Το πρώτο πλάνο του Nuri Bilge Ceylan δείχνει τη γη της Καππαδοκίας να ξυπνά από τη χειμερία νάρκη της, η ομίχλη γλύφει τα σπαρτά, πλανιέται σαν πνοή, για τον άνθρωπο η αναγεννητική δύναμη λέγεται αγάπη, πρώτα απ’ όλα για τον εαυτό και κατόπι για τη ζωή, από την έλλειψη αυτή, από αυτή την κενότητα, από την έλλειψη αυτής της πνοής πάσχει ο Αϊντίν. Οτιδήποτε δεν αφορά τον ίδιο, μια συζήτηση, ο Αϊντίν τη διακόπτει, για να βυθίσει τον εαυτό του και τους άλλους στη χειμερία του νάρκη. Διψά να νιώσει σημαντικός, αλλά μες στην αλλοτρίωσή του, για τον Αϊντίν δεν υπάρχει επιστροφή. Γιατί πρέπει να αποδεχτεί τη ζωή μες στην ανυπότακτη ποικιλομορφία της, στη διαλεκτική της πληρότητα. Ο Αϊντίν στέγνωσε την καρδιά του, την υπέρτατη μήτρα, βυθίζεται στην πέτρα, όπως θα έλεγε κι ο ποιητής που ύμνησε τα πετρόχτιστα της Καππαδοκίας. ‘Ένα περιβάλλον όπου η πλήξη όχι του περιβάλλοντος αλλά των ηρώων τους οδηγεί στο να πληγώνουν ο ένας τον άλλον ίσως κεκαλυμμένα κατηγορώντας τον εαυτό τους στο πρόσωπο των αγαπημένων τους. Ο Αϊντίν, ιδιοκτήτης μιας παραδοσιακής πανσιόν, χτισμένης στα σωθικά των κούφιων βράχων της Καππαδοκίας, ηθοποιός και φέρελπις συγγραφέας μιας ιστορικής μελέτης για το τουρκικό θέατρο, έχει στεγνώσει εσωτερικά, γι’ αυτό αντιμετωπίζει καθετί αυστηρά, τη ζωή πάνω απ’ όλα. Μόνο που αυτή η αυστηρότητα περιορίζεται στους άλλους. Οχυρωμένος πίσω από μια μεγαλαυχή, υποτιθέμενη ανωτερότητα, ανωτερότητα αισθητική, σκληρή δηλαδή, δικάζει, κρίνει και καταδικάζει τον κόσμο, όμως πουθενά στον κόσμο δεν βλέπει τον εαυτό του, όμως αυτός είναι ο κόσμος, ο κόσμος είναι ο κόσμος του και τον βλέπουμε όταν ο εαυτός μας δεν στέκεται εμπόδιο στην αυτοσυνειδησία μας. Καίτοι αναγνωρίζω την επιρροή του Τσέχοφ στη δραματουργία του Ceylan, θα έλεγα ότι ο απόηχος του Φλωμπέρ, πολλαπλασιασμένος από τις σπηλιές των κούφιων σωθικών της Καππαδοκίας, είναι ισχυρότερος. Ο Αϊντίν είναι κατά βάθος μια αρσενικιά Μαντάμ Μποβαρύ, ένας ξένος στον γενέθλιο τόπο του, κάποιος που απίστησε απέναντι στον εαυτό του, επειδή ονειρεύτηκε το πέταγμα και δεν τα κατάφερε, ύπαρξη που παρασιτεί στον εαυτό της, αποσύρεται στην καταλαλιά, στην φιλενδειξία, ντύνει με ξεφτίδια το εσωτερικό της κενό. Το αντίθετο δηλαδή από αυτό που έχουν επιτύχει οι συντοπίτες του, μέσα από τη δουλειά και την αγάπη για τον τόπο τους να μετατρέψουν τις άδειες κοιλότητες των γηγενών βράχων σε μήτρες. Οι χαρακτήρες είναι αντιφατικοί, δηλαδή ρεαλιστικοί. Η Νιχάλ, η νεαρή γυναίκα του Αϊντίν, είναι ψυχρή, η αδερφή του, η Φατμά, κάνει το αντίθετο από αυτό που λέει, κι ο Αϊντίν αδυνατεί να βοηθήσει αυτούς που πραγματικά έχουν την ανάγκη του. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το περιβάλλον έχει σκληρύνει τους ανθρώπους. Η αναζήτηση της αλήθειας του άλλου κι όχι του εαυτού. Δεν είναι ευτυχισμένοι και δεν μπορούν να δώσουν ευτυχία, ενώ γνωρίζουν την αλήθεια δεν μπορούν να αναλάβουν τον κόπο να την κατακτήσουν, την αλήθεια του εαυτού που μόνο μέσα από την αγάπη προς τον πλησίον αποκτάται, την αλήθεια της αγάπης. Ελπίζοντας ίσως σε μια αναγέννηση, αφού σκοπεύει να επιστρέψει άνοιξη, ο Αϊντίν ξεκινά για την Ιστανμπούλ. Όμως ο καιρός θα τον κρατήσει πίσω. Συνειδητοποιώντας θα έλεγες την αλήθεια της Πόλης του Καβάφη, αποφασίζει βιώνοντας το πένθος του χειμώνα, υφιστάμενος τη χειμερία νάρκη του να ξυπνήσει, υπηρέτης της αγάπης γινόμενος στην άνοιξη της συγγνώμης, στον παράδεισο της συγχώρεσης και της αφοσίωσης να αναγεννηθεί, να ανεγερθεί.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου