24.11.19

Ιωάννης Μασμανίδης, ποίημα


Δέν ἔχω τώρα
Σκεπάσματα ἀγκαλιές
Γιὰ νὰ κουρνιάσω
Νὰ κουκουλωθῶ
Ἡ φωνὴ τοῦ ἀγέρα πνιγμένη
Τὸ μαῦρο μέ τὸ θρῆνο συμμαχεῖ
Στὴν καρδιὰ ἀνηφορίζει
Στὴν ἀνελέητη φθορὰ παραδομένος
ραγισμένη εἰκόνα μέ κομμάτια ψυχῆς
τὴν κάφτρα νὰ μέ κυκλοφέρνει ἄπαυστα
Πουθενὰ δὲν χωρῶ πάλι

Σπίρτο καμένο στοὺς ἔρημους δρόμους
Στοῦ τέλους μου τὴν ὑπόμνηση
Ἀποδεσμεύομαι θαρρεῖς ἀπ’ τὸ γήινο περίβλημά μου
Συλλογίζομαι τοὺς ἀνώνυμους τάφους
Τοὺς προσωπικοὺς σταυροὺς
Τὸ νοτισμένο χῶμα μου μνημονεύω
Μὲ ἀστάθεια στὸ γέρικο κορμὶ μου βυθίζομαι μόνος πολὺ
Μόνος πάλι
Στὴν ὁμίχλη τοῦ χθές στοιβάζω γκρίζα αἰθάλη
Ἀέρας φυσάει παντοῦ
ἀπ’ τόν πεσμένο μεσότοιχο γέρνει ἡ δύση
Στὴν καρδιὰ καὶ στὸ νοῦ μου
Πῶς χαρὰ νὰ ἐνσωματώσω
Ἡ νύχτα θρο·ί·ζουσα μέ τὸ ἀσύνορο βλέμμα της
Μὲ τὴν ψυχὴ μου ἕνα γίνεται
Ἀποτινάζω τὴν στάχτη
Τὴν ἄδεια σιωπή
Ποῦ νά βρῶ τὴν ψυχὴ μου
Τὰ πουλιὰ καὶ τὰ λουλούδια
Τὴν ψηλὴ τριανταφυλλιὰ τῆς ἀνύχτωτης μέρας μου
Σβηστή καντήλα τὸ παράπονο
Στά μάτια μένει
Σκοντάφτω
Κάθε φορά πού γράφω
Κάθε φορὰ
Οἱ φτεροῦγες μου ἔρημες
Κομμένες βαθιά
Ἡ μιά πάνω στήν ἄλλη
Κείτονται
Πῶς θά ἀπολογηθῶ
Τὰ λόγια αὐξάνουν τὸν πόνο
Ὑπογράφουν τὴ λήθη
Ἕνας φεγγίτης στούς περίκλειστους τοίχους τῆς καρδιᾶς
Νοσταλγία ἀσίγαστη μὲ ἕνα κερὶ στὸ χέρι

Δεν υπάρχουν σχόλια: