24.6.20

Η ανάγνωση ως θέμα στις πανελλαδικές εξετάσεις


της Βενετίας Αποστολίδου 
 Άκουσα το θέμα των πανελλαδικών εξετάσεων στο μάθημα της Γλώσσας – Λογοτεχνίας από το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου. Ο εκφωνητής των ειδήσεων το ανέφερε ως «ανάγνωση, γραφή και ποίηση». Ένιωσα έκπληξη και χαρά που πρώτη φορά «γίνεται θέμα» η ανάγνωση σε αυτό το επίπεδο∙ όλοι ξέρουμε πως όποιο θέμα μπαίνει στις πανελλαδικές συζητιέται σε όλη τη χώρα, στην εκπαιδευτική κοινότητα, στις οικογένειες, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παντού. Είναι, όπως και να το δεις, κέρδος να μιλάμε για τη σχέση του ανθρώπου με την ανάγνωση και τη γραφή, για τη θέση της ποίησης στη ζωή μας, ακόμη και υπό τους όρους των εξετάσεων. Μετά το κλείσιμο του ΕΚΕΒΙ,
η συζήτηση περί ανάγνωσης στη χώρα μας είναι πολύ περιορισμένη. Η απουσία οργανωμένων προγραμμάτων φιλαναγνωσίας, η ακραία αδιαφορία του εκπαιδευτικού συστήματος να δημιουργήσει αναγνώστες με την αξιοποίηση ολόκληρων βιβλίων στο σχολείο και με την ενίσχυση των σχολικών βιβλιοθηκών συντελούν αναμφισβήτητα στην καθίζηση του ενδιαφέροντος για την ανάγνωση. Γύρισα σπίτι με την προσδοκία ότι η φετινή (για πρώτη φορά) συνεξέταση της Γλώσσας με τη Λογοτεχνία θα σηματοδοτούνταν θετικά από ένα θέμα διαφορετικό από τα άλλα, όχι sos, το οποίο, αν μη τι άλλο, θα έφερνε έναν φρέσκο αέρα ανανέωσης. Μόλις διάβασα τα κείμενα και τις ερωτήσεις της εξέτασης δαγκώθηκα. Έτσι όπως είναι δομημένη η εξέταση, τα κείμενα που επιλέγονται κάθε φορά καθορίζουν για τους εξεταζόμενους το εννοιολογικό, αξιακό, συναισθηματικό πλαίσιο στο οποίο θα κινηθούν, ακόμη και σε εκείνες τις ερωτήσεις οι οποίες φαίνονται πιο ελεύθερες. Ούτως ή άλλως κανείς δεν γράφει στις εξετάσεις την πραγματική του γνώμη ούτε μοιράζεται αυθεντικές εμπειρίες. Γι αυτό και έχει τεράστια σημασία η επιλογή των κειμένων. Θα σταθώ σε αυτά και, διαφωνώντας (ακόμη μια φορά) με την Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων η οποία έσπευσε να επαινέσει την επιλογή, θα υποστηρίξω πως τα συγκεκριμένα κείμενα δεν δίνουν στους μαθητές τις στέρεες εκείνες βάσεις που χρειάζονται για να μιλήσουν για την ανάγνωση και τη γραφή με έναν ορθολογικό τρόπο. Το πρώτο κείμενο του Θόδωρου Γρηγοριάδη είναι διασκευή επιφυλλίδας του στην εφημερίδα Καθημερινή. Σύγκρινα τη διασκευή με το ολόκληρο κείμενο και διαπίστωσα ότι η πρώτη κόβει όλα εκείνα τα τμήματα της επιφυλλίδας του Γρηγοριάδη τα οποία εντάσσουν την ανάγνωση σε ένα ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο. Το θέμα της επιφυλλίδας δεν είναι η ανάγνωση γενικά αλλά η ανάγνωση στην εποχή της καραντίνας λόγω της πανδημίας. Ο γνωστός συγγραφέας δεν αναπολεί ξαφνικά τις εφηβικές του αναγνωστικές συνήθειες ούτε, πολύ περισσότερο, ο σκοπός του είναι «να ευαισθητοποιήσει στο ζήτημα της λογοτεχνικής ανάγνωσης» όπως διατείνεται η εκφώνηση μιας από τις ερωτήσεις. Ο συγγραφέας μιλά για μια ειδική ατομική και κοινωνική συνθήκη την οποία όλοι ζήσαμε αλλά η επιτροπή των εξετάσεων έκρινε ότι δεν πρέπει να θιχτεί, επιλογή εντελώς ακατανόητη για εμένα. ΄Ετσι όμως, πολλές φράσεις του κειμένου φαίνονται αδικαιολόγητες όπως γιατί στα κοινωνικά δίκτυα πολλοί αναφέρουν ότι δεν μπορούν να συγκεντρωθούν σε ένα βιβλίο (γιατί είναι σε καραντίνα), ποιες περιστάσεις ακριβώς καθιστούν το διάβασμά του «ακόμη πιο αδέσμευτο» (έχει περισσότερο χρόνο), γιατί τώρα περισσότερο από ποτέ αναζητά την ουσία της ανάγνωσης («γιατί ο χρόνος από τη μια φαντάζει άπλετος, από την άλλη όμως αβέβαιος») ενώ η τελευταία παράγραφος που ξεκινά με το «και να η θαυματουργή ίαση της λογοτεχνίας» μένει παντελώς ξεκρέμαστη καθώς έχουν αφαιρεθεί όλα τα προηγούμενα παραδείγματα από συγγραφείς και λογοτεχνικούς χαρακτήρες οι οποίοι, με τις δοκιμασίες τους, προσφέρουν αυτή την κάθαρση. Αν, επιπλέον, δεν γνωρίζεις ότι στην επιφυλλίδα του Γρηγοριάδη η ανάγνωση αφορά την περίοδο της πανδημίας, μένει ξεκρέμαστο νοηματικά και το επίθετο «αμόλυντη». Προς τι έγινε αυτή η διασκευή τελικά; Δεν θέλουμε οι μαθητές να κατανοήσουν ότι ο προσωπικός τρόπος με τον οποίο ο καθένας βλέπει την ανάγνωση καθορίζεται από τις ιδιαίτερες συνθήκες της ζωής του σε μια δεδομένη στιγμή; Απ’ ό,τι φαίνεται η επιτροπή των εξετάσεων δεν ήθελε αυτό. Αντίθετα επιδίωκε να δώσει ένα πλαδαρό, εξιδανικευτικό πλαίσιο για την πραγμάτευση του θέματος, με τα γνωστά κλισέ περί ανάγνωσης: δημιουργική ενασχόληση, μοναχική τέχνη, συνομιλία με συγγραφείς, θαυματουργή ίαση (χωρίς να γνωρίζουμε όμως την αρρώστια). Και όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από το δεύτερο κείμενο, ένα δοκίμιο του Κώστα Τσιρόπουλου περί γραφής, το οποίο γλύτωσε τη διασκευή γιατί προφανώς ανταποκρίνεται πλήρως στα ζητούμενα των εξεταστών. Η γραφή παρουσιάζεται με έναν τελείως αφηρημένο, μεταφυσικό σχεδόν τρόπο, όχι ως μια πρακτική της καθημερινότητας όλων των εγγράμματων ανθρώπων αλλά ως αντίδοτο στη λήθη και στο θάνατο. Δυστυχώς για τους μαθητές, οι οποίοι προσπαθούν να βγάλουν μια άκρη από αυτά τα κείμενα για να απαντήσουν σε όλες τις ερωτήσεις που σχετίζονται με αυτά, το εξαγόμενο φοβάμαι ότι είναι «η ανάγνωση είναι τελείως κουφό θέμα». Με τα λόγια ενός πραγματικού μαθητή «μας τρολλάρουν κυρία;». Σε αυτό το υπόβαθρο έρχεται το ποίημα του Τίτου Πατρίκιου, ως το κατεξοχήν λογοτεχνικό κείμενο (καθώς τα δύο προηγούμενα, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της εξέτασης, είναι πληροφοριακά – δοκιμιακά) και συμβαίνει το εξής παράδοξο: το ποίημα είναι πολύ πιο γειωμένο από τα πεζά. Παρουσιάζει την ποίηση με έναν απλό, εμπειρικό τρόπο που εύχομαι να τον ένιωσαν τα παιδιά και να εμπνεύστηκαν από αυτόν για να απαντήσουν στη σχετική ερώτηση για την [ανύπαρκτη] προσωπική τους σχέση με την ποίηση. Γιατί το καλό ποίημα μπορεί να καταφέρει ακόμη κι αυτό: χωρίς να διαβάζεις ποίηση, να σου δώσει όλα τα εφόδια για να γράψεις καλά στις εξετάσεις. Είναι άλλη μια από τις εκπλήξεις που μας επιφυλάσσει η ανάγνωση και η γραφή.
https://www.oanagnostis.gr/i-anagnosi-os-thema-stis-panelladikes-exetaseis-tis-venetias-apostolidoy/?fbclid=IwAR0yWtyaCcCCCNgjriyV_Gb0E3nqlb9PRknEBrCdRyAWyL1wW1AwwZITzUg

Δεν υπάρχουν σχόλια: