του Σπύρου Κακουριώτη
Τι είναι ένα ερευνητικό κέντρο χωρίς τη βιβλιοθήκη του; Ό,τι κι ένα σκαμνί χωρίς πόδι ‒λίγα πράγματα δηλαδή… Αυτό σκεφτόμουν διασχίζοντας το προαύλιο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, στη λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου. Στην πρόσοψη του κτιρίου, εκεί όπου συνήθως διαφημιστικά μπάνερ αναγγέλλουν τη διεξαγωγή των εκλαϊκευτικών διαλέξεων «Επιστήμη και Κοινωνία» ή άλλες εκδηλώσεις, κρεμασμένα πανώ με μαύρα γράμματα διαδηλώνουν με απόγνωση: «Κάτω τα χέρια από τη Βιβλιοθήκη του ΕΙΕ»… Προβληματισμένος, ανοίγω τη γυάλινη πόρτα της εισόδου και
κατευθύνομαι προς τη Βιβλιοθήκη, που φέρει το όνομα του εμπνευστή της και εκ των ιδρυτών του (Βασιλικού, τότε) Ιδρύματος Ερευνών, του Κ. Θ. Δημαρά. Οι βαριές διπλές ξύλινες πόρτες προστατεύουν τους αναγνώστες από τον, ούτως ή άλλως περιορισμένο, θόρυβο του ισογείου. Αν και θεοσκότεινος, ο προθάλαμος σε προδιαθέτει για την είσοδο σε έναν χώρο όπου επικρατεί απόλυτη ησυχία, αλλά και ένας διόλου επιθετικός φυσικός φωτισμός, που προσφέρουν οι οφθαλμοί της οροφής και το κεντρικό αίθριο. Η εικόνα στο εσωτερικό της Βιβλιοθήκης είναι… vintage, με τις ξύλινες επενδύσεις να κυριαρχούν στις κολόνες του κτιρίου, στα κιγκλιδώματα του εξώστη, στους βιβλιοστάτες, στα έπιπλα. Όλα αυτά δημιουργούν μια ζεστή ατμόσφαιρα, που προδιαθέτει τον επισκέπτη να στρωθεί στη μελέτη. Ακόμη κι αν ο χρήστης δεν θέλει να συμβουλευτεί κάποιο από τα χιλιάδες επιστημονικά έντυπα και περιοδικά που διαθέτει η Βιβλιοθήκη, μπορεί να φέρει το δικό του υλικό για να μελετήσει. Απ’ ό,τι φαίνεται όμως, αν θέλει να συμβουλευτεί κάποιον από τους τίτλους της Ψηφιακής Βιβλιοθήκης, η οποία διαθέτει πάνω από 14.000 ηλεκτρονικά περιοδικά, 26.570 ηλεκτρονικά βιβλία, πρόσβαση σε 50 διεθνείς βάσεις δεδομένων κ.ά., είναι καλύτερα να φέρει τον δικό του υπολογιστή. Κι αυτό γιατί από τα 19 τερματικά του ηλεκτρονικού αναγνωστηρίου σήμερα λειτουργούν μονάχα τρία! Ευτυχώς το WiFi παραμένει ενεργό. Μη θέλοντας να μελετήσω κάτι συγκεκριμένο, βγήκα από τη Βιβλιοθήκη και προχώρησα προς το ηλιόλουστο αίθριο του ισογείου, όπου συνάντησα έναν γνωστό μου ερευνητή στο ΕΙΕ. «Ωραία η Βιβλιοθήκη που έχετε», του είπα. «Προς τι όμως οι μαύρες πλερέζες στην είσοδο;» «Η ωραία Βιβλιοθήκη που έχουμε, αν δεν κάνουμε κάτι, σε λίγο θα είναι παρελθόν», μου είπε. Του ζήτησα να μου εξηγήσει τι εννοεί, καθώς σκεφτόμουν ότι οι βιβλιοθήκες είναι έτσι κι αλλιώς εν μέρει παρελθόν… «Ο χώρος που μόλις επισκέφτηκες είναι η Βιβλιοθήκη του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, σχεδιασμένη από τον Δημαρά στη λογική της επικοινωνίας των επιστημών, θετικών και ανθρωπιστικών, με τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Για τα ελληνικά δεδομένα, τότε, ήταν ένα σπάνιο παράθυρο στον κόσμο. Γι’ αυτό και διαθέτει, κυρίως, επιστημονικά περιοδικά, που ήταν πάντοτε δίαυλοι αυτού του διαλόγου. Από το 1989 και μετά η διαχείριση της Βιβλιοθήκης πέρασε στην ευθύνη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, που τότε εντάχθηκε ως επιστημονική εγκατάσταση εθνικής χρήσης στο ΕΙΕ». «Ε, και;» αναρωτήθηκα, δυσφορώντας με την όλο και πιο δυσνόητη γραφειοκρατική αργκό που χρησιμοποιούσε ο φίλος μου. «Ε, εδώ κι ένα χρόνο, μια μέρα μετά τις εκλογές δηλαδή, το ΕΚΤ αποσπάστηκε από το ΕΙΕ κι έγινε ΝΠΙΔ του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Ενώ όμως οι άνθρωποι του υπουργείου όλο αυτόν τον καιρό μας έλεγαν ότι το νέο ΕΚΤ θα φύγει και ήταν θέμα χρόνου η μεταφορά του σε άλλο χώρο, όπως και η ψήφιση τροπολογίας που θα κατοχύρωνε την παραμονή της Βιβλιοθήκης στο ΕΙΕ, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτε. Αντιθέτως, όπως μάθαμε, ο υπουργός Πιερρακάκης έχει πατήσει πόδι για να παραμείνει η Βιβλιοθήκη στο ΕΚΤ. Πάντως, η διευθύντριά του Εύη Σαχίνη είχε δρομολογήσει, ήδη πριν από την υπαγωγή του στο Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, την αλλαγή χρήσης του χώρου της Βιβλιοθήκης και τη μετατροπή του σε οργανωμένο χώρο γραφείων, που θα εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του ΕΚΤ». «Φίλε μου, πέσατε κι εσείς θύματα του επιτελικού κράτους», είπα γελώντας. «Σοβαρά τώρα, έχουν δικαίωμα να κάνουν κάτι τέτοιο;» Ο φίλος μου με κοίταξε χαμογελώντας μελαγχολικά. «Κανονικά όχι. Ο Οργανισμός του ΕΙΕ, που έχει εγκριθεί με Π.Δ., το 226/1989, το λέει ρητά: Δεν επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης όλων των χώρων της Βιβλιοθήκης του ΕΙΕ για άλλες λειτουργίες πέρα από τη λειτουργία της ως επιστημονικής εγκατάστασης εθνικής χρήσης». «Στην περίπτωση που, παρά τις απαγορεύσεις, αντί για βιβλιοθήκη δούμε κανένα από αυτά τα μοδάτα hubs μέσα εκεί, τα έντυπα τι θα γίνουν; Οι ερευνητές πώς θα δουλεύουν;» Είδα το βλέμμα του φίλου μου να σκοτεινιάζει. «Δεν το ξέρω», απάντησε. «Υποθέτω ότι θα τα βάλουν σε κούτες και δεν θα τα ξαναδεί κανείς. Πιθανόν να κρατήσουν μόνο τις συνδρομές σε ηλεκτρονικό περιεχόμενο και ό,τι άλλο μπορεί να αποφέρει κέρδος κατά τη μεταπώληση αυτών των υπηρεσιών». «Είναι πολλά τα λεφτά, Άρη» συμπλήρωσε χαμογελώντας, πριν προλάβω να ρωτήσω κάτι. «Το νέο ΕΚΤ έρχεται να υλοποιήσει προγράμματα με τεράστια ποσά κι αυτό ουσιαστικά σημαίνει και την περαιτέρω προέκτασή του στους χώρους της Βιβλιοθήκης που επιδιώκει να καταλάβει. Και δεν ξέρουμε πού ακόμη μπορούν να φτάσουν… Όπως καταλαβαίνεις, το μέλλον του ΕΙΕ και των Ινστιτούτων του είναι αβέβαιο». «Καλά όλα αυτά, αλλά εσείς δεν έχετε αντιδράσει;» «Από την πρώτη στιγμή, μην κοιτάς που δεν μαθεύτηκε. Εδώ κι ένα χρόνο, μέχρι και την καραντίνα, ο Σύλλογος Προσωπικού ενημέρωσε με συναντήσεις και επιστολές τα υπουργεία Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Ανάπτυξης, Πολιτισμού, τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας, τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όλους. Αλλά και πριν από λίγες μέρες η Γενική Συνέλευση των εργαζομένων εξέπεμψε SOS και τα Επιστημονικά Συμβούλια των τριών Ινστιτούτων που συναποτελούν το ΕΙΕ έθεσαν το ζήτημα στον διευθυντή του Ιδρύματος κ. Γρηγορίου». «Πώς προβλέπεται να εξελιχθεί το ζήτημα, κατά τη γνώμη σου;» «Αν επικρατήσει η λογική, η Βιβλιοθήκη δεν πρόκειται να μετακινηθεί. Άλλωστε, οι λειτουργίες της δεν έχουν καμία σχέση με τις προτεραιότητες της Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Αντίθετα, η αποκοπή της από το ΕΙΕ θα στερήσει μια ιστορική υποδομή από το φυσικό της περιβάλλον, δυσχεραίνοντας τον ερευνητικό και ακαδημαϊκό ρόλο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών». «Σαν ανακοίνωση συνέλευσης μιλάς» τον πείραξα. «Από πού νομίζεις ότι τσιτάρω;» μου απάντησε. Γελάσαμε και χαιρετηθήκαμε. Κατευθυνόμενος προς την έξοδο, μισάνοιξα τις πόρτες της Βιβλιοθήκης προκειμένου να ανασάνω για άλλη μια φορά αυτήν την ατμόσφαιρα του μοντερνισμού της δεκαετίας του ’60 μέσα στην οποία ζούσαν οι μελετητές του κτιρίου, ο Πικιώνης κι ο Δοξιάδης. Βυθισμένος στις αναπολήσεις των ένδοξων χρόνων του αθηναϊκού μοντερνισμού, δεν πρόσεξα έναν νεαρό που με πλησίασε. Μου έτεινε ένα χαρτί, λέγοντας χαμηλόφωνα: «Αν θέλετε να υπογράψετε το ψήφισμα για τη σωτηρία της βιβλιοθήκης, θα βρείτε την ηλεκτρονική διεύθυνση εδώ. Σας ευχαριστούμε». Μου έβαλε ένα χαρτάκι στο χέρι και έφυγε. Κοίταξα τι έγραφε: «Η Βιβλιοθήκη “Κ. Θ. Δημαράς” να παραμείνει στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών». Άνοιξα τη γυάλινη πόρτα και βγήκα στον δυνατό μεσημεριανό ήλιο και τον θόρυβο της λεωφόρου. Η ηρεμία της Βιβλιοθήκης είχε χαθεί…
https://www.oanagnostis.gr/ereyna-choris-vivliothikes-ginetai-toy-spyroy-kakoyrioti/?fbclid=IwAR2ZNjIXDSA6d5suVDV0LfGX-3FiLl-E5sx9dEhcy1Y8h9wWyRLRus3ANb0
Τι είναι ένα ερευνητικό κέντρο χωρίς τη βιβλιοθήκη του; Ό,τι κι ένα σκαμνί χωρίς πόδι ‒λίγα πράγματα δηλαδή… Αυτό σκεφτόμουν διασχίζοντας το προαύλιο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, στη λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου. Στην πρόσοψη του κτιρίου, εκεί όπου συνήθως διαφημιστικά μπάνερ αναγγέλλουν τη διεξαγωγή των εκλαϊκευτικών διαλέξεων «Επιστήμη και Κοινωνία» ή άλλες εκδηλώσεις, κρεμασμένα πανώ με μαύρα γράμματα διαδηλώνουν με απόγνωση: «Κάτω τα χέρια από τη Βιβλιοθήκη του ΕΙΕ»… Προβληματισμένος, ανοίγω τη γυάλινη πόρτα της εισόδου και
κατευθύνομαι προς τη Βιβλιοθήκη, που φέρει το όνομα του εμπνευστή της και εκ των ιδρυτών του (Βασιλικού, τότε) Ιδρύματος Ερευνών, του Κ. Θ. Δημαρά. Οι βαριές διπλές ξύλινες πόρτες προστατεύουν τους αναγνώστες από τον, ούτως ή άλλως περιορισμένο, θόρυβο του ισογείου. Αν και θεοσκότεινος, ο προθάλαμος σε προδιαθέτει για την είσοδο σε έναν χώρο όπου επικρατεί απόλυτη ησυχία, αλλά και ένας διόλου επιθετικός φυσικός φωτισμός, που προσφέρουν οι οφθαλμοί της οροφής και το κεντρικό αίθριο. Η εικόνα στο εσωτερικό της Βιβλιοθήκης είναι… vintage, με τις ξύλινες επενδύσεις να κυριαρχούν στις κολόνες του κτιρίου, στα κιγκλιδώματα του εξώστη, στους βιβλιοστάτες, στα έπιπλα. Όλα αυτά δημιουργούν μια ζεστή ατμόσφαιρα, που προδιαθέτει τον επισκέπτη να στρωθεί στη μελέτη. Ακόμη κι αν ο χρήστης δεν θέλει να συμβουλευτεί κάποιο από τα χιλιάδες επιστημονικά έντυπα και περιοδικά που διαθέτει η Βιβλιοθήκη, μπορεί να φέρει το δικό του υλικό για να μελετήσει. Απ’ ό,τι φαίνεται όμως, αν θέλει να συμβουλευτεί κάποιον από τους τίτλους της Ψηφιακής Βιβλιοθήκης, η οποία διαθέτει πάνω από 14.000 ηλεκτρονικά περιοδικά, 26.570 ηλεκτρονικά βιβλία, πρόσβαση σε 50 διεθνείς βάσεις δεδομένων κ.ά., είναι καλύτερα να φέρει τον δικό του υπολογιστή. Κι αυτό γιατί από τα 19 τερματικά του ηλεκτρονικού αναγνωστηρίου σήμερα λειτουργούν μονάχα τρία! Ευτυχώς το WiFi παραμένει ενεργό. Μη θέλοντας να μελετήσω κάτι συγκεκριμένο, βγήκα από τη Βιβλιοθήκη και προχώρησα προς το ηλιόλουστο αίθριο του ισογείου, όπου συνάντησα έναν γνωστό μου ερευνητή στο ΕΙΕ. «Ωραία η Βιβλιοθήκη που έχετε», του είπα. «Προς τι όμως οι μαύρες πλερέζες στην είσοδο;» «Η ωραία Βιβλιοθήκη που έχουμε, αν δεν κάνουμε κάτι, σε λίγο θα είναι παρελθόν», μου είπε. Του ζήτησα να μου εξηγήσει τι εννοεί, καθώς σκεφτόμουν ότι οι βιβλιοθήκες είναι έτσι κι αλλιώς εν μέρει παρελθόν… «Ο χώρος που μόλις επισκέφτηκες είναι η Βιβλιοθήκη του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, σχεδιασμένη από τον Δημαρά στη λογική της επικοινωνίας των επιστημών, θετικών και ανθρωπιστικών, με τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Για τα ελληνικά δεδομένα, τότε, ήταν ένα σπάνιο παράθυρο στον κόσμο. Γι’ αυτό και διαθέτει, κυρίως, επιστημονικά περιοδικά, που ήταν πάντοτε δίαυλοι αυτού του διαλόγου. Από το 1989 και μετά η διαχείριση της Βιβλιοθήκης πέρασε στην ευθύνη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, που τότε εντάχθηκε ως επιστημονική εγκατάσταση εθνικής χρήσης στο ΕΙΕ». «Ε, και;» αναρωτήθηκα, δυσφορώντας με την όλο και πιο δυσνόητη γραφειοκρατική αργκό που χρησιμοποιούσε ο φίλος μου. «Ε, εδώ κι ένα χρόνο, μια μέρα μετά τις εκλογές δηλαδή, το ΕΚΤ αποσπάστηκε από το ΕΙΕ κι έγινε ΝΠΙΔ του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Ενώ όμως οι άνθρωποι του υπουργείου όλο αυτόν τον καιρό μας έλεγαν ότι το νέο ΕΚΤ θα φύγει και ήταν θέμα χρόνου η μεταφορά του σε άλλο χώρο, όπως και η ψήφιση τροπολογίας που θα κατοχύρωνε την παραμονή της Βιβλιοθήκης στο ΕΙΕ, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτε. Αντιθέτως, όπως μάθαμε, ο υπουργός Πιερρακάκης έχει πατήσει πόδι για να παραμείνει η Βιβλιοθήκη στο ΕΚΤ. Πάντως, η διευθύντριά του Εύη Σαχίνη είχε δρομολογήσει, ήδη πριν από την υπαγωγή του στο Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, την αλλαγή χρήσης του χώρου της Βιβλιοθήκης και τη μετατροπή του σε οργανωμένο χώρο γραφείων, που θα εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του ΕΚΤ». «Φίλε μου, πέσατε κι εσείς θύματα του επιτελικού κράτους», είπα γελώντας. «Σοβαρά τώρα, έχουν δικαίωμα να κάνουν κάτι τέτοιο;» Ο φίλος μου με κοίταξε χαμογελώντας μελαγχολικά. «Κανονικά όχι. Ο Οργανισμός του ΕΙΕ, που έχει εγκριθεί με Π.Δ., το 226/1989, το λέει ρητά: Δεν επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης όλων των χώρων της Βιβλιοθήκης του ΕΙΕ για άλλες λειτουργίες πέρα από τη λειτουργία της ως επιστημονικής εγκατάστασης εθνικής χρήσης». «Στην περίπτωση που, παρά τις απαγορεύσεις, αντί για βιβλιοθήκη δούμε κανένα από αυτά τα μοδάτα hubs μέσα εκεί, τα έντυπα τι θα γίνουν; Οι ερευνητές πώς θα δουλεύουν;» Είδα το βλέμμα του φίλου μου να σκοτεινιάζει. «Δεν το ξέρω», απάντησε. «Υποθέτω ότι θα τα βάλουν σε κούτες και δεν θα τα ξαναδεί κανείς. Πιθανόν να κρατήσουν μόνο τις συνδρομές σε ηλεκτρονικό περιεχόμενο και ό,τι άλλο μπορεί να αποφέρει κέρδος κατά τη μεταπώληση αυτών των υπηρεσιών». «Είναι πολλά τα λεφτά, Άρη» συμπλήρωσε χαμογελώντας, πριν προλάβω να ρωτήσω κάτι. «Το νέο ΕΚΤ έρχεται να υλοποιήσει προγράμματα με τεράστια ποσά κι αυτό ουσιαστικά σημαίνει και την περαιτέρω προέκτασή του στους χώρους της Βιβλιοθήκης που επιδιώκει να καταλάβει. Και δεν ξέρουμε πού ακόμη μπορούν να φτάσουν… Όπως καταλαβαίνεις, το μέλλον του ΕΙΕ και των Ινστιτούτων του είναι αβέβαιο». «Καλά όλα αυτά, αλλά εσείς δεν έχετε αντιδράσει;» «Από την πρώτη στιγμή, μην κοιτάς που δεν μαθεύτηκε. Εδώ κι ένα χρόνο, μέχρι και την καραντίνα, ο Σύλλογος Προσωπικού ενημέρωσε με συναντήσεις και επιστολές τα υπουργεία Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Ανάπτυξης, Πολιτισμού, τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας, τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όλους. Αλλά και πριν από λίγες μέρες η Γενική Συνέλευση των εργαζομένων εξέπεμψε SOS και τα Επιστημονικά Συμβούλια των τριών Ινστιτούτων που συναποτελούν το ΕΙΕ έθεσαν το ζήτημα στον διευθυντή του Ιδρύματος κ. Γρηγορίου». «Πώς προβλέπεται να εξελιχθεί το ζήτημα, κατά τη γνώμη σου;» «Αν επικρατήσει η λογική, η Βιβλιοθήκη δεν πρόκειται να μετακινηθεί. Άλλωστε, οι λειτουργίες της δεν έχουν καμία σχέση με τις προτεραιότητες της Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Αντίθετα, η αποκοπή της από το ΕΙΕ θα στερήσει μια ιστορική υποδομή από το φυσικό της περιβάλλον, δυσχεραίνοντας τον ερευνητικό και ακαδημαϊκό ρόλο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών». «Σαν ανακοίνωση συνέλευσης μιλάς» τον πείραξα. «Από πού νομίζεις ότι τσιτάρω;» μου απάντησε. Γελάσαμε και χαιρετηθήκαμε. Κατευθυνόμενος προς την έξοδο, μισάνοιξα τις πόρτες της Βιβλιοθήκης προκειμένου να ανασάνω για άλλη μια φορά αυτήν την ατμόσφαιρα του μοντερνισμού της δεκαετίας του ’60 μέσα στην οποία ζούσαν οι μελετητές του κτιρίου, ο Πικιώνης κι ο Δοξιάδης. Βυθισμένος στις αναπολήσεις των ένδοξων χρόνων του αθηναϊκού μοντερνισμού, δεν πρόσεξα έναν νεαρό που με πλησίασε. Μου έτεινε ένα χαρτί, λέγοντας χαμηλόφωνα: «Αν θέλετε να υπογράψετε το ψήφισμα για τη σωτηρία της βιβλιοθήκης, θα βρείτε την ηλεκτρονική διεύθυνση εδώ. Σας ευχαριστούμε». Μου έβαλε ένα χαρτάκι στο χέρι και έφυγε. Κοίταξα τι έγραφε: «Η Βιβλιοθήκη “Κ. Θ. Δημαράς” να παραμείνει στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών». Άνοιξα τη γυάλινη πόρτα και βγήκα στον δυνατό μεσημεριανό ήλιο και τον θόρυβο της λεωφόρου. Η ηρεμία της Βιβλιοθήκης είχε χαθεί…
https://www.oanagnostis.gr/ereyna-choris-vivliothikes-ginetai-toy-spyroy-kakoyrioti/?fbclid=IwAR2ZNjIXDSA6d5suVDV0LfGX-3FiLl-E5sx9dEhcy1Y8h9wWyRLRus3ANb0
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου