Χρήστος Βασματζίδης
Επιμέλεια: Μισέλ Φάις
Μετά τον «Ταξιδιώτη», οι εκδόσεις «Κλειδάριθμος» παρουσιάζουν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό το πρώτο χρονολογικά μυθιστόρημα του Ulrich Alexander Boschwitz με τίτλο «Ανθρωποι στο περιθώριο» σε ανάγλυφη μετάφραση των Μαρίας Αγγελίδου και Αγγελου Αγγελίδη. Αγνωστος στο ευρύ κοινό, ο Γερμανοεβραίος συγγραφέας έζησε μια σύντομη ζωή προλαβαίνοντας να γράψει τα δύο παραπάνω μυθιστορήματα. Τέσσερα χρόνια μετά τα γεγονότα της Νύχτας των Κρυστάλλων, το έτος 1942, ο Μπόσβιτς βρίσκεται στον Ατλαντικό Ωκεανό, στο επιταγμένο βρετανικό πλοίο Abosso, επιστρέφοντας στην Ευρώπη από την Αυστραλία. Το πλοίο τορπιλίζεται από γερμανικό υποβρύχιο. Μόλις 27 χρόνων ο Μπόσβιτς χάνεται στα βάθη του Ατλαντικού.
Δεν ανήκει στην πρώτη γραμμή των γερμανόφωνων συγγραφέων του Μεσοπολέμου, στο βαρύ λογοτεχνικό πυροβολικό θα λέγαμε, όπως ο Χανς Φάλαντα, ο Γιόζεφ Ροτ, ο Αλφρεντ Ντέμπλιν, ο Εριχ Κέστνερ ή ο Φραντς Χέσελ. Εχει όμως αυτή τη διακριτή γραφή της νέα αντικειμενικότητας που επικράτησε κυρίως στα εικαστικά δρώμενα στο μεσοπολεμικό Βερολίνο. Η Γερμανία του Μεσοπολέμου μαστίζεται από την ανεργία, τον πληθωρισμό, την ανισότητα μεταξύ των κοινωνικών ομάδων.
Τα τραύματα του πολέμου καθορίζουν τις ζωές των Βερολινέζων. Ανάπηροι, ζητιάνοι, πόρνες και στρατιές ανέργων είναι οι ψηφίδες ενός πεπρωμένου που ερχόταν ταχύτατα. Ο ρεαλισμός της νέας αντικειμενικότητας είναι κατ’ αρχήν η απεικόνιση της κοινωνικής και ηθικής κατάρρευσης της γερμανικής κοινωνίας. Οι αρετές που είχαν επικρατήσει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, και κυρίως ο πατριωτισμός και η ανδρεία των πολεμιστών, έχουν γίνει ένα πικρόχολο σχόλιο στο στόμα του τυφλού ήρωα του Μπόσβιτς, του Ζόνενμπεργκ: «Το θέμα ήταν πως η ζωή τον είχε αδικήσει. Οχι, όχι, δεν τον είχε αδικήσει η ζωή, οι άνθρωποι τον είχαν αδικήσει. Είχε αναγκαστεί να θυσιάσει τα μάτια του. Ενώ οι άλλοι, τα παλιόσκυλα, οι δειλοί… αυτοί έβλεπαν όλοι μια χαρά!».
Το μυθιστόρημα του Μπόσβιτς κυκλοφόρησε το 1937 στα σουηδικά και διαδραματίζεται στις αρχές τη δεκαετίας του '30 στο Βερολίνο. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στα γερμανικά δημοσιεύθηκε μόλις το 2019, από τον επιμελητή και εκδότη του συγγραφέα, Πέτερ Γκραφ. Ο Φούντχολτς είναι ένας ζητιάνος που «διάβαζε στα πρόσωπα των ανθρώπων τι έπρεπε να τους πει και τι μπορούσε να περιμένει απ’ αυτούς» και που «κάποτε -κι ήταν πολύ μακρινό αυτό το Κάποτε, τόσο που ώρες ώρες πίστευε ότι στη φαντασία του μόνο είχε υπάρξει-, κάποτε είχε κι έδινε αυτός στους ζητιάνους».
Αυτό το «Κάποτε» του Φούντχολτς είναι η ματαίωση ενός ολόκληρου έθνους. Μαζί του στους δρόμους και στα καπηλειά του Βερολίνου περιφέρονται ο νοητικά αργός Βαρελής, ο φοβισμένος νέος Γκρίσμαν, που πάσχιζε να αποδείξει στον εαυτό του ότι δεν ήταν φοβιτσιάρης, και ο τυφλός βετεράνος πολέμου Ζόνενμπεργκ, που πουλούσε σπίρτα συσσωρεύοντας μέσα του όλη την οργή της άδικης εποχής του. Η γυναίκα του, Ελσι, πολλαπλώς κακοποιημένη, λαχταρούσε την ελευθερία της από τον βάναυσο τυφλό, γι’ αυτό και αποδέχθηκε το φλερτ του Γκρίσμαν, έστω και προσωρινά. Κοντά σ’ αυτά τα πρόσωπα συνδέονται με τον έναν ή άλλον τρόπο η σαλεμένη κυρία Φλίμπους, που κι αυτή ανήκε στο «Χθες», και η σικάτη μετρέσα Μίνχεν Λίντνερ. Ολοι συναντώνται σε μία από τις γνωστές ταβέρνες της εποχής με τις πολλές αίθουσες που καλύπτουν έκνομες ενέργειες. Ο «Χαρούμενος Κυνηγός» γίνεται το θεατρικό σκηνικό φονικών ενστίκτων όμοιων κατά τον Μπόσβιτς με αυτά των πολέμων.
Αυτό άλλωστε είναι το νόημα του μυθιστορήματος. Οτι ο πόλεμος δεν τελείωσε. Η καθημερινότητα αυτών των ανθρώπων είναι σχεδόν το ίδιο φρικτή με τη ζωή στα χαρακώματα. Ο κόσμος τού «Κάποτε» και τού «Χθες» (το αρχικό κεφαλαίο είναι του συγγραφέα, προκειμένου να συμβολίσει το παρελθόν) έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Αν και ο Μπόσβιτς χρησιμοποιεί τις τεχνικές της ρεαλιστικής αφήγησης, πολλές φορές διολισθαίνει σ’ έναν συναισθηματισμό ή σε μια απρόσμενη ηθικολογία. Αυτή όμως είναι η γοητεία του έργου. Ο Μπόσβιτς, αφηγηματικά, προστατεύει αυτούς τους συγκεκριμένους ήρωες του περιθωρίου. Αν και γράφηκε δεκαετίες πριν και αναφέρεται σε μια ξένη και διαφορετική εποχή, έχει τα στοιχεία εκείνα που συναντάμε στα κλασικά έργα.
Εύστοχα επισημαίνει ο Πέτερ Γκραφ στο επίμετρο: «Γιατί ο Μπόσβιτς ξέρει καλά πως οι ήρωές του δεν ζωντανεύουν χάρη σ’ έναν φαινομενικά αντικειμενικό ρεαλισμό, αλλά χάρη στην παράλληλη ανάδειξη της αφέλειας, του συναισθηματισμού, της ευγένειας και της σκληρότητας, του εγωισμού και της φροντίδας για τον πλησίον, της τραυματισμένης ψυχής και σακατεμένης ζωής του Φούντχολτς και των φίλων του. Οι παραλογισμοί, οι αυταπάτες και οι απωθήσεις είναι γι’ αυτούς τους ανθρώπους απαραίτητες προϋποθέσεις, όπλα αναγκαία, στρατηγικές επιβίωσης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου