Γιάννης Καλογερόπουλος*
Επιμέλεια: Μισέλ Φάις
Με τα Πέτρινα πλοία, συλλογή δεκαπέντε διηγημάτων, η Μαρία Ξυλούρη κάνει την επανεμφάνισή της, έξι χρόνια μετά την κυκλοφορία του τελευταίου της μυθιστορήματος, Η νυχτερινή βάρδια του καλλιγράφου, εγκαταλείποντας προσωρινά τη μεγάλη φόρμα για χάρη της μικρής, προλειαίνοντας τρόπον τινά το έδαφος για το επόμενο συγγραφικό της βήμα. Από την άποψη αυτή τα Πέτρινα πλοία θα μπορούσαν να ιδωθούν ως ένα έργο μεταβατικό, καθώς στα διηγήματα της συλλογής αποτυπώνεται η έως τώρα συγγραφική πορεία της Ξυλούρη, η εξέλιξη, η ωρίμανση, αλλά και μέρος της ποιητικής της.
Εστιάζοντας κανείς στην εργογραφία της Ξυλούρη δεν θα δυσκολευτεί να διακρίνει ένα καθοριστικό σημείο τομής· ανάμεσα στο Πώς τελειώνει ο κόσμος και στη Νυχτερινή βάρδια του καλλιγράφου η συγγραφέας επιλέγει να απομακρυνθεί από το αναπόφευκτα γνώριμο αστικό περιβάλλον των πρώτων της δύο μυθιστορημάτων και να περιπλανηθεί σε τόπους οικεία φανταστικούς, όπως το Νιόφυτο, με ιδιότητες που προσιδιάζουν στον μαγικό ρεαλισμό. Η επιλογή του τόπου, εκτός από την ελευθερία αποφυγής των νόμων του αυστηρού ρεαλισμού, καθορίζει εν πολλοίς τις ίδιες τις ιστορίες, τη γλώσσα και την αφήγηση εν γένει, επιτρέποντας στην Ξυλούρη να χαράξει και να ακολουθήσει το ευδιάκριτα προσωπικό της λογοτεχνικό μονοπάτι. Ο προσεκτικός αναγνώστης δεν θα εκπλαγεί ωστόσο από την εξέλιξη αυτή, καθώς τα σημάδια, εν κρυπτώ και εν σπέρματι, προϋπήρχαν ως υπαινιγμοί και ως φιλοδοξίες. Τα διηγήματα της συλλογής αυτής γράφτηκαν σε μια περίοδο δέκα ετών. Τα περισσότερα, αν όχι όλα, θα μπορούσαν να αποτελούν εγκιβωτισμένες ιστορίες των μυθιστορημάτων της, του Καλλιγράφου κυρίως, με χαρακτηριστικότερο όλων παράδειγμα το διήγημα Φεύγει το νησί, αλλά και δοκιμές, πειραματισμούς και διαλείμματα της εκ φύσεως απαιτητικής και χρονοβόρας διαδικασίας της συγγραφής ενός επόμενου μυθιστορήματος. Ενα ερώτημα προκύπτει εδώ, ερώτημα που έχει να κάνει με την απόφαση της συγγραφέως να τα βγάλει απ’ το συρτάρι. Το διήγημα, ως είδος, διέπεται από μια σειρά προδιαγραφών, οι οποίες στα Πέτρινα πλοία πληρούνται και με το παραπάνω. Κάθε ένα από τα διηγήματα αυτά διαθέτει την απαραίτητη δυναμική για να σταθεί αυτόνομο. Αυτό όμως από μόνο του δεν θα ήταν αρκετό για να δικαιολογήσει την παρουσία του στη συλλογή. Κάθε συλλογή διηγημάτων διέπεται επίσης από μια σειρά προδιαγραφών, γεγονός που τη διαφοροποιεί από την ανθολόγηση και την ευκαιριακή συρραφή. Εδώ εντοπίζεται και η σημαντικότερη ίσως αρετή της παρούσας έκδοσης. Η επιλογή των διηγημάτων και ακολούθως η σειροθέτησή τους, που δεν είναι απόρροια του τυχαίου, εξυπηρετούν την αναγνωστική πρόσληψη, προσδίδοντας μια αίσθηση συνέχειας και διαδοχής από διήγημα σε διήγημα, δημιουργώντας παράλληλα με τη συνοχή του συνόλου και ευκρινή υποσύνολα, ενώ οποιαδήποτε υπόνοια ανισότητας απουσιάζει εντελώς. Η έμπνευση ή η μαρτυρία, ως πρώτος σπόρος κάθε διηγήματος, θα συναντούσε στέρφα γη αν δεν έπεφτε στα χέρια μιας συγγραφέως ικανής και διατεθειμένης να σκύψει με υπομονή και επιμονή, γνωρίζοντας πως η ιδέα/ιστορία ποτέ δεν είναι από μόνη της αρκετή για να παράξει λογοτεχνία, όσο ευφάνταστη, πρωτότυπη ή συγκινητική και αν είναι αυτή. Η Ξυλούρη διαθέτει την εξαιρετικά δυσεύρετη ικανότητα της διπλής προσαρμογής. Προσαρμόζει τις ιστορίες στην Ξυλούρη και την Ξυλούρη στις ιστορίες. Ετσι, στο τελικό αποτέλεσμα κανένα από τα δύο μέρη δεν υπερισχύει αλλά και δεν υστερεί του άλλου. Τη γλώσσα που μετέρχεται η Ξυλούρη την έχει οικειοποιηθεί πλήρως, γεγονός που προσδίδει την απαραίτητη φυσικότητα και εξαλείφει την επιτήδευση, λειτουργώντας ταυτόχρονα συνεκτικά εντός της συλλογής, γλώσσα που γεφυρώνει το παλιακό με το συγκαιρινό, επιτρέποντας στον αναγνώστη να αναγνωρίσει τις επιρροές της συγγραφέως, επιρροές χρονικές αλλά και χωρικές, και να διακρίνει μια καθαρή, προσωπική φωνή. Η γνώριμη αφηγηματική άνεση της Ξυλούρη είναι εμφανής και στη μικρή φόρμα, παρά τους δεδομένους ειδολογικούς περιορισμούς. Κάποτε, σε τόπους γύρω από τη Βαλτική, οι άνθρωποι κύκλωναν τους τάφους με πέτρες, σχηματίζοντας πέτρινα πλοία, με την ελπίδα πως εκείνα θα οδηγήσουν τους νεκρούς στον άλλο κόσμο. Ο θάνατος είναι μια εκδοχή απώλειας· ο χωρισμός, ο απογαλακτισμός, η μετανάστευση, κάποιες ακόμα. Οι δεκαπέντε αυτές ιστορίες της Ξυλούρη αποτελούν πέτρινα πλοία, μνημεία της απώλειας, που νιώθουν την ανάγκη να στήσουν όσοι απομένουν πίσω, για να θρηνήσουν, για να θυμούνται, για να καταφέρουν να προχωρήσουν. Με τα Πέτρινα πλοία η Ξυλούρη πραγματοποιεί μια δυναμική επανεμφάνιση, επιβεβαιώνοντας και ανανεώνοντας τις προσδοκίες που εξ αρχής είχε δημιουργήσει.efsyn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου