Γιώργος X. Παπασωτηρίου
Γαλάτεια Καζαντζάκη. Αυτή είναι «η θηλυκή παραφωνία του Νίκου Καζαντζάκη». Περίεργος τίτλος για να αναδειχθεί η ζωή και το έργο μιας σπουδαίας γυναίκας με την οποία η συγγραφέας, έκδηλα, ταυτίζεται. Η Μοσχοβία Κασκούρα «συναντάει» την ηρωίδα της μέσω της ποιητικής φαντασίας της, δηλώνει έτσι άμεσα την υποκειμενικότητα της προσέγγισής της, συγχρόνως, όμως, «ακούει» τις πηγές της με εκείνο τον επιστημονικό τρόπο ακρόασης που απαιτεί απάρνηση της δυνατότητας χειραγώγησης και διανοτικοποίησης. Τα πρόσωπα «μιλάνε» κι εμείς απλώς ακούμε. Η αντικομφορμίστρια Γαλάτεια Καζαντζάκη, αυτή που ο Νίκος Καζαντζάκης παντρεύτηκε σ’ ένα νεκροταφείο, ως συμβολικό τόπο της άρρηκτης ζεύξης έρωτα-θανάτου, θα προσπαθήσει να ξεφύγει ως γυναίκα και δημιουργός από τη βαριά σκιά του, αλλά δεν θα τα καταφέρει ακριβώς εξαιτίας του φύλου της. Ο δεύτερος σύζυγός της ήταν ο Μάρκος Αυγέρης. «Η Γαλάτεια Καζαντζάκη ίσως ν’ αντιπροσωπεύει μια τραγωδία», γράφει η συγγραφέας, «Την τραγωδία της Γυναίκας, τη μοίρα της στην Ιστορία, την αποτυχία της να στεριώσει απόλυτα στο λογοτεχνικό κίνημα. Είναι μια πονεμένη επαναστάτρια που δεν επαναστατεί. Θέλει και δεν μπορεί. Κάτι τη συγκρατεί και δεν τα καταφέρνει. Μπορεί μέσα της να βράζουν όλα, αλλά στο τέλος συντρίβεται από τις αδυναμίες της. Παραμένει μια δούλα και μια ιέρεια, εξαντλημένη από το ζυγό των παθών της (...) Ανίκανη ν’ αγαπά χωρίς να προκαλεί, να μιλά χωρίς να μισεί, η πρώτη γυναίκα του Νίκου Καζαντζάκη είχε μια ‘’αρσενική σεξουαλικότητα’’...»! Εδώ, αλλά και στα τρίγωνα με τον Μάρκο Αυγέρη και ακολούθως με την Ελένη Σαμίου, η προσέγγιση μοιάζει «λακανική». Οι διασταυρούμενες βιογραφίες γίνονται αλλεπάλληλες ιστορίες «επιθυμούμενων επιθυμιών». Αγαπώ (επιθυμώ) τον άλλον ή την άλλη επειδή αυτός/ή αγαπιούνται (είναι επιθυμητοί) από κάποιους άλλους! Η εγελιανή ιδέα, που υιοθέτησε ο Λακάν, σύμφωνα με την οποία η επιθυμία είναι πάντα η επιθυμία του άλλου ενυπάρχει εδώ ως κινούν αίτιο της ερωτικής συμπεριφοράς τόσο από την πλευρά του Νίκου όσο και από την πλευρά της Γαλάτειας Καζαντζάκη. Αλλά η ιδέα αυτή και αυτός ο τρόπος προσέγγισης της ιστορίας είναι κατεξοχήν αρσενικός. Ο άντρας «κυνηγός» μονομαχεί με τους άλλους μνηστήρες-επιθυμητές και το διακύβευμα-έπαθλο είναι η γυναίκα. Η ωραία Ελένη ήταν μια από τις γυναίκες του Μενέλαου στην οποία αυτός έδωσε σημασία και μάλιστα ξεκίνησε έναν ολόκληρο πόλεμο μόνο όταν αυτή έφυγε με τον Πάρι. Συνεπώς, ένας τέτοιος ρόλος δεν μπορούσε να αρμόζει στη Γυναίκα ούτε στην «αρσενικής σεξουαλικότητας» Γαλάτεια Καζαντζάκη των αρχών του 20ου αιώνα. Σ’ αυτό συνίσταται ο αντικομφορμισμός, ή μάλλον η επαναστατικότητα της Γαλάτειας την οποία ούτε ο Καζαντζάκης ούτε η καθεστηκυία τάξη των ιδεών και αρχών της εποχής ανέχτηκαν. Αν ο άλλος είναι η εικόνα μας, αυτό δεν ισχύει ακόμα και για τη γυναίκα. Κι έτσι η Γαλάτεια δεν μπορούσε να καθρεφτιστεί όπως αυτή ήθελε, με όλο της το Εγώ, γιατί όχι και με όλο το ναρκισσισμό της στο μεγάλο έτσι κι αλλιώς καθρέφτη που ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης. Αρσενική σεξουαλικότητα, λοιπόν, και πρόδρομος φεμινισμός: «...Την γυναικείαν ψυχήν που κάτι το δυσκολονόητον, μυστηριώδες και πολύπλοκον απόμεινε στους άνδρες, εμείς να την δείξομε με όλη την ανυπέρβλητη ομορφιά και φρικτή ασχήμια. Είναι λοιπόν ανάγκη μερικές γυναίκες να ξεπεταχτούν ανάμεσα από τα κοπάδια των συζύγων και των μητέρων και να πουν με ειλικρίνεια, και με θάρρος και χωρίς υποκριτικάς σεμνοτυφίας, πως πέφτει και στα νεύρα τα δικά μας απάνω, ο ήλιος και η θάλασσα, η αγάπη και η ζήλεια, η χαρά και η θλίψις... Να είμεθα γυναίκες, τελείως γυναίκες, ιδού το μεγάλο μυστικό». Η Γυναίκα είναι «η αγία γυναίκα ή πόρνη» διαλαλεί η Γαλάτεια. Αλλά αυτό επιτρέπεται να το πει ένας άντρας, ο Μπωντλαίρ, όχι όμως μια γυναίκα. Κι ενώ ο Καζαντζάκης απομονώνεται στο φαντασιακό του, η Γαλάτεια διαδηλώνει ότι η ζωή είναι τώρα. «Να ζείτε το τώρα,... και να αφήνετε τους ρυθμούς να κυλούν παράλογα...», γράφει πολύ πριν τον Καμύ. Και ο Θεός; «Ο Θεός (ποιος Θεός;) είναι κακός... την πρωτεύουσα θέση την έχει ο άνθρωπος, το άτομο...». Από την αποενοχοποίηση της γυναίκας (λεπρής-πόρνης, που το παραδέχεται) στην αποενοχοποίηση του ατόμου. Αλλά η νεωτερικότητα αυτή ήταν πρόωρη για την εποχή και η εισαγωγή της ήταν «ανάρμοστο» να γίνει από μια γυναίκα... *Η Γαλάτεια γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 8 Μαρτίου 1881 και το πατρικό της επίθετο ήταν Αλεξίου. Ήταν η πρωτότοκη κόρη του τυπογράφου, εκδότη και λόγιου Στυλιανού Αλεξίου. Σπούδασε στη «Γαλλική Σχολή Ηρακλείου», το καθολικό σχολείο των Καλογραιών του Αγίου Ιωσήφ, όπου μεταξύ άλλων έμαθε άπταιστα τη γαλλική γλώσσα. Αδέλφια της ήταν η συγγραφέας Έλλη Αλεξίου, ο ποιητής και φιλόλογος Λευτέρης Αλεξίου και ο Ραδάμανθυς Αλεξίου (παππούς του μουσικού Παύλου Σιδηρόπουλου). Ήταν η πρώτη σύζυγος του Νίκου Καζαντζάκη, με τον οποίο γνωρίστηκε το 1901 και παντρεύτηκε τον Οκτώβριο του 1911. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αθήνα. Χώρισαν το 1926. Από το 1926 θα συμβιώσει με τον ποιητή και κριτικό, Μάρκο Αυγέρη, τον οποίο παντρεύτηκε το 1933. Στη δικτατορία Μεταξά διώχτηκε και το 1938 της απαγορεύθηκε να ‘δημοσιεύει ενυπόγραφα’. Ιδεολογικά, ανήκε στον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς. Πέθανε στις 17 Νοεμβρίου 1962 στην Αθήνα.
**Το κείμενο της βιβλιοπαρουσίασης δημοσιεύτηκε πριν πολλά χρόνια στην "Φιλολογική Βραδυνή".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου