δυο λόγια και για το κριτικό σας έργο στον χώρο της λογοτεχνίας. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για έναν συγγραφέα να κάνει λογοτεχνική κριτική και το αντίστροφο.
Τα κριτικά σημειώματα αποτελούν δοκίμια και συνιστούν μέρος της λογοτεχνίας. Οι δύο δραστηριότητες δεν είναι ανεξάρτητες· συνομιλούν. Ένας/Μία συγγραφέας γνωρίζει εκ των έσω τη δραστηριότητα της συγγραφής και είναι σε θέση τις περισσότερες φορές να διακρίνει την ομορφιά ή τις αστοχίες. Μπορεί να κάνει κριτική.
Από την άλλη, ο/η κριτικογράφος, μελετώντας σε βάθος τόσο κείμενα και βιβλία, αντλεί πολλά ωφελήματα. Αποκτά γνώση, βιώματα, ερεθίσματα, απαραίτητα για τη συγγραφή. Σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συνομιλία, καθώς και για την πρόσκληση που με τιμά!
1 σχόλιο:
Εξαιρετική, χειμαρρώδης και χυμώδης η συνέντευξη της Λίλιας Τσούβα, με αφορμή την έκδοση του νέου βιβλίου της, Το τραγούδι των Ινουίτ. Η συνέντευξη αποκαλύπτει τον εσωτερικό κόσμο και τον πλούτο των ιδεών της Λ.Τ. Θερμά συγχαρητήρια!
Δημοσίευση σχολίου