Ας δούμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση ως ένα εφαλτήριο για να ανοίξουμε τον ορίζοντά μας και να ξαναδούμε τον συλλογικό μας εαυτό. Πριν από την κρίση, στην ευφορία του ευρώ, των Ολυμπιακών και της ευμάρειας, η αναζήτηση μιας καινούργιας ταυτότητας προσανατολιζόταν σε ένα αυτοεγκωμιαστικό αφήγημα: Η Ελλάδα, από επαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κατέληξε στον σκληρό πυρήνα των ευρωπαϊκών χωρών. Στην κρίση το αφήγημα αντιστράφηκε. Η ιστορία της Ελλάδας θεωρήθηκε κακέκτυπο της ευρωπαϊκής ιστορίας. Οι κλεφταρματολοί από ήρωες συμβόλισαν την προπατορική ανομία των Ελλήνων. Το μνημονιακό και το αντιμνημονιακό στρατόπεδο προβλήθηκε αναδρομικά στο ίδιο το ‘21. Τώρα, σε κλίμα τεχνητής ευφορίας, προβάλλεται αυτάρεσκα ότι η Ελλάδα περνώντας μέσα από διαδοχικές καταστροφές, με δυο βήματα μπροστά κι ένα πίσω, τελικά τα κατάφερε. Πρόκειται για μια ηθικολογικού τύπου ιστορία, όπου οι ιστορικοί μιλούν ως μετωνυμία του έθνους. Η ιστορία περιορίζεται στην ιστορία της εξουσίας, των ηγεσιών, με μέτρο την επιτυχία και την αποτυχία. Πρέπει να διασωθεί όμως η ιστορία από την τελεολογία του έθνους. Η ιστορία δεν είναι ασπρόμαυρη ούτε γραμμική. Είναι πολύχρωμη, πολυσχιδής, πολυδιάστατη, με λεπτές αποχρώσεις και απροσδιόριστο μέλλον. Τα προηγούμενα ιωβηλαία Η επέτειος της πρώτης πεντηκονταετίας (1871) ολοκλήρωσε την όσμωση ανάμεσα στις διαφορετικές και αντιτιθέμενες πλευρές της Επανάστασης. Κόσμοι διαφορετικοί που συγκρούστηκαν σκληρά μεταξύ τους, με σύμβολα τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ και τον Ρήγα, τον Κοραή και τον Καποδίστρια, γεφυρώθηκαν, όπως στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών, για να δημιουργήσουν την ελληνική εθνική συνείδηση. Κατόρθωμα δυσκολότερο του να συνταιριάξεις κομμουνιστές και εθνικόφρονες της κατοχής και του εμφυλίου. Η εκατονταετηρίδα (1921), που λόγω πολέμου απλώθηκε ως το 1930, είχε προετοιμαστεί συστηματικά με πλήθος δράσεων από όλους τους θεσμικούς φορείς. Ωστόσο, αυτό που τη σημάδεψε ήταν ένα μικρό απρόβλεπτο βιβλίο: Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821 του Γιάννη Κορδάτου (1924). Βάζοντας στη συζήτηση τις κοινωνικές αιτίες της Επανάστασης, δυναμίτισε την πνευματική ζωή της χώρας για δεκαετίες και άνοιξε δρόμους, γονιμοποίησε την εθνική συνείδηση, και τοποθέτησε την επανάσταση στην γενεαλογία της ελληνικής αριστεράς. Στα 150 χρόνια (1971) αναφερόμαστε ως καρικατούρα. Κιτς εορτασμοί της χούντας. Εντούτοις, την ίδια περίοδο το εκδοτικό πρόγραμμα των Κ.Θ. Δημαρά, Ν. Σβορώνου και των συν αυτοίς, αναδεικνύει το φαινόμενο «Ελληνικός Διαφωτισμός» και συνδέει την Επανάσταση με την Ευρώπη, με τον διανοητικό και οικονομικό εκσυγχρονισμό. Δημιουργείται ένα σώμα γνώσης που αλλάζει την κοινή αντίληψη. Παράλληλα, στη λαϊκή κουλτούρα, στο θέατρο, την ποίηση και την μουσική, το 1821 προσλαμβάνεται μέσα από ένα διάχυτο Μακρυγιανισμό που συνυφάνθηκε με το δημοκρατικό πνεύμα και την κουλτούρα της Μεταπολίτευσης. Και σήμερα; Πέραν των επίσημων εορτασμών, τι χρειάζεται να σκεφτούμε και να κουβεντιάσουμε; Η ευρωπαϊκή ανάδυση του Ελληνισμού Η ανάδυση της νεώτερης Ελλάδας υπήρξε ένα από τα κεντρικά γεγονότα στην ανάδυση του νεωτερικού κόσμου και στην επανεμφάνιση της έννοιας της πολιτικής μετά τον διαχωρισμό θρησκευτικής και κοσμικής εξουσίας. Οι Έλληνες, πριν ακόμα διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους, διέθεταν ήδη υψηλή αναγνωρισιμότητα και πολιτισμικό διαβατήριο. Η Ελλάδα σημειωνόταν στους χάρτες της εποχής πριν ακόμη γίνει κράτος. Αυτή όμως ήταν μια Ελλάδα ανεξάρτητη από τους Έλληνες και συχνά χωρίς αυτούς. Ήταν η Ελλάδα των Βίνκελμαν και Γκαίτε, των Μπάυρον και Σέλλευ, η Ελλάδα που οι άποικοι της Αμερικής κουβαλούσαν στις βαλίτσες τους για να συγκροτήσουν την ευρωπαϊκότητα τους, η Ελλάδα μέρος της αποικιακής αποστολής εκπολιτισμού των ιθαγενών, αλλά και η Ελλάδα ως αντι-αποικιακός ρεπουμπλικανισμός, εν τέλει η Ελλάδα που επιβλήθηκε και στους ίδιους τους Έλληνες. Μια πολύμορφη, πολυσήμαντη και διάχυτη στον κόσμο Ελλάδα. Ο Φιλελληνισμός υπήρξε κοινό δημιούργημα αυτής της «ελληνολατρίας» και της αντίδρασης στην Παλινόρθωση. Εκφράστηκε μέσα από ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών πολιτικών, από τους Άγγλους ριζοσπάστες ως τον Ρωσικό ηγεμονικό διαφωτισμό. Το ελληνικό κράτος είχε προοιωνιστεί πριν ακόμη πραγματοποιηθεί. Τα σχέδια του ηγετικού πυρήνα των Βαυαρών που συνόδευαν τον Οθωνα και ανέλαβαν το πρακτικό έργο της οργάνωσής του κράτους, η αλληλογραφία των ευρωπαίων πολιτικών στοχαστών με τον Κοραή, το ενδιαφέρον των ουτοπιστών μεταρρυθμιστών της εποχής (σαινσιμονιστών), δείχνουν ότι το ελληνικό κράτος είχε υπάρξει νοερά πριν υπάρξει πραγματικά, ως μια ουτοπία της νεωτερικότητας, με όλες τις αναγκαίες αποχρώσεις. Οι προθέσεις όμως δεν αποτυπώθηκαν στην πραγματικότητα. Η ανεξαρτησία του εθνικού κράτους, ως μορφής κοινωνικής αυτονομίας, υπέστη διαδοχικές διαψεύσεις και ακυρώσεις. Η εθνική κυριαρχία αποδείχτηκε σχετική έννοια. Η παγκοσμιότητα της ελληνικής επανάστασης Η επανάσταση του 1821 συνέβη σε μια εποχή που η ιστορία στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο άλλαζε σελίδα. Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι κλόνισαν το κρατικό σύστημα της Ευρώπης, τόσο ως προς τον συσχετισμό δυνάμεων όσο επίσης και ως προς την εσωτερική υφή των κρατών. Κάθε είδους κοινότητες και τοπικές εξουσίες ζήτησαν και διεκδίκησαν ανακατανομή της ισχύος και της κυριαρχίας, σχεδόν παντού στην μεσογειακή Ευρώπη. Η επιτυχία της ελληνικής επανάστασης οφείλεται στο γεγονός ότι βρέθηκε ακριβώς στο σημείο και στη στιγμή της μεταβολής αυτών των διεθνών και ενδοκρατικών συσχετισμών. Γι’ αυτό και η παγκόσμια απήχησή της. Οι Έλληνες έγιναν δημοφιλείς γιατί ανέβηκαν στην σκηνή ακριβώς τη στιγμή που άνοιγε η αυλαία ενός καινούργιου κόσμου. Επομένως είτε ως είδηση, ως θέαμα και μήνυμα, είτε ως πραγματικότητα που άλλαζε το μαγνητικό πεδίο της πολιτικής ανάμεσα στα κράτη, και ανάμεσα στα κράτη και τους υπηκόους τους, έγιναν δομικό στοιχείο της ιστορικής μεταβολής, της δημιουργίας μιας καινούργιας φάσης στην ιστορία του κόσμου. Στα οθωμανικά της συμφραζόμενα η ελληνική επανάσταση έδειξε τη βαθειά διαφοροποίηση στο εσωτερικό της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι πρώην ραγιάδες μιλούσαν μια πολιτική γλώσσα που δεν καταλάβαιναν οι Οθωμανοί. Δεν είχαν τρόπο να ελέγξουν την επικράτειά τους. Χρειάζονταν βαθιές μεταρρυθμίσεις στον πυρήνα της εξουσίας τους. Πράγματι, το πρώτο κύμα οθωμανικών μεταρρυθμίσεων ακολούθησε το 1830. Όσο όμως μεταρρυθμιζόταν η αυτοκρατορία, τόσο ενθάρρυνε τους βαλκανικούς λαούς να διεκδικήσουν την αυτονομία τους. Η ελληνική επανάσταση δημιούργησε στον βαλκανικό περίγυρο ένα ιστορικό προηγούμενο, στο οποίο όλα τα βαλκανικά έθνη, και το τουρκικό, θα προσανατολίζονταν, ακόμη κι αν στρέφονταν εναντίον των ίδιων των εμπνευστών τους. Απήχηση πέραν των ωκεανών Στις ΗΠΑ, που τον καιρό της ελληνικής επανάστασης ήταν υπό διαμόρφωση, οι αναγνώσεις της ελληνικής επανάστασης ήταν πολλαπλές. Ο Αγώνας διαβάστηκε μέσω της ουμανιστικής παράδοσης αλλά και ως δοκιμασία των συναισθημάτων αλληλεγγύης και ελευθερίας. Αν εκδηλώνουμε την αλληλεγγύη μας στους Έλληνες σκλάβους, γιατί όχι και στους μαύρους σκλάβους του αμερικάνικου Νότου; Το φιλελληνικό κίνημα εξελίχθηκε σε κίνημα κατάργησης της δουλείας στο Νότο, αλλά και σε πύλη μέσω της οποίας οι γυναίκες, που στελέχωναν τις επιτροπές αλληλεγγύης, εισήλθαν στον δημόσιο χώρο. Στη Νότια Αμερική, οι εξελίξεις ήταν ομόλογες εκείνων που προκάλεσαν την Επανάσταση στην Ελλάδα, γι αυτό και τα κράτη της είναι συνομήλικα του ελληνικού. Αυτή η αντιστοίχηση δεν είχε διαφύγει από τους πρωταγωνιστές της εποχής εκείνης. Οι δυο αντίπαλες αυτοκρατορίες που όριζαν τις τύχες της Μεσογείου επί αιώνες, δηλαδή η Οθωμανική και η Ισπανική, κλονίστηκαν από τους ναπολεόντειους πολέμους, αφήνοντας ζωτικό χώρο για τη διεκδίκηση αυτονομιών, και στην Λατινική Αμερική και στα Βαλκάνια. Η ιστορία όμως δεν είναι ποτέ ευθύγραμμη. Στην Ινδία, οι φιλελεύθεροι Βραχμάνοι ήταν αμφίθυμοι προς την ελληνική επανάσταση. Τους συγκινούσε το φιλελεύθερο μήνυμα της, αλλά η Επανάσταση θεωρήθηκε ως επέμβαση των ευρωπαϊκών δυνάμεων σε μια ασιατική αυτοκρατορία. Η υπεράσπιση των ασιατικών αυτοκρατοριών απέναντι στην ευρωπαϊκή επέμβαση δημιούργησε έναν κοινό τόπο ανάμεσα σε πολιτικοποιημένους διανοούμενους της Ινδίας, του Ιράν, της Αιγύπτου, αλλά και της Κίνας. Αυτό ήταν και το βασικό δίλημμα με το οποίο αντιμετωπίζονταν τα ευρωπαϊκά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στην Ασία. Η αναγνώριση του διεθνούς πεδίου που δημιούργησε την Ελλάδα είναι αναγκαίο αντίδοτο στον στενό ορίζοντα της πολιτικής, στο να βλέπουμε τον εαυτό μας ως τους εκλεκτούς του κόσμου ή τα αιώνια θύματα. Είναι αντίδοτο στον μικρομεγαλισμό της Ελλάδας – «λίκνο της δημοκρατίας», αλλά και στην αντίληψη της Ελλάδας ως αποικιακού σχεδίου. Η Ελλάδα είναι ανοιχτή στον κόσμο. Μοιάζει με σφουγγάρι που εισπνέει και εκπνέει πληθυσμούς, ιδέες, στοιχεία υλικά και άυλα, που γίνεται η ίδια τραγωδία και συμμετέχει στις τραγωδίες των άλλων. Δεν μπορείς να την κλείσεις σε ένα αυτάρεσκο αφήγημα. Πού να επικεντρωθούμε; Δυο αιώνες μετά την Επανάσταση η Ελλάδα δοκιμάζεται από διαδοχικές και επικαλυπτόμενες κρίσεις. Οικονομική κρίση-πανδημία-οικονομική κρίση. Η παράλληλη δημογραφική κρίση γήρανσης του πληθυσμού και νεανικής μετανάστευσης αντικρίζεται με μετακινήσεις πληθυσμών προς την Ελλάδα και διαδοχικές προσφυγικές κρίσεις. Απειλητική σκιά στο βάθος η περιβαλλοντική κρίση. Το ερώτημα είναι: πώς αντιμετωπίζονται οι αλλεπάλληλες κρίσεις; Πώς εγγράφονται αυτές στη συλλογική συνείδηση, αλλά και με ποια συνειδησιακά αποθέματα θα τις αντέξουμε; Πώς θα διαφυλάξουμε το δημοκρατικό της ήθος στους μεγάλους και βίαιους κλυδωνισμούς; Η Επανάσταση και οι δυο αιώνες ελληνικής ιστορίας, δημιούργησαν ένα πολιτισμικό κεφάλαιο, αξίες, ιδέες, στάσεις, συμπεριφορές, πάνω στις οποίες μπορεί να βασιστεί η ελληνική κοινωνία; Η προοπτική της προόδου που δημιουργούσε μια αίσθηση βεβαιότητας δεν υπάρχει πλέον. Το μέλλον είναι τυλιγμένο με φόβο και ανησυχία. Η αβεβαιότητα έχει εγκατασταθεί σταθερά στις κοινωνίες και στην ψυχή των ανθρώπων. Μπορεί επομένως η ιστορία, να προσφέρει μια χειρολαβή βεβαιότητας; Ας μην αναζητήσουμε μαθήματα ιστορίας, ηθικές επιταγές ή συναισθηματική τόνωση. Είναι η διανοητική παράδοση μιας κοινωνίας εκείνη που επεξεργάζεται κριτικά την ιστορική εμπειρία της. Η απάντηση στην αβεβαιότητα δεν είναι ο εφησυχασμός αλλά το φιλέρευνο πνεύμα, τα καινούργια ερωτήματα, η ανοιχτή επανανάγνωση της ιστορικής πορείας. Και η Αριστερά; Από τον Σκληρό και τον Κορδάτο έως τον Ασδραχά και τον Ηλιού, η πολιτική της ήταν συνυφασμένη με τις απόψεις της για την επανάσταση του 1821. Η σύγχρονη Αριστερά όμως; Μήπως απομακρυνόμαστε και αδιαφορούμε για εκείνη την παράδοση. Πώς θα εντάξουμε την επέτειο στο σκεπτικό μας; Αν αδιαφορεί κανείς για τη σύζευξη του μέλλοντος με το παρελθόν της Ελλάδας στενεύει τον ιστορικό ορίζοντα με αποτέλεσμα να στενεύει και ο πολιτικός.
* Ο Αντώνης Λιάκος είναι ιστορικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου