Το μυθιστόρημα του Γεράσιμου Μπέκα «Όλοι οι Καλοί Έχουν Πεθάνει» έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα: είναι απίστευτα αστείο. Για να εξηγούμαι, η οπτική του νεαρού ήρωα, του Άρη Κομμένου πηγάζει από μια συσσωρευμένη, μεταεφηβική οργή που καθιστά απαραίτητη τη χιουμοριστική αποδόμηση της πραγματικότητας ως μοναδικό μέσο κατανόησης της. Από το άνοιγμα του βιβλίου, που πραγματεύεται το πολύ πρακτικό και ξεκαρδιστικό πρόβλημα της ολισθηρότητας των μαρμάρων στην αρχαία Αθήνα, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως ακόμη και αν δεν έχει καταλάβει περί τίνος πρόκειται, αν αφεθεί θα ολισθήσει σε μια άκρως διασκεδαστική εμπειρία, περίπου σαν τον Άρη που γλιστράει, πέφτει και τσακίζεται στην αρχή του βιβλίου αλλά και στο τέλος της κυκλικής διήγησης, μπροστά στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Ο Άρης δεν είναι καν ο μέσος αντιήρωας – υιοθετημένος από ζευγάρι φιλελλήνων Γερμανών και μεγαλωμένος στο Βίρτσμπουργκ, διάγει ένα βίο χωρίς αξιώσεις, εργαζόμενος σε οίκο ευγηρίας. Αυτοπροσδιορίζεται ως τελειωμένος, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένας γλυκούλης μιλένιαλ, παρά την εικόνα που έχει για τον εαυτό του και την όποια δυστοκία στις σχέσεις του. Όχι ως ζεν πρεμιε, αλλά ως άκακος νεαρός (εκτός από μια σπασμωδική έκρηξη βίας- αταίριαστη με την υπόλοιπη συμπεριφορά του, που πλήττει κάπως τη συνέπεια του χαρακτήρα), γίνεται αμέσως συμπαθής από τους υπόλοιπους ήρωες του βιβλίου που του εμπιστεύονται τα πάντα: η συνάδελφος του η Κλαούντια τις πιο μύχιες σκέψεις της, η Σίμπελ, η κοπέλα του (παρά τις αντιρρήσεις του) την καρδιά της, η κυρία Ξενάκη, μια ηλικιωμένη Ελληνίδα στον οίκο ευγηρίας μια αποστολή στην Ελλάδα (του αναθέτει να βρει μια κρυμμένη βαλίτσα και να την παραδώσει στην εγγονή της, Αφροδίτη). Επιπροσθέτως ο γραφικός ταξιτζής, ο Σάκης, τον κοιμίζει σπίτι του, του χαρίζει το μπουφάν του , η Αφροδίτη που χωρίς να τον ξέρει του εμπιστεύεται να κάνει baby sitting στο γιο της, μέχρι τον περιπτερά, τον κύριο Στέλιο και τους θετούς γονείς του, που του εμπιστεύονται στο τέλος του βιβλίου το μυστικό της καταγωγής του. Μπορεί ο ίδιος ο Άρης, να κάνει απολαυστικά χαιρέκακες σκέψεις και να σαρκάζει τα πάντα, στην πραγματικότητα όμως τρέμει ακόμη και τις κατσαρίδες , που αποτελούν και τη μοναδική του νέμεση, καθώς όλοι οι άλλοι είναι κατά βάθος με το μέρος του. Το καυστικό πνεύμα του Άρη εξακολουθεί να ισοπεδώνει τα πάντα: η περιγραφή της διαδρομής με το λεωφορείο από το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος μέχρι το κέντρο της Αθήνας θα έπρεπε να λογοκριθεί από το Υπουργείο Τουρισμού κυρίως γιατί είναι υπερβολική μόνο στην ευστοχία της. Αργότερα στο βιβλίο, οι εικόνες της ελληνικής επαρχίας είναι αντάξιες της μεγαλειώδους ακαλαισθησίας των ευρηματικών εγχώριων κατοίκων με τις αναρίθμητες αισθητικές πατέντες.. και ο βομβαρδισμός συνεχίζεται μέχρι το τέλος. Η περιπέτεια του Άρη στην Ελλάδα δεν είναι γραμμική- αν και αρχικά φαίνεται πως η ιστορία θα εξελιχθεί με βάση αυτό που του ζήτησε η κυρία Ξενάκη. Από τις σπαρταριστές, τελείως περιττές για την εξέλιξη της ιστορίας, περιδιαβάσεις ανά τη νυχτερινή Αθήνα και την Εθνική Αθηνών Κορίνθου, με τον ανεκδιήγητο αλλά θλιβερά οικείο σε όλους μας ταξιτζή Σάκη, μέχρι τη μικρή περιπέτεια «απαγωγής» ενήλικα από 5χρονο για να δει τη θάλασσα, η αναζήτηση του Άρη είναι λαβυρινθώδης, και έτσι θα έπρεπε να είναι καθώς ουσιαστικά αναζητά τον ίδιο του τον εαυτό. Θα μπορούσε να συγκριθεί με τον επίσης πρόσφατο και απολαυστικό «Δύτη» του Μίνωα Ευσταθιάδη (εκδ. Ίκαρος)- ως προς την επιστροφή του πρωταγωνιστή από την Γερμανία στην Ελλάδα και το εκκύκλημα των φρικαλεοτήτων της ναζιστικής κατοχής ως εύρημα εξέλιξης της πλοκής, οι ομοιότητες όμως είναι επιφανειακές, καθώς ο «Δύτης» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εναλλακτικό νουάρ, ενώ το βιβλίο του Μπέκα είναι ένα αυθεντικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης («coming of age novel»). Το ερώτημα είναι τίνος την ενηλικίωση; Σίγουρα του πρωταγωνιστή, αλλά επίσης του μοναχού Στυλιανού, μοναδικού επιζήσαντα του ολοκαυτώματος στο χωριού Κομμένο, τον Αύγουστο του 43, όπου 314 άμαχοι εκτελέστηκαν. Στην αφήγηση του ‘Αρη, σε πρώτο πρόσωπο, παρεμβάλλονται στιγμές από τη ζωή του μοναχού, εξιστορημένες σε γ΄ πρόσωπο, και πολύ πιο νηφάλιες υφολογικά, που αναμενόμενα (για το ελληνικό κοινό λόγω του ονόματος), στο τέλος δένουν με τη ζωή του Άρη. Ή μήπως την ενηλικίωση μιας χώρας που επανειλημμένα αποπειράται να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της ( Γερμανία) ή το παρόν της (Ελλάδα); Σύμφωνα με τη νομπελίστρια Ντόρις Λέσσινγκ : «ο συγγραφέας είναι η συνείδηση της ανθρωπότητας» και ο μόνος μου ενδοιασμός είναι πως η ηχηρά σατυρική ματιά του Άρη ίσως δεν πάει γάντι με το θέμα της ναζιστικής κτηνωδίας ή ίσως την αναφέρει κάπως επιδερμικά ή τροχοπεδεί ευκαιρίες να εμβαθύνει ολοκληρωμένα στον αντίκτυπο της. Από την άλλη μακάρι να είχαμε όλοι τόσο καυστικές συνειδήσεις- θα ζούσαμε σε καλύτερο κόσμο. Όπως και να έχει, από ένα σημείο και έπειτα η πλοκή καθίσταται περιττή- ο Άρης βρίσκει κάποιες απαντήσεις αλλά η οξεία του ματιά έχει προ πολλού εκτοπίσει την εξέλιξη της ιστορίας. Ο αναγνώστης γυρνάει περισσότερο τις σελίδες όχι να δει τι θα συμβεί με τον Άρη αλλά για το πως θα το διηγηθεί ο Μπέκας. Το βιβλίο αυτό πάνω από όλα είναι μια υπόσχεση, και για μια λογοτεχνική καριέρα, αλλά και για μια γενιά που θα διαψεύσει τον τίτλο αυτού του μυθιστορήματος και θα είναι πολύ καλύτερη από εμάς.
Info: Gerasimos Bekas, «Όλοι οι Καλοί Έχουν Πεθάνει», μτφρ. Απόστολος Στραγαλινός, Εκδ. Κριτική
Σημείωση: Ο Gerasimos Bekas (Γεράσιμος Μπέκας) γεννήθηκε το 1987. Μεγάλωσε στην Πρέβεζα και τη Φραγκονία της Γερμανίας. Σήμερα ζει στο Βερολίνο. Είναι πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Τα έργα του έχουν ανέβει στις σκηνές του Maxim Gorki Theater, του Theater Augsburg, καθώς και στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στην Ελλάδα. Έχει λάβει λογοτεχνικές διακρίσεις στη Γερμανία, όπως τα βραβεία νέων συγγραφέων Leonhard Frank (2018) και August Graf von Platen (2019)
https://www.oanagnostis.gr/ammes-de-g-essometha-pollo-karrones-quot-tis-alexandras-samothraki/?fbclid=IwAR077ZFvdkOEtDnTKTkX6B9j50EJM4c0eLMHo788Gh3eQTZr_NaH7wqYzh4
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου