11.11.20

Πέλα Σουλτάτου: Παίρνοντας ανάποδες λογοτεχνικές στροφές...


Συνέντευξη στον Βαγγέλη Χαλικιά 
 Η ανάγνωση του τελευταίου βιβλίου της Πέλας Σουλτάτου «Ανάποδες Στροφές» (εκδ. Καστανιώτη) με άγγιξε, με συγκίνησε και μου δημιούργησε την επιθυμία να της ζητήσω να μου ξεδιαλύνει όλες τις παραγράφους που είχα σημειώσει σε ένα πλέον κακομεταχειρισμένο βιβλίο στη βιβλιοθήκη μου. Η Πέλα δέχθηκε ευχαρίστως και με αφορμή τις «Ανάποδες Στροφές» μας μίλησε για πάρα πολλά πράγματα που αφορούν όλους. Επίσης μας μίλησε και για την ίδια, αναφερθήκαμε στα δύο προηγούμενα βιβλία της, και στο παιδικό που κυκλοφόρησε σχεδόν μαζί με τις «Ανάποδες Στροφές» και για αυτά που πρόκειται να ακολουθήσουν γραμμένα από έναν ευγενικό και πολύ αληθινό άνθρωπο. Μια κουβέντα γεμάτη spoiler τα οποία όμως δεν πρέπει να αποτρέψουν τον μελλοντικό αναγνώστη των βιβλίων της αλλά ίσα ίσα να του εξάψουν ακόμα περισσότερο την επιθυμία να το διαβάσει.
 Βαγγέλης: Πες μας δυο λόγια για σένα... 
 Πέλα: Εργάζομαι στη δημόσια διοίκηση, διδάσκω στην ανώτατη εκπαίδευση, σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, είμαι μητέρα δύο παιδιών, ενός κοριτσιού και ενός αγοριού και στο περιθώριο του χρόνου μου ασχολούμαι με τη συγγραφή. Βαγγέλης: Βαγγέλης: Έγραψες δύο βιβλία με μικρές ιστορίες, «Τα φώτα στο βάθος» και το «Ανκόρ» και φτάσαμε στο τρίτο σου βιβλίο, τις «ανάποδες στροφές» το οποίο είναι μία νουβέλα, ενώ παράλληλα έγραψες και ένα παιδικό βιβλίο. Πως ξεκίνησες να γράφεις; Πέλα: Πριν από τα διηγήματα έγραφα για περίπου είκοσι χρόνια, από εννιά χρονών μέχρι είκοσι εννιά, ποιήματα. Κάποια στιγμή ήρθε η ώρα της αυτεπίγνωσης, κατάλαβα ότι δεν είμαι καλή ποιήτρια και σταμάτησα να γράφω. Ήταν ένα καλοκαίρι στο οποίο αισθανόμουν πως είχα χάσει δικό μου άνθρωπο, ήταν καλοκαίρι πένθους όταν αποφάσισα να σταματήσω να γράφω γιατί μου είχε γίνει έξη, ήταν η συνήθεια μου. Στο τέλος του καλοκαιριού μεταπήδησα στα blogs γιατί είχα πάλι την ανάγκη της αυτοέκφρασης αλλά δεν ήξερα τι θα γράφω. Τότε έφτιαξα το blog «του κανενός το ρόδο» γιατί ήμουν επηρεασμένη από την ποίηση του Παούλ Τσελάν και την ομώνυμη ποιητική του συλλογή «του κανενός το ρόδο» και ξεκίνησα να γράφω κάποια μικροδιηγήματα, ενδεχομένως μπορεί να τα πει κάποιος και πεζοποιήματα. Στη συνέχεια είδα ότι μπορώ να γράφω διηγήματα και να γράφω και αυτό το υβριδικό είδος που ξεπήδησε μέσα από τα blogs, που αφορμάται από την επικαιρότητα, περνάει στο προσωπικό βίωμα και μετά μπορεί να κάνει και μυθοπλασία. Αυτό το νέο είδος της γραφής των blogs. Αυτό ξεκίνησε το 2007 μέχρι το 2013 που εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο (σ.σ. «Τα φώτα στο βάθος» εκδ. Απόπειρα) δεν είχα καμία πρόθεση να εκδώσω οποιοδήποτε βιβλίο. Κάποιοι φίλοι είχαν διαβάσει τα διηγήματα, με παρότρυναν να τα στείλω σε εκδοτικούς και να δω τι θα αποφανθούν. Βρέθηκε τότε η «Απόπειρα» που δέχθηκε να τα εκδώσει. Αυτό το βιβλίο είχε κατευθείαν απήχηση. Βαγγέλης: Έφθασε μέχρι να γίνει θεατρικό έργο. Πέλα: Καταρχάς μπήκε αμέσως στα ευπώλητα εκείνης της σαιζόν, ήταν δεύτερο ή τρίτο, έκανε τέσσερις απανωτές εκδόσεις. Εκείνη την περίοδο με προσέγγισε μια θεατρική ομάδα, μια θεατρική εταιρεία η οποία ενδιαφέρθηκε να το ανεβάσουν στο θέατρο. Είδα ότι οι όροι δραματοποίησης του έργου ήταν καλοί. Δηλαδή ήταν σε ένα καλό θέατρο, το «Από Μηχανής», ήταν μια καλή σκηνοθέτιδα, η Εσθέρ Γκονζάλες, μία Γαλλομεξικάνα. Είδα ότι οι συντελεστές ήταν αξιοπρεπείς, τους το έδωσα και τους είπα θα τα πούμε στην πρεμιέρα. Δηλαδή δεν εμφανίστηκα σε καμία πρόβα, δεν με γνώρισαν, τους άφησα ελεύθερους να κάνουν ό,τι νομίζουν και τους γνώρισα στην πρεμιέρα στο θέατρο. Βαγγέλης: Έμεινες ικανοποιημένη; Πέλα: Πάρα πολύ. Ήταν μαγικό και ανέλπιστο. Το κείμενο κείται, όταν το βλέπεις να σηκώνεται όρθιο και να ενσαρκώνεται , κάτι το οποίο δεν έχεις φανταστεί ποτέ. Οπότε ήταν πολύ όμορφη εμπειρία. Μετά ασχολήθηκα και με τη θεατρική γραφή. Το 2016 παρακολούθησα δύο κύκλους σεμιναρίων θεατρικής γραφής. Ήταν η πρώτη φορά που έκανα δημιουργική γραφή γιατί θεωρώ ότι το θεατρικό γράψιμο έχει πολύ συγκεκριμένες συμβάσεις τις οποίες πρέπει να γνωρίζεις για να μπορέσεις να το γράψεις, είναι στα όρια της μαθηματικής γραφής. Σκέψου ότι είναι γραπτός λόγος ο οποίος όμως θα γίνει αναγκαστικά προφορικός. Αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο, έχει μια πρόκληση, οπότε θεώρησα ότι πρέπει να κάνω μία μαθητεία. Στο Μιχάλης Κακογιάννης παρακολούθησα το «Εργαστήρι Νέων Θεατρικών Συγγραφέων» και με τον Ανδρέα Φλουράκη έκανα ένα τρίμηνο σεμινάριο στο θέατρο «Επί Κολωνώ». Έγραψα θεατρικά έργα. Ξέρεις τα θεατρικά δεν μπορείς να τα διακινήσεις εκτός χώρου, δεν είναι το ίδιο με τη λογοτεχνία, οπότε έχουν μείνει στο συρτάρι. Βαγγέλης: Φαντάζομαι πως σκέφτεσαι στο μέλλον να κάνεις κάτι με αυτά. Πέλα: Κοίταξε, ένα θεατρικό αντιπολεμικό έργο που είχα στείλει σε ένα διαγωνισμό που είχε κάνει το θέατρο «από κοινού», η Ελένη Γερασιμίδου, με πολύ καλή κριτική επιτροπή είχε διακριθεί στα πέντε έργα τα οποία τελικά έγιναν και μία έκδοση, ένας τόμος από τις εκδόσεις Όστρια, ανέβηκε δύο βράδια ως αναλόγιο και άλλο ένα έργο μου ανέβηκε στο «Δημοτικό Θέατρο Πειραιά», πάλι ως αναλόγιο. Η Λουκία Μιχαλοπούλου η οποία το ανέβασε, μια πολύ καλή σκηνοθέτιδα, το παρουσίασε σαν θεατρική παράσταση. Δηλαδή εγώ πήγα περιμένοντας να δω ηθοποιούς να διαβάζουν το κείμενο, κάτι το οποίο είναι το αναλόγιο και βλέπω κοστούμια, ολόκληρη ομάδα και ένα ολοκληρωμένο έργο κάτι το οποίο ήταν πραγματικά μαγικό. Αυτά τα έργα μου έχω δει να ανεβαίνουν μέχρι τώρα και βλέπουμε παρακάτω… Βαγγέλης: Αυτή η εναλλαγή από τα διηγήματα στη νουβέλα και το παιδικό βιβλίο που οφείλεται; Πέλα: Κοίταξε, όπως σου είπα πριν τα μικρά διηγήματα έγραφα ποίηση, μετά μπήκα στα διηγήματα, μπήκα στο θέατρο, έχω μία τάση να πειραματίζομαι σε διάφορα είδη γραφής. Από τα διηγήματα πήγα μετά στο «Ανκόρ» το οποίο είναι μυθιστόρημα αλλά η πρώτη του ύλη είναι το διήγημα, είναι σαν αυτοτελείς ιστορίες οι οποίες συνδέονται με κάποιο τρόπο, σε ένα χώρο, έχει μια θεατρικότητα γιατί συμβαίνει σε μία κλινική ενός δημόσιου νοσοκομείου και πάντρεψα λίγο διαφορετικά είδη. Μετά πήγα στη νουβέλα που είναι οι «Ανάποδες Στροφές» και το 2021 θα εκδοθεί μία συλλογή διηγημάτων μου, δηλαδή ξαναγυρνάω για λίγο στο διήγημα με τίτλο «Η θάλασσα δεν είναι μπλε» από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Βαγγέλης: Καλή επιτυχία και σε αυτό και ας πάμε τώρα στο σκοπό της αποψινής μας κουβέντας που είναι οι «Ανάποδες στροφές». «…να θαρρείς πως είσαι η ανωμαλία σε έναν κόσμο πολύ ομαλό» Ίσως υπάρχουν πολλοί που θεωρούν τον εαυτό τους μια τέτοια ανωμαλία, φαντάζομαι και συ όπως και εγώ θα γνωρίζεις κάποιους. Πως μπορεί να επιβιώσει κάποια τέτοια ανωμαλία στην κοινωνία έτσι όπως είναι στημένη; Πέλα: Η κοινωνία στην οποία ζούμε, δηλαδή οι κοινωνίες του ώριμου καπιταλισμού πια, έχουν μία τάση να θέλουν να επιβάλλουν νόρμες, να θέλουν να επιβάλλουν μίας μορφής κανονικότητα, οτιδήποτε παρεκκλίνει από αυτή είναι ανωμαλία. Είναι αποκλίνουσα συμπεριφορά, είναι παραβατικότητα. Και ποιο είναι τελικά το ομαλό; Δηλαδή άμα κάτσεις να το δεις, δεν υπάρχει κάτι το οποίο να συνιστά πραγματικά την ομαλότητα. Αν το δεις δε σε υπερβολικό μέγεθος, ανάγεται στο ναζισμό. Ο ναζισμός έλεγε, ποιος είναι ο άριος; Ο νέος, ευειδής, ρωμαλέος. Αντίστοιχα τώρα στην εποχή μας υπάρχει ο άντρας. Ποιος είναι ο ευνοούμενος στην κοινωνία μας; Ο άντρας, ο λευκός, ο όμορφος, ο ευκατάστατος, ο δυνατός, ο φιλόδοξος. Ό,τι αποκλίνει από αυτό, είτε είσαι γυναίκα, είτε είσαι μαύρος, είτε είσαι Ρομά, είτε είσαι ομοφυλόφιλος, είτε είσαι φτωχός όπως είναι τα luben στοιχεία που έχω στο βιβλίο, παρεκκλίνουν από αυτό και νιώθεις ότι είσαι το ανώμαλο. Γιατί αυτό που προβάλλεται από τα media και τις εξουσίες είναι ένας ανθρωπότυπος ο οποίος είναι πολύ περιορισμένος. Όλοι είμαστε εκτός από αυτό. Βαγγέλης: «Η βαρύτητα δεν αφήνει άνθρωπο να προκόψει, τον κρατά καθηλωμένο στη Γη ώσπου να ανοίξει έναν λάκκο να τον ρουφήξει μέσα, και πάπαλα». Πόσο εύκολο είναι να υπερβεί κάποιος αυτή την βαρύτητα; Με έχει στοιχειώσει μια κουβέντα του Στυλιανού Τζιρίτα για τον Leonard Cohen. Πως έζησε και πέθανε ως άνθρωπος κάτι ιδιαίτερα δύσκολο. Πέλα: Τώρα θυμήθηκα μια φωτογραφία του Leonard Cohen που είναι μπροστά σε μία φωτογραφία του πατέρα του η οποία είναι και λίγο ζωγραφιστή και ο Leonard Cohen σκύβει το κεφάλι μπροστά σε ένα ταπεινό εμποράκο στον Καναδά που ήταν ο πατέρας του. Αυτό ήταν πολύ ωραίο και δείχνει και την ανθρωπινότητα του. Όσον αφορά την βαρύτητα που τραβά τον άνθρωπο, φυσικά μπορεί να συμβεί αυτό το πράγμα. Υπάρχει τρόπος να δημιουργηθεί στον άνθρωπο μια ψυχική ανάταση που δεν είναι η επίπλαστη ευτυχία, είναι να νιώθεις καλά με τον εαυτό σου, να κάνεις πράγματα τα οποία έχουν νόημα. Επίσης η πνευματικότητα σε τραβάει πάνω από τη Γη. Όμως το σύστημα το οποίο ζούμε, το οποίο αναφέραμε και προηγουμένως σε κρατάει εντελώς καθηλωμένο, δηλαδή η ύλη. Ποιο είναι το συστατικό του πολιτισμού μας; Τι κυνηγάμε όλοι; Την ύλη, το χρήμα, αυτό το φθαρτό πράγμα, την ομορφιά, τη ρώμη και όλα αυτά. Αυτά τα πράγματα δεν μπορούν να σε ανυψώσουν. Είναι όλο λάθος. Βαγγέλης: «Αν δεν το έζησες δεν ξέρεις τι πάει να πει να είσαι «στην απέξω». Μου έλεγες πριν ότι θυμήθηκες και πρόσφατα αυτά τα λόγια. Θέλει μαγκιά και στομάχι αυτό; Πέλα: Εγώ επειδή προέρχομαι από την εργατική τάξη και στην εποχή της ευμάρειας και της ευδαιμονίας που είναι τα 90’s στην Ελλάδα, βίωσα το άλλο πρόσωπο του φιλελευθερισμού επί του αείμνηστου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ο οποίος έβαλε λουκέτο σε κάποιες προβληματικές επιχειρήσεις μεταξύ των οποίων και στο εργοστάσιο όπου δούλευε εργάτης ο πατέρας μου και έκλεισε. Βίωσα τη συνθήκη της ανεργίας σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών κάτι το οποίο μου έφτιαξε ολόκληρη την κοσμοθεωρία μου. Τότε απέκτησα ταξική συνείδηση, τότε κατάλαβα που ανήκω. Ανακατεύτηκα τότε και στις μαθητικές κινητοποιήσεις. Τότε άλλαξε ο κόσμος μου. Το να βιώσεις την ανεργία είναι ένα πλήγμα που μπορεί να το καταλάβει μόνο όποιος την έχει βιώσει. Τη φτώχεια και την ανεργία μόνο όσοι την έχουν βιώσει μπορούν να την καταλάβουν. ‘Όλοι αυτοί οι πολιτικοί που καμώνονται ότι ενδιαφέρονται για μας ακόμη και για τις λαϊκές τάξεις πιστεύω δεν έχουν ιδέα για τι πράγμα μιλάνε. Δε λέω ότι δεν έχουν αγαθές προθέσεις κάποιοι από αυτούς αλλά η ανεργία για μένα είναι χειρότερη από την αρρώστια γιατί στην αρρώστια υπάρχει ένα σύστημα το οποίο θα σε υποδεχθεί και υπάρχει και η συμπόνια του κόσμου. Στην ανεργία τι γίνεται; Υπάρχει ο κοινωνικός αποκλεισμός, δηλαδή δε σε συντρέχει ο άλλος, σε απομονώνει και δεν υπάρχει σύστημα να σε στηρίξει. Κινδυνεύεις να βρεθείς στο δρόμο. Για αυτό και η πρώτη κατοικία δεν είναι καθόλου πολυτέλεια, είναι βιοτική ανάγκη. Πρέπει ο άνθρωπος να έχει ένα σπίτι στο οποίο να ξέρει ότι κανείς δεν μπορεί να τον πετάξει έξω. Είναι πολύ βασικό πράγμα. Βαγγέλης: «Τα τζιτζίκια ζουν σαν σκουλήκια στο χώμα κοντά δέκα χρόνια, προτού βγάλουν φτερά να ανέβουν στα δέντρα και να υμνήσουν τη ζωή για ένα μόνο καλοκαίρι». Αυτή σου η ατάκα με έκανε να σκεφτώ πάλι τη ζωή της πεταλούδας που ζει μία μέρα ή μία εβδομάδα ανάλογα το είδος της, ένα καλοκαίρι το τζιτζίκι. Ο άνθρωπος τη σπαταλά μιας και έχει χρόνια για να ζήσει, ίσως μια μέρα ή ένα όμορφο καλοκαίρι και στην υπόλοιπη ζωή του περιμένει κάτι να γίνει, να αλλάξει νομίζοντας ότι θα ζήσει για πάντα; Πέλα: Ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να αναρωτηθεί ποιο σκοπό επιτελεί στη ζωή αυτή, ποιο είναι το νόημα του. Σε σχέση με τα άλλα όντα έχουμε μακρό βίο πάνω στη Γη. Δε ζεις το τώρα, ζεις το χθες που σε στοιχειώνει και σκέφτεσαι και το αύριο που θα έρθει και σε ενδιαφέρει. Το τώρα πως το ζεις; Δηλαδή η ανύψωση του ανθρώπου σε κάτι άλλο, αυτό που λέγαμε και προηγουμένως, η ψυχική ανάταση, μπορεί να συμβεί σε μεμονωμένες στιγμές και από κει και πέρα είναι το τι νόημα δίνει ο καθένας. Νομίζω ότι όλοι μας έχουμε λίγο πολύ μέσα μας ένα φάρο τον οποίο ακολουθείς. Δηλαδή ξέρεις που θες να πας. Το θέμα είναι ποιος είναι αυτός και αν αξίζει τον κόπο. Αν ο φάρος είναι να βγάλεις πολλά λεφτά μήπως πρέπει να αναρωτηθείς για το σκοπό αυτό; Μεταλλασσόμαστε σε κάτι άλλο οι άνθρωποι από αυτό το οποίο ξεκινάμε. Όλοι ξεκινάμε από βρέφη και νήπια και τα λοιπά. Εκεί υπάρχει μια ομοιογένεια. Μετά ο καθένας χαράζει το δρόμο του. Γίνεσαι κάτι άλλο από αυτό που είσαι. Από αυτό που ξεκινάς. Το θέμα είναι αν μέσα σου γίνεσαι κάτι πιο όμορφο ή κάτι πιο άσχημο. Βαγγέλης: Νομίζω ότι πλέον υπάρχουν στιγμές που δεν προλαβαίνεις να σκεφθείς τι θες να γίνεις. Όταν δουλεύεις ώρες ατελείωτες για να επιβιώσεις. Πέλα: Είναι καταιγιστικοί οι ρυθμοί. Βαγγέλης: Νομίζω ότι κάπου χάνεται το νόημα και απλά ζεις. Πέλα: Αυτό που λες ισχύει απόλυτα. Θα πρέπει να αφήνουμε στον τρόπο ζωής που ζούμε μία ανάπαυλα. Ενδεχομένως ακόμα και να βγεις στο μπαλκόνι σου να κοιτάς τον ουρανό και να μην κάνεις τίποτα εκείνη τη στιγμή. Να είσαι απερίσπαστος στον εαυτό σου. Είμαστε πολυδιασπασμένοι σε πολλές πραγματικότητες. Την εικονική μέσα από τα social media είμαστε λίγο πολύ όλοι, τις οικογενειακές υποχρεώσεις, τις εργασιακές, τους κοινωνικούς ρόλους που επιτελούμε και μετά; Που είσαι εσύ σε όλα αυτά; Πότε κατεβάζουμε λίγο τα ρολά για να κάτσουμε να μείνουμε μόνοι με τον εαυτό μας για να δούμε καταρχάς αν τον αντέχουμε. Είδαμε μέσα στην καραντίνα ότι είναι πολύ δύσκολο να συνυπάρχεις με τον άλλον και δύσκολο να συνυπάρχεις με τον εαυτό σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: