3.12.21

Νάσια Διονυσίου, Τι είναι ένας κάμπος, νουβέλα. εκδ. Πόλις


Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος

Διαβάζοντας το σύντομο αφήγημα της Νάσιας Διονυσίου, με τον αινιγματικό εκ πρώτης όψεως τίτλο «Τι είναι ένας κάμπος», η πρώτη ενδεχομένως αντίδραση του απροειδοποίητου αναγνώστη θα είναι η έκπληξη. Έκπληξη από τη συνειδητοποίηση ότι υπάρχουν ακόμα άγνωστες -και λογοτεχνικά ανεκμετάλλευτες- πτυχές της εβραϊκής και της κυπριακής ιστορίας, οι οποίες μάλιστα τέμνονται μεταξύ τους· έκπληξη επίσης και από την περίτεχνη αλλά απολύτως διαυγή διαπραγμάτευση του θέματος που επιχειρεί η Νάσια Διονυσίου.
Το βιβλίο αφηγείται την ιστορία των στρατοπέδων της Αμμοχώστου, όπου, μετά το τέλος του Β΄ παγκοσμίου Πολέμου και λίγο πριν από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, κρατήθηκαν -χωρίς πραγματικό λόγο- περίπου πενήντα χιλιάδες Εβραίοι πρόσφυγες, επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος. Η αφήγηση εκτείνεται από τις 26 Απριλίου έως τις 11 Μαΐου του 1947. Πρωταγωνιστής είναι ένας Κύπριος δημοσιογράφος στον οποίο δίνεται άδεια από τους Βρετανούς, να συνομιλήσει με τους κρατούμενους Εβραίους και να καταγράψει τα αιτήματά τους: «Εκείνο που θα ‘χαν διακρίνει οι κρατούμενοι ήταν πως εγώ δεν έγραφα μήτε για “φορτία μεταναστών” σαν κάποιους άλλους του σιναφιού, μήτε για εποίκους, τρομοκράτες ή πράκτορες, όπως διαλαλούσαν τα επίσημα ανακοινωθέντα των Εγγλέζων· εγώ έγραφα γι’ ανθρώπους».
Όλα αυτά δίνονται με τη μορφή εγγραφών στο ημερολόγιο του δημοσιογράφου, όπου καταγράφονται επίσης επιμελώς και τα όνειρά του, στα οποία πρωταγωνιστεί, χωρίς να κατονομάζεται, ο Εβραίος ποιητής Πάουλ Τσέλαν, μιλώντας και αυτός, με τον τρόπο του, για την εξόντωση των Εβραίων: Μαύρο γάλα της αυγής το πίνουμε το βράδυ / πίνουμε μεσημέρι και πρωί το πίνουμε τη νύχτα. Οι Εβραίοι με τους οποίους συνομιλεί δεν του εκθέτουν βέβαια μόνο την τωρινή τους κατάσταση, στους «κάμπους» (τα camps) του νησιού και τις ελπίδες τους για ένα μέλλον σε μια δική τους επιτέλους γη, αλλά μιλάνε και για το Ολοκαύτωμα και τα στρατόπεδα εξόντωσης: ακούμε τις ιστορίες του βίαιου ξεριζωμού από τα σπίτια τους, τις ιστορίες της μεταφοράς τους με τα τρένα στα στρατόπεδα, τις ιστορίες των φρικτών θανάτων που αντίκρισαν. Στην ημερολογιακής μορφής αφήγηση παρεμβάλλονται και τρεις σχετικά αυτόνομες ιστορίες, τοποθετημένες όμως στον ίδιο χώρο και χρόνο με την κεντρική ιστορία την οποία συμπληρώνουν οργανικά.
Κάτω απ’ όλα αυτά διαφαίνονται οι αντιδράσεις των Κυπρίων τόσο απέναντι στα κύματα των Εβραίων προσφύγων που φτάνουν στο νησί, όσο και απέναντι στον αποικιοκρατικό ζυγό των Άγγλων. Ο αναγνώστης βέβαια δεν μπορεί παρά να ακούει συγχρόνως και τις πανομοιότυπες φωνές από τους σημερινούς τόπους υποδοχής και κράτησης προσφύγων. Και πίσω απ’ όλα αυτά τη φωνή του Γιάννη Μπεχράκη να λέει: «Η αποστολή μου είναι να σας αφηγηθώ την ιστορία, ώστε εσείς να αποφασίσετε τι θέλετε να κάνετε. Η αποστολή μου είναι να εξασφαλίσω ότι κανείς δεν θα μπορεί να πει: “Δεν γνώριζα”». Αυτήν ακριβώς την αποστολή είναι που αναλαμβάνει και ο δημοσιογράφος που πρωταγωνιστεί στο αφήγημα της Νάσιας Διονυσίου. Γιατί ξέρει πως αντίδοτο του κακού δεν είναι η λήθη αλλά η μνήμη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: