ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΚΟΖΗΣ
Κάποτε καθόμουν να γράψω για το βιβλίο αμέσως αφού το είχα τελειώσει. ΄Ηθελα το συναίσθημα ζεστό, την αίσθηση ζωντανή, σα ζεστό ψωμάκι που μόλις φούρνισα και το σερβίρω στους υποψήφιους αναγνώστες, μετά από μένα. Εδώ και λίγο καιρό, δεν το κάνω. Περιμένω να κατακάτσει η αίσθηση που μου αφήνει το βιβλίο μέσα μου, συμβουλεύομαι ελάχιστα τα σημειωμένα εδάφια και το αποτέλεσμα είναι πιο νηφάλιο, πιο συγκροτημένο και πιο συνεπές με ό,τι πραγματικά μου έμεινε.
Το συγκεκριμένο με συγκίνησε απ΄τις πρώτες αράδες. Με δάκρυα το αποχαιρέτισα επίσης. ΄Ισως γιατί ταυτίστηκα πολύ με την περιγραφόμενη εποχή που την έχω ζήσει. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα απ΄την αρχή. Το βιβλίο θα μπορούσε να εντάσσεται ολόκληρο στο επιστολικό μυθιστόρημα, αν πρέπει σώνει και καλά να το εντάξουμε κάπου. Είναι ένα γράμμα απ΄την αρχή ως το τέλος, ένα και μοναδικό. Ο ήρωας, ο ΄Αρης, γράφει στον εφηβικό, ανεκπλήρωτο και παντοτινό του έρωτα, τη Μαρία.
Μέσα απ΄αυτό το γράμμα, ο συγγραφέας με το στόμα του ήρωα περιγράφει μια ολόκληρη εποχή, μια ολόκληρη πολιτική ζύμωση και το μεγάλωμα του ήρωα μέσα σ΄αυτήν. ΄Ολες οι αξίες και οι αρχές που τον σημαδεύουν, τον ΄Αρη, περνάνε μέσα απ΄την καταπληκτική ηθογραφία που στήνει ο Γιώργος Γκόζης, προκειμένου να αναπαράγει την ατμόσφαιρα της εποχής, τον τρόπο ζωής, τα ήθη και την ιδιοσυστασία του κοινωνικού ιστού, τη στόφα της φιλίας, την έννοια της ψυχαγωγίας, της παρέας όπως είχε διαμορφωθεί, ξεκινώντας απ΄τη δεκαετία του 80, συνεχίζοντας στο 90 για λίγο, για να φτάσει στο σήμερα. Κι αυτό το κάνει υφαίνοντας τον ιστό της προσωπικής ιστορίας του πατέρα Του, (η επιλογή του κεφαλαίου εδώ δεν είναι τυχαία, τη δανείζομαι απ΄το βιβλίο, θα καταλάβετε όταν το διαβάσετε).
Για να υφάνει τον ιστό και να μπάσει τον αναγνώστη στην ατμόσφαιρα της εποχής, επικουρικές είναι οι παραπομπές που εξηγούν ό,τι είναι απαραίτητο. Γιατί για μένα που την έζησα, δεν μου χρειάστηκε, έτσι όμως μπορεί να καταλάβει το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο ακόμη κι ένας εικόσαρης αναγνώστης. Κι ίσως μετά να ρωτήσει τους γονείς του για πράγματα, θέματα, ιδέες, πολιτικές που βρήκαν την έξαρσή τους και την έκφρασή τους ως πρωτόλειες και πρωτόγνωρες σ΄αυτές τις δεκαετίες. Να γεννηθούν συζητήσεις, να ανακληθούν αναμνήσεις.
Πώς είναι λοιπόν να ζει και να μεγαλώνει ένα αγόρι, ένας έφηβος σ΄ένα πολιτικό σπίτι, σ΄ένα απόλυτα πολιτικοποιημένο οικογενειακό περιβάλλον; Τι αποασκευές της πολιτικής και των ηθών κουβαλάει; Τι τον στοιχειώνει; Ποια προσωπική τραγωδία, ποια επιλογή αρετής του πατέρα του επηρρεάζει και καθορίζει το μέλλον και τη δική του ζωή; Ποια στερεότυπα παρόλα αυτά παραμένουν ισχυρά και κάνουν έναν έφηβο να κουμπωθεί, να μην εκφράζει τα συναισθήματά του, να μεγαλώνει και να φτάνει σαράντα χρονών με αυτή την παραδοχή, της προσωπικής στέρησης σε πολλά επίπεδα ως δεδομένο; Τι κλειδιά προσωπικά χρησιμοποιεί για να επιβιώσει; Ερωτηματικά και στόχοι που νομίζω ότι θα βρουν απήχηση στον καθένα μας, και θα κινητοποιήσουν ίσως θαμμένα βαθιά ανεκπλήρωτα που αγνοούσαμε ότι υπήρξαν. ΄Ισως μας δείξει εικόνες της δικής μας καθημερινότητας που τώρα πια, στη σημερινή εποχή του κρυμμένου, η συγκυρία μάς φέρνει στο φως.
Ο συγγραφέας για να πετύχει να περιγράψει όλα αυτά, και κυρίως τη σχέση του ήρωα με τον Πατέρα, με τις προσλαμβάνουσες από κείνον, την ηθική κληρονομιά θα λέγαμε, που ανεπαισθήτως χρεώνεται για να τη συνεχίσει, μαζί πληρώνοντας ένα μοιραίο "λάθος", χρησιμοποιεί μια γλώσσα δωρική. Ταυτίζεται έτσι πλήρως η γραφή με την κατάσταση. Η αποστράγγιση απ΄το συναίσθημα, που όμως είναι σφιχτοδεμένη στη μορφή και καταφέρνει υποδόρια να αφήσει το συναίσθημα να εκδηλωθεί στον αναγνώστη. Χωρίς όμως να το εκβιάσει. Η [σχεδόν] λατρεία του εφήβου για τον πατέρα του, η προσωπικότητα του πατέρα, η κατάσταση στην οποία μοιραία αφήνεται και μπλέκεται κι ο έφηβος αθέλητα, στοιχειοθετείται με λέξεις-κλειδιά, λέξεις λόγιες ή αφηρημένες έννοιες με άλλη σημασία, που χρησιμοποιούνται διαφορετικά, εδώ αποκτούν συγκεκριμένη χρήση. Σώμα. Συνεχώς ο συγγραφέας τις παίρνει στα χέρια του, παίζει μ΄αυτές, δημιουργεί λεκτικά σχήματα, όχι εντυπωσιασμού, αλλά βαθιάς ενσυναίσθησης. Τις αντιμετωπίζει θάλεγα σχεδόν με δέος, νιώθει ο αναγνώστης ότι είναι προσεκτικά και με σεβασμό αλιευμένες και τοποθετημένες στο κείμενο.
Ο ΄Αρης, απευθύνει στη Μαρία, και κατ΄επέκταση ο Γιώργος Γκόζης στον αναγνώστη, όλον αυτόν τον λεκτικό πλούτο, τις ονομασίες των μηνών που περνάει μακριά της, τα περιστατικά που συμβαίνουν στον πατέρα του και στον ίδιο, στην αναζήτηση της ταυτότητάς του, στην εκπλήρωση του άτυπα κληρονομημένου χρέους, - του ηθικού κυρίως, όχι του οικονομικού μονάχα -, κι έτσι καταφέρνει αριστοτεχνικά να καταδείξει την εντός του μάχη. Ο ΄Αρης φοράει κληρονομημένη απ΄τον πατέρα ρεντιγκότα, και προσπαθεί να συνταιριάξει τις πέτρες που κουβαλάει στην αριστερή εξωτερική τσέπη με τις καραμέλες που διακαώς επιθυμεί να μοιραστεί με τη Μαρία απ΄την εσωτερική.
Η διαδρομή του ήρωα συνεχίζεται έτσι ενδιαφέρουσα και αενάως σ΄αυτή την διαπάλη και εκεί, γύρω στα σαράντα του, μας βρίσκει τελικά η ανατροπή. Το πάντρεμα. Η κάθαρση και η υπέρβαση. Πριν γίνει αυτό, ένας ολόκληρος πληθυσμός της Αριστεράς, σκιαγραφείται και περπατεί μαζί με το συγγραφέα, ένας κόσμος που ζυμώθηκε στα αριστερά ιδεώδη και μεταπήδησε σ΄αυτό που η εποχή βάφτισε σοσιαλισμό, άνθρωποι που μπορούσαν να πουν από καρδιάς όπως ο πατέρας του ΄Αρη, του βαφτισμένου μ΄ένα όνομα βαρύ σαν Ιστορία, τη συνταρακτικά αληθινή φράση, που ήταν πιστεύω στα στόματα πολλών:
"Το Κόμμα κόμμα, και ο Θεός Θεός!"
Η πλοκή γίνεται συχνά κινηματογραφική, θα την έβλεπα ως ταινία με χρώματα Kodak τεχνικολόρ ξεθωριασμένα. Η σκηνή στο νεκροτομείο, είναι υψηλός κινηματογράφος, που ακροβατεί ανάμεσα στο dark movie και τη μαύρη κωμωδία. Γενικά το υποδόριο χιούμορ βγαίνει συχνά στην επιφάνεια με ίχνης κι αδιόρατες κλωστές στη διήγηση.
Το αξιόλογο βιβλίο δικαιώνει τον τίτλο του όπως θα διαπιστώσετε στο τέλος. Και εμένα που το θεώρησα αξιόπιστο Επιβάτη, συνεπιβάτη έστω για λίγο, και το διέκρινα αυτό πριν με βρει στη διήγηση, σε μια διαδρομή που με συνάρπασε, μου έμαθε πράγματα και άξιζε τον αποχωρισμό.
Στην τελική, κι ο ΄Αρης άξιζε. Να βγάλει από πάνω του το παλτό του πατέρα και να βρει δικό του να φορά.
Θραύση Κρυστάλλων
Γιώργος Γκόζης
Εκδόσεις Ποταμός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου