24.1.21

Αφιέρωμα στην ποίηση του Γιάννη Στίγκα


Γράφει ο Ε. Μύρων

Τη φωνή μου ρε
κι ας μην έχω να φάω

 Ο Μπλανσό έλεγε το εξής παράδοξο: o συγγραφέας πρέπει να έχει ταλέντο για να ξεκινήσει να γράφει αλλά δεν έχει ταλέντο παρά μόνο αν γράφει. Αλλά τι είναι ταλέντο τελικά; Δεν είναι αζύγιστο, νομίζω, να πει κανείς πως είναι η ατόφια έκφραση κρατώντας την παράδοση από τα κέρατα.

Να ξεκαθαρίσω εξαρχής πως το σημερινό αφιέρωμα δεν είναι μια φιλολογική ή ακαδημαϊκή ανάλυση της ποιητικής του Γιάννη Στίγκα, γράφω μονάχα πως διάβασα εγώ τους στίχους του και ποιους στοχασμούς μού γέννησαν.

Έχω από μικρός μια αποστροφή προς τα ποιήματα κλειστού δωματίου και περισυλλογής. Προτιμώ την ποίηση γνήσια, γυμνή, κατεβασμένη στο δρόμο. Με τα ποιήματα του Στίγκα έχω την αίσθηση πως βρίσκομαι με μια μπύρα σε ένα ωραίο στέκι…

Οι συλλογές που μελέτησα είναι οι εξής:

Η αλητεία του αίματος, εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2004
Η όραση θ’ αρχίσει ξανά, εκδόσεις Κέδρος, 2006
Ισόπαλο τραύμα, εκδόσεις Κέδρος, 2009
Ο δρόμος μέχρι το περίπτερο, εκδόσεις Μικρή Άρκτος, 2012
Βλέπω τον κύβο Ρούμπικ φαγωμένο, εκδόσεις Μικρή Άρκτος, 2014
Εξυπερύ σημαίνει χάνομαι, εκδόσεις Μικρή Άρκτος, 2017

Η γλώσσα του δεν παρουσιάζει μεγάλες αλλαγές από συλλογή σε συλλογή. Ίσως περίπου στα μισά της μέχρι τώρα διαδρομής του ακονίστηκαν λίγο παραπάνω τα γλωσσικά του εργαλεία και τα εκφραστικά του μέσα, αλλά μεγάλες αλλαγές δεν εντοπίζονται.

ΚΑΡΠΟΦΟΡΙΑ ΣΧΕΔΟΝ ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ

Πότε θα ‘ρθεις να πάρεις το φωτοστέφανο;
Το σπίτι έχει πλαντάξει στα μήλα

(Ισόπαλο Τραύμα)

Ο Γιάννης Στίγκας γράφει, αλλεργικός στις κοινοτοπίες, ποιήματα που κυλούν αρμονικά κι αβίαστα αλλά κρύβουν από πίσω ατέλειωτη επεξεργασία και μελέτη. Κρύβουν «μια δίψα δίμετρη» (Ισόπαλο Τραύμα). Πως θα γινόταν αλλιώς, κάθε καλός ποιητής έχει ξενυχτήσει για ένα κόμμα, για μια λέξη. Κι ο Στίγκας γνωρίζει πως η ποίηση είναι παράνοια για ένα κόμμα, για ένα ερωτηματικό:

(…)
Δεν υπάρχει πιο κωλοπετσωμένο σύννεφο από την αμφιβολία.

(Εξυπερύ σημαίνει χάνομαι)

Δεν μπορείς αγαπητέ μου να είσαι ποιητής μόνο όταν το μοστράρεις στις παρέες:

Γιατί η ποίηση
-ψιτ μεγάλε-
δεν είναι αιώρα ρεμβασμών
δεν ειν’ το φτερωτό σου κατοικίδιο
-ψιτ μεγάλε-
Όταν υποδύεσαι το φεγγάρι
να το υποδύεσαι και στη χάση του
-δεν θα στο κάνω πιο λιανά –
Αν το νοείς αυτό
έχει καλώς
αλλιώς
Ε ρε, Mαγιακόφσκι που σου χρειάζεται

(Ο δρόµος µέχρι το ̟περίπτερο)

Στη σύγχρονη οργουελική κοινωνία με την εθελούσια χαύνωση των πολιτών –πελατών, όπου αισθανόμαστε

(…)

                                                                 Σαν να επινικελώνουμε το ίδιο χασάπικο

                                                                                                    (SPUTNIK 2017-Εξυπερύ σημαίνει χάνομαι)

μόνη νησίδα ελπίδας είναι η γνησιότητα. Η ποίηση, η αληθινή ποίηση, νομίζω περισσότερο από κάθε άλλη τέχνη, στοχεύει κατευθείαν στο γνήσιο – εκεί μονάχα ανασαίνει. Ο ποιητής βιώνει την ανθρώπινη μοίρα «ποιητικά», περιφέρει την αγωνία του στην ουσία των πραγμάτων, ψάχνει θεούς και δαίμονες για να τους αναποδογυρίσει. Βουτηγμένος στο αίνιγμα αναζητάει την υπέρβαση. Δεν φωτογραφίζει τον Κόσμο, τον μεταμορφώνει καθαρίζοντας την αλήθεια του μέσα στην αποσπασματικότητά του. Η Ποίηση έχει μια διάπυρη διάρκεια· σπάζοντας τα όρια που θέτει η αιτιοκρατία ανοίγει χώρο για το απρόοπτο και το άλογο έτσι ώστε να αποφορτιστεί το αδιέξοδο μέσω της απαγκίστρωσης από το Εγώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: