9.6.21

Ρωμιοσύνη, νεοελληνικός πολιτισμός, Ελληνισμός: Οι πολυδαίδαλες διαδρομές των ιδεών


Ρίκα Μπενβενίστε 
Επιμέλεια: Μισέλ Φάις 
 Οι ιδέες που συνθέτουν το δίπολο Ελλάδα-Ευρώπη ή Ανατολή-Δύση στις αρχές του 20ού αιώνα είναι αυτές που απασχολούν την Εφη Γαζή στη νέα μελέτη της. Οι διανοητές που εξετάζει συμμετέχουν με το έργο τους στη μακρόχρονη διαδικασία κατανόησης ενός συλλογικού εαυτού, απαντούν στο ερώτημα «ποιοι είναι οι Ελληνες» και ασκούν κριτική στην «πολιτισμική αποικιοποίηση», δηλαδή στην επιβολή δυτικών προτύπων. Οι ιδέες τους διαμορφώνονται σε κείμενα που γεννιούνται σε συγκεκριμένες συνθήκες, ζωντανεύουν μέσα σε κύκλους λογίων που συζητούν και συγκρούονται, διαχέονται στην κοινωνία, συνομιλούν και επηρεάζονται από άλλες ιδέες που σμιλεύτηκαν σε διαφορετικά περιβάλλοντα και που οι ίδιοι τις υιοθετούν ή τις μεταπλάθουν. Πώς να παρακολουθήσει κανείς αυτές τις «πολυδαίδαλες διαδρομές», όπως σημειώνει η ίδια η Εφη Γαζή; Το βιβλίο οργανώνεται σε τρία μέρη γύρω από τρία πρόσωπα. Ο βίος του πρεσβύτερου ανάμεσά τους, του Αργύρη Εφταλιώτη, φέρνει στον νου τη ρήση του Μονταίνιου: «Σκεφτόμαστε πάντοτε αλλού». Ο ξενιτεμένος Μυτιληνιός ανήκει στην εμπορική διασπορά, κινείται από την Κωνσταντινούπολη και το Μάντσεστερ έως τη Βομβάη. Λογοτέχνης, δημοτικιστής, θα συνδεθεί στενά με τον Α. Πάλλη και τον Γ. Ψυχάρη και θα γράφει πάντα μακριά από την Ελλάδα, νοσταλγικά, αναζητώντας έναν αυθεντικό, αναζωογονητικό, όπως η δημοτική γλώσσα, λαϊκό πολιτισμό και ασκώντας κριτική στην υπονομευτική ελληνική «ξενομανία». Οι ιδέες του βρίσκονται σε διάλογο με το ευρωπαϊκό περιβάλλον και μέσω του Ψυχάρη με τον Ερνέστο Ρενάν. Ο «ιστοριοπλέχτης», κατά τον Παλαμά, Εφταλιώτης δημοσιεύει το 1901 την Ιστορία της Ρωμιοσύνης, μια εθνική ιστορία που εστιάζει στους πρώτους βυζαντινούς αιώνες. Η πένα του απαλλάσσει τους όρους Ρωμιός και Ρωμιοσύνη από υποτιμητικές συνδηλώσεις. Η Ρωμιοσύνη είναι το έθνος που έπρεπε να βρει τρόπους να ανασυγκροτηθεί χωρίς να επιδιώκει τη μίμηση ξένων προτύπων, στρεφόμενο στα «μεγάλα κληρονομήματα» των Βυζαντινών, της εποχής δηλαδή που ο χριστιανισμός αναζωογόνησε τον ελληνισμό. Η ιστορία του, μολονότι δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό, τάραξε τα πνευματικά νερά. Ο δεύτερος «ήρωας» του βιβλίου, ο Περικλής Γιαννόπουλος, έχει διαβεί τα όρια της χώρας του προτού επιστρέψει να ζήσει στην Αθήνα· υπό μία έννοια, με τις μεταφράσεις του συνεχίζει να διαπερνά τα σύνορα. Αρθρογραφεί με ψευδώνυμο «Νεοέλλην» αναζητώντας την αναγέννηση του ελληνικού πολιτισμού. Διαβάζει τον Εφταλιώτη και τις απόψεις του περί «αυθεντικής τέχνης», συμμερίζεται την κριτική του στα ξένα πρότυπα και προειδοποιεί για την οπισθοδρομική δύναμη της ξενομανίας. Η «Αγνωστη χώρα» του Γιαννόπουλου (από τίτλο άρθρου του το 1899) είναι η ελληνική γη, η φύση, το φως, τα χρώματα, οι σαφείς αρμονικές γραμμές, που οφείλουν να γνωρίσουν οι καλλιτέχνες και οι άνθρωποι του πνεύματος. Ο Γιαννόπουλος διατυπώνει μια αισθητική θεωρία που αντλεί από το εξωτερικό, συγκεκριμένα από τον Ζαν Μορεάς και τον Ιππόλυτο Ταιν. Με ορμητικό ύφος συλλαμβάνει ένα ευρύτερο εθνικό και πολιτικό πρόγραμμα: επικρίνει τους μορφωμένους που εγκατέλειψαν το πνεύμα, τη Μεγάλη Ιδέα, τους καταλογίζει ευθύνες για την παρακμή που μετέτρεψε τους Ελληνες σε «φραγκοπαλιορωμιούς», επιτίθεται στην Ευρώπη ότι βύθισε το Βυζάντιο σε «απύθμενο βάθος βορβόρου» και καλεί τους Ελληνες να ανασυγκροτήσουν την ιστορία τους με κλειδί ακριβώς το Βυζάντιο. Φίλος του Γιαννόπουλου, ο Δραγούμης στοχάστηκε και αυτός τα όρια του κράτους, ως διπλωμάτης και ως πολιτικός, συμμετέχοντας σε καίρια ζητήματα της εποχής του, όπως το Μακεδονικό. Από αντιβενιζελικές θέσεις έγραψε για έναν Ελληνισμό που υπερέβαινε τα όρια του εθνικού κράτους και αντλούσε τη συνοχή και την αντοχή του στον χρόνο από έναν «φυσικό οργανισμό»: τις κοινότητες. Οι πολιτισμικές μέριμνες του Δραγούμη ήταν αναπόδραστα και πολιτικές: ο Ελληνισμός του, έννοια γεωπολιτική, μετεξέλιξη της Μεγάλης Ιδέας, πρέπει να απαγκιστρωθεί από την κυριαρχία της Δύσης και να μετασχηματίσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Και ο Δραγούμης ανιχνεύει στα βυζαντινά χρόνια τις απαρχές του νεοελληνικού πολιτισμού και υπερασπίζεται μια λαϊκή δημοτική παράδοση που θεωρεί ότι επλήγη από την εισβολή του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Στην υπεράσπιση της παράδοσης συναντά και αυτός ιδέες που έρχονται από το εξωτερικό, συγκεκριμένα τον γνώριμό του Μορίς Μπαρές. Η Εφη Γαζή αξιοποιεί με συνέπεια την προοπτική της διανοητικής ιστορίας στην κλίμακα τριών λογίων που γεννήθηκαν στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, παρατηρεί συστηματικά τις καταβολές και τις επιρροές τους, τις ιδέες που εισηγούνται και τις αναπαραστάσεις που διακινούν, τις σχέσεις των έργων αναμεταξύ τους, αλλά και με τους ευρύτερους κοινωνικούς και πολιτισμικούς σχηματισμούς. Τόσο οι διαφορές ανάμεσα στους τρεις διανοητές, όσο και οι γραμμές που τους ενώνουν -σε κύκλους συζητήσεων, σε εφημερίδες και περιοδικά- οδηγούν την ερευνήτρια να ξεδιπλώσει δημιουργικά μια βεντάλια από θέματα που άπτονται της νεοελληνικής ιδεολογίας και της ιστοριογραφίας. Το βιβλίο δείχνει πώς ένα σύνθετο ιδεολογικό ρεύμα πολιτισμικής κριτικής, που υφαίνεται γύρω από τη γλώσσα, τη συλλογική ταυτότητα, το τοπίο και την ιστορία, δεν μπορεί παρά να έχει πολιτικές προεκτάσεις. Δείχνει επίσης πόσο περίπλοκες είναι οι διαδρομές και οι κληρονομιές αυτών των ιδεών που σπάνια περιορίζονται σε ένα πολιτικό πρόταγμα, πάντοτε το ίδιο. Δείχνει ακόμη ότι ο κόσμος των ιδεών, ακόμη και αυτών που εμφανίζονται ως καινοτόμες, δεν αποτελεί ποτέ μια «απομονωμένη χώρα», αλλά αντίθετα βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με ιδέες που γεννιούνται αλλού, σε άλλα γεωγραφικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα, την ίδια εποχή ή και παλαιότερα. Η σαφήνεια των επιχειρημάτων και η εκτεταμένη, πλούσια τεκμηρίωσή τους καθιστούν την Άγνωστη χώρα της Εφης Γαζή σημαντική συμβολή στην ιστορία της γνώσης και βιβλίο αναφοράς για τους ειδικούς. Πρόκειται όμως και για ένα ανάγνωσμα διαφωτιστικό για όλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: