14.6.21

Ρέυμοντ Κάρβερ Ποιήματα


Μετάφραση: Άκης Παπαντώνης

ΡΟΔΟΣ

Δεν ξεχωρίζω τα ονόματα των λουλουδιών
ή το ένα δέντρο από το άλλο
παρ’ όλα αυτά κάθομαι στην πλατεία
κάτω από ένα σύννεφο καπνού Παπαστράτος
και πίνω μπίρα Ελλάς.
Κάπου κοντά υπάρχει ένας Κολοσσός
που περιμένει έναν άλλο καλλιτέχνη
έναν άλλο σεισμό.
Μα εγώ δεν είμαι φιλόδοξος.
Θα ήθελα να μείνω εδώ, αλήθεια είναι,
αλλά θα ήθελα να κάνω παρέα
με τα ήμερα ελάφια που περιβάλλουν
το Κάστρο των Ιπποτών στον λόφο.
Είναι όμορφα ελάφια
και οι λιανές ράχες τους τρεμοπαίζουν
από την επίθεση λευκών πεταλούδων.

Ψηλά στις επάλξεις μια μακριά, άτεγκτη
φιγούρα ενός άντρα φυλάει σκοπιά προς την Τουρκία.
Μια ζεστή βροχή αρχίζει να πέφτει.
Ένα παγόνι τινάζει σταγόνες νερού
από την ουρά του και τρέχει να βρει καταφύγιο.
Στο μουσουλμανικό νεκροταφείο μια γάτα κοιμάται
σε μια κόχη ανάμεσα σε δυο ταφόπλακες.
Ώρα για μια ματιά
στο καζίνο, μόνο που
δεν είμαι κατάλληλα ντυμένος.

Πίσω στο δωμάτιο, έτοιμος για ύπνο,
ξαπλώνω και θυμάμαι πως
έχω ξαναβρεθεί στη Ρόδο.
Είναι όμως κάτι άλλο –
ακούω ξανά τη φωνή
του κρουπιέρη να φωνάζει
τριάντα δύο, τριάντα δύο
καθώς το κορμί μου πετά πάνω από το νερό,
καθώς η ψυχή μου, με γατίσια ισορροπία, αιωρείται –
κι ύστερα βυθίζεται στον ύπνο.

[Από τη συλλογή Φωτιές (1983).] 


ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ

Από τον αυτοκινητόδρομο αριστερά και
κατηφόρισε την πλαγιά. Στο
τέλος, κάνε ξανά αριστερά.
Συνέχισε να πηγαίνεις αριστερά. Ο δρόμος
θα κάνει μια διχάλα. Και πάλι αριστερά.
Συνέχισε. Αμέσως πριν
ο δρόμος τελειώσει, θα υπάρχει
ένας άλλος δρόμος. Ακολούθησέ τον
και κανέναν άλλο. Διαφορετικά
η ζωή σου θα καταστραφεί
για πάντα. Είναι μια καλύβα
με ξύλινη οροφή στ’ αριστερά.
Δεν είναι αυτό το σπίτι. Είναι
το επόμενο, αμέσως μετά
το ύψωμα. Το σπίτι
όπου τα δέντρα είναι φορτωμένα
φρούτα. Εκεί που φυτρώνουν φλοξάκια, φορσύθιες
και καλέντουλες. Είναι
το σπίτι όπου η γυναίκα
στέκεται στο άνοιγμα της πόρτας
φορώντας τον ήλιο στα μαλλιά της. Εκείνη
που περίμενε
όλον αυτό τον καιρό.
Η γυναίκα που σε αγαπάει.
Εκείνη που μπορεί να πει
«Γιατί άργησες;»

[Από τη συλλογή Ουλτραμαρίν (1986).]

ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ

Αραιά σύννεφα αιωρούνται πάνω απ’ την οροσειρά
πίσω από το σπίτι μου. Σε λίγο το φως
θα σβήσει και ο άνεμος θα δυναμώσει
για να σκορπίσει αυτά τα σύννεφα, ή κάποια άλλα,
στον ουρανό.
Πέφτω στα γόνατα
γυρίζω στο πλάι τον μεγάλο σολωμό
επάνω στο νοτισμένο γρασίδι κι αρχίζω να χρησιμοποιώ
το μαχαίρι με το οποίο γεννήθηκα. Σύντομα
θα είμαι στο τραπέζι του καθιστικού
προσπαθώντας να αναστήσω τους νεκρούς. Το φεγγάρι
και το σκοτεινό νερό συντροφιά μου.
Τα χέρια μου ασημένια από τα λέπια.
Δάχτυλα που ανακατεύονται με το σκούρο αίμα.
Τελικά, κόβω το τεράστιο κεφάλι.
Θάβω ό,τι πρέπει να θαφτεί
και κρατώ τα υπόλοιπα. Ρίχνω μια τελευταία ματιά
στο γαλάζιο φως εκεί ψηλά. Γυρίζω
προς το σπίτι μου. Δική μου η νύχτα.

[Από τη συλλογή Ένα καινούργιο μονοπάτι μέχρι τον καταρράκτη (1989).]

https://mag.frear.gr/poiimata/?fbclid=IwAR34tV4EN77asP7sU249wDntDPflb6bCOmC4qabLq5MYteuvwL0PUNscTdM

Δεν υπάρχουν σχόλια: