2.9.20

Καιροί και νέφη (Σωρειτομελανίες) – του Λ.Α. Βλαχόπουλου

Εισαγωγή
Ο παππούς Φρόυδ είπε πως στη σωστή διάγνωση ενυπάρχει το 20% της θεραπείας.
Οι παππούδες μας πρόσφυγες, οι γονείς μας μετανάστες… εμείς αδιάφοροι, δεν γίνεται! (δεν είναι και έξυπνο). Ζούμε και πάλι μετακινήσεις πληθυσμών (αν υποθέσουμε πως σταμάτησαν ποτέ στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας).
Τα σύνορα είναι μόνο γραμμές στον χάρτη όταν η χρεία και η οδύνη περισσέψουν. Είναι πολύ σημαντικό, πολύ οδυνηρό (σαν γέννα…) και συμβαίνει πολύ κοντά μας για να μπορούμε να αδιαφορήσουμε (δεν τίθεται καν θέμα «θέλουμε» / δεν «θέλουμε»).

Όπως κάθε δύσκολη στιγμή κι αυτή η «μετανάστευση» ή «προσφυγιά» βγάζει μέσα από τους ανθρώπους ό,τι καλύτερο ή/και ό,τι χειρότερο έχουν.
Έτσι συναντάμε μετανάστες που άλλοι παλεύουν μόνο για τον εαυτό τους και για (ό,τι) στόχους και σκοπούς έχουν, κι άλλοι βοηθούν τους γύρω τους ώστε κάπου να φτάσουν όλοι μαζί. Συναντάμε και μη μετανάστες (Έλληνες, αλλά κι άλλους) που θέλουν να βοηθήσουν ή να εκμεταλλευτούν την περίσταση και να πλουτίσουν ή να προωθήσουν τους στόχους τους. Κι ανάμεσα στα δύο άκρα… όλα τα είδη.
Η ανάγκη τους ίσως μας υπερβαίνει σε πρακτικό επίπεδο (κι αν δεν μας υπερβαίνει ακόμα, θα μας υπερβεί), αλλά δεν πρέπει να μας πνίξει. 
#
Εικόνες και σχήματα
Κάθε βράδυ μαζεύονται. Μαζεύουν τα ελάχιστα υπάρχοντα τους, τα παιδιά τους και προσπαθούν να βγάλουν τη νύχτα σε ξένη χώρα. Ναι, αυτό που εμένα είναι η πατρίδα μου γι’ αυτούς είναι ξένο και καμιά φορά και τρομακτικό μέρος, με την έννοια πως δεν ξέρουν όχι τι τους ξημερώνει, αλλά πώς θα βγάλουν και τη νύχτα. Καταλαβαίνουν ‒οι περισσότεροι τουλάχιστον‒ πως και για εμάς δεν είναι εύκολο, αλλά, άλλη δυσκολία έχουν αυτοί, άλλου είδους και άλλου μεγέθους.
Η Ε. Kubler-Ross έλεγε πως ο άνθρωπος ζει έναν μήνα χωρίς τροφή, μία εβδομάδα χωρίς νερό, ούτε μέρα χωρίς ελπίδα. Και η απελπισία; πού βρίσκεται σε αυτό το μοντέλο, μήπως είναι κι αυτή μια μορφή αντίστροφης ελπίδας; Τι συμβαίνει όταν κάποιος γαντζώνεται σε αυτήν;
Έχουμε δύο δρόμους: να μην ξεχάσουμε μόνοι μας ή να μας το θυμίζουν όσα θα γίνονται. Αν δεν ξεχάσουμε έχουμε μια ελπίδα να καβαλήσουμε το τσουνάμι, αλλιώς θα μας παρασέρνει όπου θέλει. Τι να θυμόμαστε όμως; μα πως έχουμε τόσες ανθρώπινες ψυχές, με όνειρα, με ελπίδες, αλλά και με απελπισία και σιγά-σιγά και θυμό. Όχι απέναντι σε μας, αλλά εμείς είμαστε εδώ, δεν είναι όλοι αυτοί που τους έφεραν ως εδώ – μεταφορικά και κυριολεκτικά.
Να θυμόμαστε πως όταν οι παππούδες μας βρέθηκαν σε ανάλογη θέση δεν έμειναν εσαεί σε αντίσκηνα (ή τη μοντέρνα έκδοση, τα κοντέινερ), στην άκρη των πόλεων και των οικισμών. Να καταλάβουμε πως οι πόλεις μας, τα χωριά μας έχουν νέους κατοίκους (μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα) ή και νέες συνοικίες και οι τοπικές αρχές να δράσουν ανάλογα. Αν σε μια εκκολαπτόμενη φαβέλα γίνει δημοτικό γραφείο/παράρτημα, αστυνομικός σταθμός, αγροτικό ιατρείο και παιδικός σταθμός (όχι σχολείο, πάει σε γκέτο μετά) ίσως να μη γίνει φαβέλα γιατί αρχίζει μια οργάνωση εξωτερική που θα περάσει και στον ψυχισμό, αλλά χρειάζεται έγνοια, χρόνος και χρήματα και κυρίως: να νιώσουμε την ευθύνη απέναντι στο μέλλον. Όλοι οι καταυλισμοί, τυπικοί και άτυποι, αν αφεθούν στην τύχη τους ‒οργανωτικά‒ σύντομα θα πάνε και αυτοί σιγά-σιγά προς κάποιο είδος φαβέλας με άναρχη αυτο-οργάνωση όπου θα κυριαρχούν ‒πιθανόν‒ κακοποιά στοιχεία.
Οι άνθρωποι αυτοί δεν διαφέρουν από εμάς, έχουν ανάμεσα τους πολλά καλά και χρήσιμα για την κοινωνία άτομα, αλλά και άτομα που αν τους δοθεί η ευκαιρία θα παρανομήσουν, θα καιροσκοπήσουν. Στοιχεία καθαρά τυχοδιωκτικά.
Οι νόμοι, οι θεσμοί δεν θα χρειαζόντουσαν αν οι κοινωνίες αποτελούνταν από αγγέλους, αλλά χρειάζονται ώστε οι λίγοι τυχοδιώκτες να μην καταπιέζουν τους πολλούς ήσυχους ανθρώπους που απλά γυρεύουν να ζήσουν μια ήρεμη και αξιοπρεπή ζωή.
Πόσο πόνο έχουμε ζήσει (ως λαός), πόσο πόνο έχουμε δει, πόσο πόνο έχουμε απωθήσει! Ποια πόλη δεν έχει ακόμα συνοικία που λέγεται «προσφυγικά», «περίθαλψη» ή κάπως έτσι; Η Τρούμπα τι ήταν, παρά μια εστία φτώχειας και πόνου;
#
Η Ευρώπη
Πατώντας πάνω στην ανεπάρκεια των σύγχρονων πολιτικών οι τεχνο-γραφειο-κράτες της Eυρωπαϊκής Ένωσης παίρνουν όλο και περισσότερο τα πράγματα στα χέρια τους. Υπόσχονται περισσότερη διαφάνεια (η οποία όμως θάβεται κάτω από τόνους περίπλοκων διαδικασιών), αποτελεσματικότητα (η οποία όμως επαληθεύεται μόνο μέσα από δαιδαλώδεις διαδικασίες) ακόμη και αξιοκρατία (γραφειοκρατική), αλλά το μόνο σίγουρο παραδοτέο τους (για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία τους) είναι ένας γραφειοκρατικός – Οργουελικός κόσμος όπου ο άνθρωπος είναι κάτι λιγότερο και από μια κουκκίδα σε κάποιο διάγραμμα, με ελάχιστη προσωπική αξία σε παραμέτρους όπως η ζωή του, η ευτυχία του και η ολοκλήρωση του.
Το όλο σύστημα βολεύει τους γραφειοκράτες που στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι μετριότητες ως προσωπικότητες, ενώ δεν φαίνονται στον ορίζοντα πολιτικοί τέτοιου διαμετρήματος που να μπορούν να αντιπαραταχθούν. Το παιχνίδι μοιάζει να έχει χαθεί. Η Ευρώπη περισσότερο από ποτέ δείχνει να έχει ανάγκη από έναν δεύτερο Διαφωτισμό, από ένα νέο ανθρωπιστικό κίνημα, για να σώσει το λεγόμενο ευρωπαϊκό ιδεώδες, βάζοντάς το και πάλι στη σωστή βάση του, τον άνθρωπο.
Ιστορικά η γραφειοκρατία βασίζεται στη δυστυχία των μαζών και στην απόλυτη μιζέρια και ανασφάλεια των μικρών και μεσαίων στελεχών ενός συστήματος. Καλλιεργεί κάποια από τα ταπεινότερα κίνητρα των ανθρώπων αυτών, όπως είναι η επιβολή (με ελάχιστα ουσιαστικά προσόντα, αλλά πολύ καλή γνώση περίπλοκων κανονισμών) και η άντληση ικμάδων ικανοποίησης μέσα από την καταπίεση των άλλων. Η γραφειοκρατία είναι ο φυσικός αντίποδας του ονείρου, του οράματος, της δημιουργικής φαντασίας. Αυτά όμως ακριβώς χρειαζόμαστε τώρα παρά ποτέ για να έχουμε ελπίδα να «καβαλήσουμε» το τσουνάμι!
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και δι’ αυτής κάθε κράτος μέλος, μέρα με τη μέρα διολισθαίνει όλο και πιο βαθιά σε μια τεχνο-γραφειο-κρατική μαύρη τρύπα. Κάθε μέρα όλο και περισσότεροι αξιόλογοι και δημιουργικοί άνθρωποι, ζωντανές ψυχές, βρίσκουν τον εαυτό τους κολλημένο σε έναν ιστό αναπόδραστης γραφειοκρατίας, που κάποιοι άλλοι ύφαναν, αναγκασμένοι όχι μόνο να υπακούουν αλλά και εξυπηρετούν και να επεκτείνουν αυτόν τον ιστό.
Η υπερβολική γραφειοκρατία (γραφειοκρατία αφέντης, αντί για γραφειοκρατία υπηρέτης) ακόμη κι αν (εντελώς υποθετικά) φέρνει κάποια καλύτερα αποτελέσματα σε οικονομικοτεχνικό επίπεδο, είναι σταθερός αντίπαλος κάθε ανθρωπιστικής έννοιας. Ο Πύργος του Κάφκα, το 1989 και η Φάρμα του Όργουελ δεν είναι απλά εδώ, είναι η βίβλος του κάθε γραφειοκράτη που μετουσιώνεται σε πραγματικότητα. Αν ο γραφειοκράτης ήταν ιερέας, ο Θεός θα ήταν ένα τεράστιο γρανάζι και θα του επιβαλλόταν πρόστιμο για κάθε θαύμα, λόγω παράβασης κανονισμών.
Μην ξεγελιόμαστε. Δεν θέλουν, αλλά και δεν μπορούν να μας σώσουν. Δεν υπάρχουν ανάμεσα τους ιδιοφυΐες. Για την ακρίβεια, η ευφυΐα στη χώρα τους είναι προβληματική καθώς μπορεί να είναι απρόβλεπτη και δημιουργικά ευέλικτη. Καθώς λοιπόν πρόκειται για άτομα καλά καταρτισμένα, αλλά όχι ιδιαίτερα ευφυή (δηλαδή είναι έξυπνοι, αλλά τόσο-όσο), δεν μπορούν να είναι παράγοντες υπεράσπισης και προαγωγής της ηθικής (κατά Λεμπέση). Μην ξεχνάμε ότι μια κοινωνία πρώτα εκπίπτει ηθικά/πνευματικά και μετά οικονομικά. Και εμείς προσπαθούμε να θεραπεύσουμε τις κοινωνίες μας με περισσότερη γραφειοκρατία και περισσότερους κανόνες. Όλοι βλέπουμε πως το φάρμακο είναι λάθος, αλλά αυτό είναι το χαρακτηριστικό όλων των ιστών: όσο περισσότερο σπαρταράς, τόσο περισσότερο κολλάς.
Ιστορικά οι προκλήσεις απαιτούν οξυδέρκεια και ευελιξία. Αν ο Θεμιστοκλής αντιμετώπιζε την σημερινή γραφειοκρατία των Βρυξελλών θα έπρεπε: α) να φτιάξει μόνο ένα ξύλινο τείχος και τίποτα άλλο, φυσικά β) αφού θα είχε υποβάλλει σχετικό Τεχνικό Δελτίο Πράξης και αυτό εφόσον, γ) είχε προκηρυχτεί το ανάλογο Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης. Ο Ξέρξης εντωμεταξύ θα έβρεχε ήδη τα πόδια του στην Μάγχη, κάτι που ίσως δεν θα ήταν και τόσο κακή ιδέα, δεδομένου του πώς εξελίχθηκαν τελικά τα πράγματα… Όπως επαρκώς έχει καταδείξει ο Τόλκιν σε όλο το έργο του, το κακό έχει μέσα του τον σπόρο της καταστροφής του, όπως άλλωστε το καλό έχει μέσα του τον σπόρο της αμφισβήτησής του μια και επιθυμεί την ελεύθερη επιλογή. Συνακόλουθα όλη αυτή η γραφειοκρατική υπερβολή θα πρέπει να πηγαίνει προς το τέλος της…
Όμως, πώς πότε και με τι τίμημα ποιος ξέρει άραγε…
#
Ο Χρόνος του πόνου
Απέναντί μας βρίσκεται ένας κόσμος που πάλλεται, που έχει ανάγκη από χώρο και πόρους για να επιβιώσει και να εξελιχθεί. Που δεν ορίζεται ή περιορίζεται από νόμους και «πολιτισμικά» θέσφατα όπως εμείς. Που απλά – όπως είπε κάποτε ο Αττίλας στον Αέτιο – δεν έχει τίποτε να χάσει στη μάχη, ενώ θα πεθάνει από τη πείνα αν δεν πολεμήσει. Είναι πάλι επίκαιρος ο Μαρξ με τους κολασμένους που «δεν έχουν να χάσουν, παρά μόνο τις αλυσίδες τους».
Αν δεν ζούσαμε στο εδώ και το τώρα, με όλα τα αγαπημένα μας πρόσωπα γύρω θα μπορούσαμε απλά να μελετήσουμε την αλλαγή των ιστορικών εποχών. Μήπως οι Αιγύπτιοι δεν ήταν κάποτε κυρίαρχοι; Δεν ήταν οι πιο ανεπτυγμένοι πολιτισμικά; Οι πιο ισχυροί και πλούσιοι; Πού είναι όμως τώρα;
Πρώτα παρήκμασαν ηθικά (ή απλά «εξελίχθηκαν» αν θέλετε, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο), βάλαν το ευ ζην πάνω από όλα. Μετά και οικονομικά (πάντα αυτή είναι η σειρά), και τέλος στην επόμενη κατάκτηση … χάθηκαν, αφομοιώθηκαν. Και δεν ήταν καν μια μεγάλη κατάκτηση, ή ένας τεράστιος πόλεμος (από έναν τέτοιο πιθανόν να επιβίωναν). Ήταν αυτό που θα λέγαμε σήμερα low level infiltration. Απλά σταμάτησαν να είναι πρόθυμοι να ματώσουν.
Είμαστε όμως στο εδώ και το τώρα. Ο χώρος και ο χρόνος δεν μας παρέχουν αρκετή επιστημολογική αποστασιοποίηση. Η απειλή εξαφάνισης και εμφάνισης κάτι νέου (η οδυνηρή γέννα), αφορά σε μας και σε ότι κι όποιους αγαπάμε. Η απειλή της εξαφάνισης είναι δαμόκλειος σπάθη.
Μπορούμε να κάνουμε κάτι; Ίσως…
Σε μικροεπίπεδο να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον ίδιο πολιτισμό που μας έφερε σε μειονεκτική (ιστορικά) θέση για να «μολύνουμε» τους νέους Δωριείς και να τους αφομοιώσουμε (μερικά), μειώνοντας έτσι τους πόνους της γέννας (όπως έκανε ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός με την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία).
Αυτό είναι θεμιτό και ηθικά και ιστορικο-εξελικτικά αφού έτσι σε βάθος χρόνου κερδισμένο θα βγει το ανθρώπινο είδος συνολικά.
Σε μάκρο-επίπεδο μπορούμε ίσως να παρατείνουμε τη γέννα χρησιμοποιώντας την ανώτερη τεχνολογία και κυρίως βρίσκοντας μέσα μας τη δύναμη να αντισταθούμε όχι σε αυτούς, αυτοί απλά κινούνται στο ρεύμα των καιρών, αλλά σε μας… στην υπερβολική καλοζωΐα μας.
Μπορεί να ξεκινήσει από κάτι απλό (και σε μικρό επίπεδο). Την επόμενη φορά που θα δούμε ξερόκλαδα να τα μαζέψουμε μόνοι μας ή όταν χιονίσει να φτυαρίσουμε την πόρτα μας, αντί να ουρλιάζουμε «πού είναι ο δήμος και η πολιτεία;». Ακούγεται παράξενο, αλλά από κάτι τόσο απλό μπορεί να ξεκινήσει κάτι μεγάλο σαν τη σωτηρία μας ως γένος. Μετά έχουμε ελπίδα να κοιτάμε στον καθρέφτη και να μας βλέπουμε ως είμαστε. Με δυνατότητες, αλλά και όρια. Να σταματήσουμε να ανάγουμε σε «Θεό» κάθε έναν που μας μιλάει μόνο για τις δυνατότητές μας και να στήσουμε αυτί και σε όποιον μιλάει και για προσπάθεια κι αγώνα. Ο Τσώρτσιλ νίκησε τάζοντας στον λαό του «αίμα και δάκρυα». Άλλος ηγέτης και κυρίως, άλλος λαός. Καλύτερος Όχι υποχρεωτικά, διαφορετικός Σίγουρα. Κι έτοιμος (τότε τουλάχιστον) να ματώσει.
Θυμηθείτε πως και ο Αέτιος που προαναφέραμε για να «σώσει» τον Ρωμαϊκό πολιτισμό (τελικά: τρόπο ζωής), χρειάστηκε τη βοήθεια των Βησιγότθων (ενός φύλου δηλαδή περισσότερο αρχαϊκού, σε σχέση με τους Ρωμαίους). Ευτυχώς στην εποχή μας μπορούμε να βρούμε εργαλεία λιγότερο αιματηρά (παιδεία, πολιτισμικές και οικονομικές παρεμβάσεις κτλ.). Αρκεί να θέλουν οι ισχυροί.
Και για να το ξεκαθαρίσω, όχι η τυφλή σκληρότητα δεν είναι λύση.
#
Το Τσουνάμι
Δεν είναι εύκολο να αντέξουμε, να «καβαλήσουμε» το τσουνάμι. Ένας τεράστιος λόγος είναι οι ελληνικές ελίτ. Ή μάλλον η έλλειψη τους. Κάθε χώρα έχει ελίτ. Κάθε ελίτ έχει στόχο να κυβερνά και γενικά να είναι σε ανώτερο επίπεδο ελέγχου της ζωής της σε σχέση με τον απλό λαό. Πολλές χώρες έχουν δική τους ελίτ, δηλαδή αυτόφωτες. Ελίτ που έχουν στόχο να διαφεντεύουν, αλλά ταυτόχρονα νοιώθουν και σφιχτό το δέσιμο με τον λαό και τη χώρα και τελικά με το ευ ζην τους, αλλά και την ιστορική πορεία. Στην πατρίδα μας αυτού του είδους η ελίτ χάθηκε με τους Παλαιολόγους. Από εκεί και μετά έχουμε ετερόφωτες υπαλληλικές ελίτ, αρχής γενομένης από τους Φαναριώτες και στη συνέχεια με τα πρώτα κόμματα της απελευθέρωσης (Φίλο-γαλλικό, -ρωσικό, -αγγλικό). Μέχρι σήμερα οι κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες (η μελέτη ξεπερνάει το παρόν κείμενο) δεν βοήθησαν στην ανάπτυξη μιας γνήσιας εγχώριας / αυτόφωτης ελίτ με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο ιστορικό σταυροδρόμι…
*
Ψυχολογικά μιλώντας, η σεξουαλική απελευθέρωση οδήγησε σταδιακά τον δυτικό κόσμο σε ένα πιο ήπιο παρόν. Είναι σχετικά απλό, σύμφωνα με τον Βίλχεμ Ράιχ, η καταπίεση της λίμπιντο ευνοεί αυταρχικού τύπου συμπεριφορές. Η απελευθέρωσή της οδηγεί σε πολύ πιο ήρεμες. Κάποτε, πριν αιώνες, πίεζαν τον Μέγα Μάγιστρο των Ιπποτών της Ρόδου να απομακρύνει από τα προάστια της πόλης τις ιερόδουλες. Ο Μέγας Μάγιστρος και μέγας εκκλησιάρχης του μοναχικού/χριστιανικού Τάγματος μετά από επισταμένη κοινωνική έρευνα, αποφάσισε να μην το κάνει για να μην χαθεί ο υγειονομικός έλεγχος και κυρίως η κοινωνική ειρήνη που εξασφάλιζαν οι ιερόδουλες. Κι ο Αριστοφάνης στις Εκκλησιάζουσες δίνει στο σεξ ρόλο ελέγχου της κοινωνικής ειρήνης. Όχι η ανεξέλεγκτη σεξουαλικότητα, αλλά ούτε η καταπιεσμένη και στερημένη. Κι εδώ έχουμε πεδίο δόξης λαμπρό κι ίσως εργαλείο ειρήνης και συμβίωσης πολιτισμών αν τα καταφέρουμε (και πάλι η παιδεία δείχνει να είναι εργαλείο πολιτισμού και ειρήνης, αφού μέσω αυτής θα γίνει η ρύθμιση που περιγράψαμε παραπάνω). Ναι, δεν είναι κάτι απλό, όχι δεν είναι ακατόρθωτο.
Ιστορικά, το Ισλάμ ήταν πιο ανεκτικό σε άλλες θρησκείες από ό,τι υπήρξε π.χ. ο καθολικισμός, ωστόσο, με την εκκοσμίκευση των δυτικών χωρών, το μοτίβο αυτό έχει αντιστραφεί…
#
Εξτρεμισμός
Η Ε. Kubler-Ross έλεγε πως ο άνθρωπος ζει έναν μήνα χωρίς τροφή, μία εβδομάδα χωρίς νερό, ούτε μέρα χωρίς ελπίδα. Και η απελπισία; Πού βρίσκεται σε αυτό το μοντέλο, μήπως είναι κι αυτή μια μορφή ελπίδας; Τι συμβαίνει όταν κάποιος γαντζώνεται σε αυτήν;
Κάθε άνθρωπος που είναι σε απελπισία (κάποιου είδους) μπορεί να είναι καλός υποψήφιος για υποχείριο.
Κάθε άνθρωπος όπου κι αν ταξιδέψει, όσο μακριά κι αν πάει, κουβαλάει τον κόσμο που ξέρει μαζί του.
Αν έρχεσαι από έναν τόπο όπου η βία είναι η μόνη λύση, αυτό έχεις στις αποσκευές σου και αυτό πρέπει να υποστηριχθείς να αποβάλεις.
Ακόμα και χωρίς αυτό, αν νιώθεις χρόνϊα απόρριψη και αδυναμία, αν συνεχώς βιώνεις αρνητικά συναισθήματα, η πόρτα του εξτρεμισμού είναι δυνητικά ανοιχτή για σένα.
Δεν υπάρχει μια θεωρία για το πότε κάποιος παύει να λογαριάζει τις ζωές των άλλων ή ακόμα χειρότερα νιώθει πως η αφαίρεσή τους δίνει υπεραξία στη δική του ζωή.
Σίγουρα όμως ο δρόμος περνάει μέσα από το βίωμα της απαξίας και της μοναξιάς. Η φιλία, η αγάπη και ο έρωτας παίζουν τεράστιο ρόλο εδώ. Άτομα που δυνητικά μπορούν να οδηγηθούν στον εξτρεμισμό δεν έχουν αρκετή φιλία, αγάπη και έρωτα στη ζωή τους. Μπορούμε ίσως να τους απομακρύνουμε από την επιρροή εξτρεμιστικών κέντρων (εκεί η ανάλυση και οι λόγοι είναι γεωπολιτικοί πλέον) απλά δείχνοντας ανθρώπινο ενδιαφέρον και προσφέροντας ερείσματα στην φιλία και κοινωνικές διεξόδους. Επίσης να θυμόμαστε πως ο εξτρεμισμός είναι ντόμινο. Ενός είδους φέρνει άλλου είδους. Άρα κανένας εξτρεμισμός, καμία ακρότητα δεν πρέπει να είναι αποδεκτή.
Οι εξτρεμιστές κάθε θρησκείας (τελικά: κάθε ιδεολογίας) είναι απειλή όχι μόνο για τους πιστούς άλλων θρησκειών, αλλά και της ίδιας θρησκείας αν – κατά τη γνώμη τους – δεν είναι αρκετά «πιστοί», σαν η πίστη να μπορεί να ζυγιστεί. Το εξωτερικό τυπικό της πίστης μπορεί και να μετρηθεί ίσως, η αληθινή πίστη όμως είναι βίωμα…
*
Στο προσφυγικό η προσπάθεια για εκπαίδευση και σπάσιμο των ορίων (πχ. με σχολεία γλώσσας) είναι επένδυση κοινωνικής προκοπής και ειρήνης. Η αποφασιστικότητα (όχι η σκληρότητα) δημιουργεί καλύτερους όρους αφομοίωσης.
Η συνύπαρξη απαιτεί κάποιον βαθμό αφομοίωσης. Απόλυτη συνύπαρξη σε εντελώς διαφορετικούς πολιτισμούς δεν υπάρχει. Ο ένας από τους «συγκατοίκους» θα επιβάλλει ή θα ορίσει (ανάλογα με το πολιτισμικό τους επίπεδο) τους όρους της συνύπαρξης. Η ειρηνική συνύπαρξη απαιτεί αμοιβαία κατανόηση.
Μας τρομάζει η σκληρότητα του μουσουλμανικού στοιχείου. Κι έχουμε δίκιο. Ας σκεφτούμε όμως: το χριστιανικό στοιχείο (και ειδικά το καθολικό) ήταν πολύ πιο ήπιο πριν 600 χρόνια (ακριβώς όσα χρόνια εξέλιξης χωρίζουν τις δύο θρησκείες).
Μας προβληματίζει η θέση της γυναίκας (στοιχείο κλειδί και στην “σκληρότητα”). Μα δεν ήταν ανάλογη έως και πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στον δυτικό πολιτισμό; Οι σουφραζέτες άνοιξαν τον δρόμο και οδήγησαν τον ανδροκρατούμενο κόσμο σε εποχή μεγαλύτερης αποδοχής και λιγότερης (κάπως) κοινωνικής σκληρότητας. Ε, λοιπόν αυτές τις «σουφραζέτες» οφείλουμε να στηρίξουμε, όπου τις βρούμε, στο Ισλάμ.
Οι περισσότεροι από τους «φιλοξενούμενούς» μας προέρχονται από κοινωνίες που για πολλές δεκαετίες δεν έχουν κοινωνική ειρήνη και ηρεμία. Από λαούς χωρίς πρόσφατη – τουλάχιστον – ανάμνηση «κράτους δικαίου». Επειδή οι λαοί λειτουργούν φυλογενετικά (αναλογικά) όπως τα άτομα οντογενετικά, όταν υπάρχουν δυσκολίες που προσλαμβάνονται ως αξεπέραστες, μπορεί να υπάρξει παλινδρόμηση σε προηγούμενες συμπεριφορές. Συμπεριφορές όχι υποχρεωτικά καλύτερες, αλλά απλά γνωστές. Μια τέτοια συμπεριφορά μπορεί να είναι η βία. Η παιδεία μπορεί να είναι και πάλι το κλειδί για ένα καλύτερο, κοινό, μέλλον.
Συχνά απορούμε που οι «φιλοξενούμενοι» μας ενώ μοιάζουν να έχουν υποφέρει τα πάνδεινα για να γλυτώσουν από τις χώρες προέλευσής τους, προσπαθούν (συνειδητά ή υποσυνείδητα) να μεταφέρουν το πλαίσιο της πατρίδας τους στη χώρα μας. Η απάντηση είναι σχετικά απλή και διττή: 1. Η παλινδρόμηση που είπαμε παραπάνω, στα δύσκολα επιστρέφουμε σε μαθημένες αντιδράσεις (ακόμα κι αν σε κανονικές συνθήκες θα τις απορρίπταμε) και 2. η συντριπτική πλειοψηφία δεν προσπαθεί να ξεφύγει από τον πολιτισμό τους, αλλά από την θέση τους στην κοινωνικό-οικονομική πυραμίδα. Αυτό δεν έκαναν και οι Ευρωπαίοι (και εμείς οι Έλληνες) σε ανάλογες περιπτώσεις Ποιος πήγε στην Αμερική για να γίνει αμερικανός; Στην καλύτερη περίπτωση ήθελε να γίνει αμερικανοέλληνας, αλλά κυρίως: δεν προσπαθούσε να γλυτώσει από την Ελλάδα γενικότερα, αλλά από τη φτώχεια κι ίσως κι από ένα συγκεκριμένο πολιτικό καθεστώς που τον στοχοποιούσε (τελικά: από τη θέση του στην κοινωνική πυραμίδα).
Εάν σταματήσουμε να ζούμε με τις αρχές του ανθρωπισμού και της ελευθερίας και αλλάξουμε τους νόμους μας από φόβο, θα έχουμε δημιουργήσει μια διαφορετική κουλτούρα – μία στην οποία επιτρέπεται μόνο ένα στενό εύρος απόψεων σχετικά με τη θρησκεία και την ομιλία. Και έτσι θα χάσουμε την ταυτότητά μας.
#
Ο κίνδυνος είναι αληθινός, ο φόβος είναι επιλογή
Όσο δεν έχουν τεμένη στο έδαφός μας, έχουμε ακόμα ελπίδα. Είναι φυσικά έντιμο να αποκτήσουν κάποια στιγμή επίσημα τεμένη, αλλά η μη ύπαρξή τους δίνει πολύτιμο χρόνο στον ελληνικό πολιτισμό, που είναι πανίσχυρος αφομοιωτικός παράγοντας.
Τα τεμένη (γενικά τα ιερά) λειτουργούν συχνά όπως η βασίλισσα στις μέλισσες. Συγκροτούν τον πληθυσμό γύρω από μια θρησκευτικοκοινωνική κουλτούρα. Ακόμα δε περισσότερο, όταν η συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα βρίσκεται σε στάδιο εξέλιξης στο οποίο η θρησκεία επηρεάζει έντονα την κοινωνική ζωή. Το στάδιο αυτό (όπως θυμόμαστε κι εμείς από την Τουρκοκρατία) μπορεί να μειώνει μεν την σημασία του ατόμου, αλλά δίνει σημαντική ισχύ, συνοχή και αντοχή σε εξωτερικές επιρροές, στο σύνολο.
Εμείς είμαστε σε στάδιο ισχυρής ατομικότητας (δυτικός πολιτισμός γαρ). Η αναζήτηση της ατομικής ευτυχίας είναι συχνά πιο ισχυρή από την επιβίωση της υποκουλτούρας της ομάδας κι αν αυτό το περάσουμε και στους νέους εν δυνάμει συμπολίτες μας, αυξάνουμε γεωμετρικά τις πιθανότητες ειρηνικής συμβίωσης.
Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είχε προσπαθήσει πολύ να ισορροπήσει ανάμεσα στην ατομικότητα και στην “πόλη”. Το μέτρο της επιτυχίας του ήταν μέτρο και της ευρύτερης επιτυχίας.
Στο Βυζάντιο η προσπάθεια εξισορρόπησης μεταφέρθηκε ανάμεσα στους “δυνατούς” και τους μικροκτηματίες… η απώλεια της ισορροπίας ήταν και απώλεια της Βασιλεύουσας.
Σήμερα η μάχη είναι ανάμεσα στον καναπέ και στον δρόμο. Μέχρι το 1940 είχαμε ακόμα αντοχές και ήταν δυνατό να μπει η προσωπική ευδαιμονία σε κατώτερο επίπεδο σε ώρα ανάγκης. Τώρα ελπίζω να μη χρειαστεί να το δοκιμάσουμε. Να βρούμε άλλους τρόπους να περάσουν σώα τα παιδιά μας την καταιγίδα που δεν έρχεται απλώς, είναι εδώ και κάθε μέρα χτίζεται δυνατότερη (αναβαθμίζεται, που λεν οι μετεωρολόγοι). Οφείλουμε να αντιδράσουμε χωρίς να χάσουμε τον ανθρωπιστικό πολιτισμό μας, την ψυχή μας.
#
Επίλογος
Όσα καθαρότερα δούμε τα πράγματα, τόσο το καλύτερο για μας και κυρίως για τα παιδιά μας.
Η Ελλάδα είναι πάντα στο σταυροδρόμι, είναι πάντα στο γείσο των καιρών και για άλλη μια φορά θα δεχθεί το τσουνάμι όχι του νερού, αλλά του πόνου.
Μέχρι πότε, σαν τον τζίτζικα, θα τραγουδάμε, σαν τις μωρές παρθένες θα τσιρίζουμε μόλις κάτι έντονο συμβεί και μετά θα κοιτάμε να το γυρίσουμε στο τραγούδι και πάλι με πρώτη ευκαιρία.
Και κάποιος θα πει: και τι να κάνουμε; Δεν ξέρω, έστω να μην κάνουμε πως δεν το βλέπουμε… σαν άτομα, σαν λαός, σαν πολιτεία. Θα ήταν μια αρχή.
Το να πατάμε γερά στον αέρα είναι σίγουρα γοητευτικό, αλλά πόσο είναι και χρήσιμο;
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Cressida Campbell. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]

Δεν υπάρχουν σχόλια: