Ο αγαπημένος τόσων πολλών (και όλων των ηλικιών) Κυριάκος Ντελόπουλος, πριν φύγει, εντελώς απρόσμενα, από κοντά μας, είχε ετοιμάσει, με την γνωστή φροντίδα και στοργή, την επανέκδοση, αναθεωρημένη και συμπληρωμένη, ενός παλαιότερου βιβλίου του (Το βιβλίο των βιβλίων, Κέδρος, 2000), για την οποία μού είχε κάνει την μεγάλη τιμή να μου ζητήσει ένα μικρό κείμενο εν είδει προλόγου ή εισαγωγής. Η έκδοση, τελικώς, δεν πραγματοποιήθηκε και, από την πλευρά μου, σκέφθηκα να καταθέσω εδώ, ως, ενδεικτική και μόνον, ευγνώμονα αναγνώριση των όσων (και είναι πολλά και πολύ σημαντικά) τού χρωστάω, το ταπεινότατο κείμενό μου, με την ευχή η έκδοση που είχε εκείνος τόσο πολύ επιθυμήσει να βρει τον δρόμο της, αφ’ ενός, ως μικρή αποπληρωμή μιας πολύ μεγάλης οφειλής τού εκδοτικού χώρου και, αφ’ ετέρου, προς αναμφισβήτητο, όπως πάντοτε, όφελος του πολυπληθούς, ειδικού και μη, αναγνωστικού κοινού, το οποίο πλαισίωνε σταθερά τον αφοσιωμένο στην δουλειά του συγγραφέα και ερευνητή.
Αντί Προλόγου
— …………………………………………………………
— Μην μου πείτε ότι έχετε διαβάσει όλα αυτά τα βιβλία!;
— Μα, πρώτα απ’ όλα, δεν αναφέρομαι εδώ, κυρίως, σε συγκεκριμένα βιβλία όσο στις κατηγορίες τους και σε ό,τι σχετίζεται με αυτές, από ποικίλες πλευρές.
— Μπορείτε, τουλάχιστον, να ισχυριστείτε ότι έχετε διαβάσει ένα βιβλίο από καθεμιά από τις παρατιθέμενες κατηγορίες; Από τα Λεξικά, επί παραδείγματι, από την Λογοτεχνία, παιδική – νεανική ή ενηλίκων, από τις Εγκυκλοπαίδειες, από τα Λευκώματα, από τις Βιογραφίες, από τα Επιστημονικά, διαφόρων κλάδων, από τα βιβλία Τέχνης, από τα Απομνημονεύματα;
— Ναι, ίσως και να έχω διαβάσει. Υπάρχουν, πάντως, σίγουρα κάποιες κατηγορίες από τις οποίες έχω μελετήσει, όχι απλώς διαβάσει, πολύ περισσότερα του ενός.
— Έστω. Και νομίζετε πως αρκεί;
— Πείτε μου κάτι. Έχει τύχει εσείς σε κάποια συζήτηση να μιλήσετε για το τι σημαίνει να είναι κανείς πατέρας ή μητέρα;
— Ναι, βέβαια. Αλλά τι σχέση έχει αυτό;
— Μια στιγμή. Να σας ρωτήσω κάτι ακόμη;
— Ευχαρίστως.
— Έχει τύχει να μιλήσετε, επί παραδείγματι, με τους φίλους σας, για το τι σημαίνει να είσαι παιδί ή νέος άνθρωπος, για τα όνειρα και τις ανάγκες αυτών των ηλικιών;
— Μα, φυσικά. Πώς όχι;
— Και μιλούσατε με πεποίθηση για τα παραπάνω, έτσι δεν είναι;
— Ναι, οπωσδήποτε. Υποστήριζα τις απόψεις μου με σθένος.
— Αλλά, πώς μπορείτε να κάνετε κάτι τέτοιο, αφού για την κάθε περίπτωση έχετε μόνον ένα ή, το πολύ, δύο παραδείγματα;
— Τι εννοείτε;
— Εννοώ ότι, ουσιαστικά, έχετε διαθέσιμους προς κρίσιν μόνον τους δικούς σας γονείς ή μόνον τον εαυτό σας, ως παιδί ή και ως γονιό. Για οποιονδήποτε άλλον δεν θα επιτρεπόταν να μιλήσετε με αντίστοιχη σιγουριά. Δεν συμφωνείτε;
— Συμφωνώ. Όμως…
— Πρέπει να παραδεχτείτε, επομένως, ότι τα παραδείγματά σας είναι ελάχιστα, για να μην πω αμελητέα, από την άποψη της ποσότητας. Ως προς την ποιότητα, τώρα, η υποκειμενικότητά τους είναι εξίσου πιθανό να αποδειχθεί προνόμιο αλλά και τροχοπέδη.
— Το κατανοώ αυτό. Ωστόσο…
— Σας ερωτώ, λοιπόν, με την σειρά μου: εγώ γιατί δεν μπορώ να έχω μία άποψη, την προσωπική μου αναμφίβολα, για την κατηγορία στην οποία ανήκει ένα βιβλίο, όταν έχω διαβάσει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της;
— Ναι. Μπορείτε, υποθέτω.
— Εξάλλου, δεν είναι πρόχειρες εντυπώσεις όσα εκφράζω. Οι σπουδές μου, η επαγγελματική μου σταδιοδρομία και μεγάλο μέρος τού συγγραφικού μου έργου εντάσσονται στον χώρο τής βιβλιοθηκονομίας. Όσο για την ίδια την βιβλιοθήκη μου, αποτελεί, πλέον, εξαιτίας τού ανοικονόμητου όγκου της, τμήμα, μεταξύ άλλων, των συλλογών τού ΕΛΙΑ. Αν μου επιτρέπετε, θα αποκαλούσα τον εαυτό μου καθ’ ύλην αρμόδιο…
— Οφείλω, πράγματι, να το παραδεχτώ. Ωστόσο, στον παραλληλισμό σας με τις προσωπικές εμπειρίες τού καθενός από τον οικογενειακό του χώρο, νομίζω πως κάτι μού διαφεύγει· ως προς την σύνδεση με τον χώρο τού βιβλίου, θέλω να πω.
— Η επιλογή αυτού του παραλληλισμού, ξέρετε, δεν ήταν τυχαία. Σας ενδιαφέρει να σας εξηγήσω;
— Ασφαλώς! Σας ακούω.
— Κοιτάχτε: ¨Όταν στην διάρκεια ολόκληρων δεκαετιών έχεις συναναστραφεί με βιβλία, αγαπώντας και εξελίσσοντας, ταυτόχρονα, τους τρόπους και το βάθος αυτής της συναναστροφής, τα αντικείμενα της συγκεκριμένης ενασχόλησης καταλήγουν να συνιστούν κομμάτι τού νου και της ψυχής σου. Δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι τα αισθήματα, τα επιχειρήματα, οι συνήθειες και οι προσδοκίες σου διαμορφώνονται σε μεγάλο βαθμό από ό,τι σχετικό έχεις διαβάσει σε κάποιο βιβλίο, ενστερνιζόμενος ή απορρίπτοντάς το.
— Δεν έχετε άδικο.
— Και να σας εξομολογηθώ και κάτι ακόμη;
— Παρακαλώ.
— Τα βιβλία τα θεωρώ πια μέλη τής οικογένειάς μου. Ειδικά ορισμένα από αυτά, εκείνα που δεν δώρισα στο ΕΛΙΑ (ή αλλού, σε άλλες ή άλλους), δεν μπορώ με κανέναν τρόπο να τα αποχωριστώ.
— Τότε, επιτρέψτε μου μία ερώτηση. Είναι η τελευταία. Δεν θέλω να σας κουράσω.
— Δεν κουράζομαι ποτέ να μιλώ για βιβλία. Ποιος κουράζεται να μιλάει για ό,τι αγαπά;
— Ναι, σωστά. Ήθελα, λοιπόν, να σας ρωτήσω: Από τις κατηγορίες τις οποίες παρουσιάζετε στο ανά χείρας βιβλίο σας, υπάρχουν οπωσδήποτε κάποιες τις οποίες προτιμάτε· ποιες είναι αυτές;
— Ω… Και τι θα ωφελούσε να σας απαντήσω; Βλέπετε, αρκεί ένα καλό βιβλίο, για να ανατραπεί αυτοστιγμεί μία προς ιδίαν χρήσιν ιεράρχηση που, έστω ατύπως, μπορεί να υπάρχει. Και ετούτο είναι το συναρπαστικό! Η παρακολούθηση αυτού του αφανούς όσο και ευγενούς συναγωνισμού με ενθουσιάζει! Άλλωστε, δεν αποτελώ εξαίρεση. Κάθε γνήσιος λάτρης τού βιβλίου το ίδιο θα σας έλεγε.
— Ομολογώ ότι οι απόψεις σας δεν σταματούν να με εκπλήσσουν…
— Χαίρομαι. Διότι υποθέτω ότι σας πείθουν κιόλας.
— Ναι, είναι γεγονός. Σας ευχαριστώ για την συνομιλία μας. Υπήρξε χρησιμότατη για εμένα.
— Άρα, έχω το θάρρος να σας ζητήσω μια χάρη…
— Αλίμονο.
— Διαδώστε το. Μοιραστείτε με άλλους την πληροφορία για την έκδοση αυτού του βιβλίου. Όχι, βέβαια, για το κέρδος το χρηματικό. Αστείο πράγμα… Για το κέρδος το πνευματικό. Ένα βιβλίο για τα βιβλία υπηρετεί δύο αφεντάδες και το κάνει εξίσου καλά και χωρίς περιπλοκές. Ο ένας αφέντης είναι η ομογάλακτη οικογένειά του: η κοινωνία των βιβλίων. Ο δεύτερος, χωρίς τον οποίον ούτε και ο πρώτος θα είχε λόγο ύπαρξης, άλλωστε, είναι η κοινωνία των ανθρώπων· και αυτή η ταλαίπωρη έχει τόση ανάγκη από καλές υπηρεσίες…
— Μείνετε ήσυχος. Θα κάνω ό,τι μπορώ.
— Σας ευχαριστώ. Αν γίνει έτσι, θα είναι υπεραρκετό.
………………………………………………………………………………………
(*) Η Σταυρούλα Τσούπρου είναι καθηγήτρια – σύμβουλος στο ΕΑΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου