της Δήμητρας Ρουμπούλα
«Για να γράψεις ένα Φυσικό Μυθιστόρημα, πρέπει αδιάκοπα να παρατηρείς τον κόσμο γύρω». Αυτό ισχύει για κάθε συγγραφέα που σέβεται τον εαυτό του, πόσο μάλλον για κάποιον σαν τον Γκοσποντίνοφ ο οποίος θέλει με ό,σα ορατά και αόρατα παρατηρεί στον «κόσμο γύρω» να συγκαλύψει (ή μήπως να αναδείξει;) το υπαρξιακό κενό που αφήνει στη ζωή του ήρωά του ένας κατεστραμμένος γάμος. Να κατασκευάσει μια ιστορία, μάλλον μια σύγχυση, μεταμοντέρνων δομών, σχεδιασμένων να κρύβουν. Ευθύς εξ αρχής, από την πρώτη σελίδα του «Φυσικού Μυθιστορήματος»
του Βούλγαρου συγγραφέα Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ (εκδ. Ίκαρος), μπαίνουμε στη ζωή ενός φτωχού συγγραφέα που παίρνει διαζύγιο από τη σύζυγό του και γράφει ένα μυθιστόρημα για αυτό. Μετά μαθαίνουμε ότι η γυναίκα του κυοφορεί το παιδί ενός άλλου άνδρα. Η αρχική αμηχανία διαδέχεται την αβεβαιότητα. Προσπαθεί να αποκαλύψει ένα είδος μηχανισμού που οδήγησε τη ζωή του σε αυτό το αποτέλεσμα. «Πού κρυβόταν ο μηχανισμός που κατέστρεψε τον γάμο μου με την Έμμα;» Σύντομα, εκείνη ζει με τον πατέρα του παιδιού της, ενώ ο διαζευγμένος μυθιστοριογράφος παλεύει με το υπαρξιακό χάος μέσω της γραφής. Ακόμη κι όταν επιστρέφει στο χωριό του, καθώς θυμάται ότι κάποτε, όταν ήταν παιδί και περνούσε ωραία εκεί, δεν αντέχει για περισσότερο από μια εβδομάδα, αφού «εκείνο το χωριό δεν υπήρχε πια. Ο κόσμος είχε απομαγευτεί». Το βιβλίο αποτελεί την απόδειξη της υπαρξιακής σύγχυσης, καθώς καταπιάνεται με άλλα θέματα, από τη μελισσοκομία και την κηπουρική, μέχρι τη βιολογία, τη φυσική ιστορία και την κοινωνική ιστορία των τουαλετών («το τελευταίο καταφύγιο από τον πολιτισμό»), κάποιες δεικτικές αναφορές στο πρώην καθεστώς της πατρίδας του συγγραφέα μέχρι την ίδια τη διαδικασία της γραφής. Φαινομενικά χωρίς ειρμό, τα θέματα / σπαράγματα γλιστρούν με μια μη γραμμική διάταξη σε διαφορετικά μικρά κεφάλαια, χαλαρά συνδεδεμένα. Ένα απ΄ αυτά αναφέρεται στις φράσεις εκκίνησης διάσημων μυθιστορημάτων. Ο συνδυασμός τους μπορεί να δημιουργήσει μια εξαιρετικά απίθανη πορεία πλοκής και πολλαπλών συνδυασμών. «Ένα μυθιστόρημα φτιαγμένο από ατελείωτα μικρά κομματάκια, από πρωτεύοντα, δηλαδή από αρχές που σχηματίζουν έναν ατελείωτο αριθμό από συνδυασμούς». Ή «ένα μυθιστόρημα ατόμων, από αρχές που αιωρούνται στο κενό». Πάλι το κενό. Αυτό το Μυθιστόρημα όμως, λέει ο Γκοσποντίνοφ, «το αποτελούμενο από αρχές, δεν θα αφηγηθεί τίποτα». Κι αυτό θα ονόμαζε Φυσικό Μυθιστόρημα. Οι ήρωες θα απαλλάσσονται από τη δική τους ιστορία και θα χάνονται μέσα στις ιστορίες άλλων ηρώων. Στο «Φυσικό Μυθιστόρημα» υπάρχουν πολλά επίπεδα, όπως και πολλοί χαρακτήρες που φέρουν το όνομα Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ, σαν άλλες εκδοχές του εαυτού, θυμίζοντας τον Μπόρχες ή τον Πεσσόα. Πρώτος είναι ο Γκοσποντίνοφ, ο συγγραφέας του μυθιστορήματος που κρατάμε στα χέρια μας. Υπάρχει ο κεντρικός ήρωας Γκοσποντίνοφ, συντάκτης λογοτεχνικής εφημερίδας της πρωτεύουσας ο οποίος παραλαμβάνει ένα χειρόγραφο που έχει γραφτεί από έναν άλλον Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ και μιλά για τη διάλυση του γάμου του και στην αδυναμία του να αφηγηθεί αυτή τη διάλυση. «Τον ρώτησα άλλη μια φορά πώς τον έλεγαν. “Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ”. “Έτσι λένε εμένα!” έβαλα σχεδόν τις φωνές. “Το ξέρω” ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους εκείνος. “Παλιότερα διάβαζα εφημερίδα. Γνωρίζω ακόμα εφτά ανθρώπους με αυτό το όνομα”». Η προσωπική τους ιστορία (ο χωρισμός με αιτία την εγκυμοσύνη της συζύγου από άλλον άνδρα) διαφέρει μόνο σε λεπτομέρειες. Ο πολλαπλασιασμός των προσώπων με το ίδιο όνομα ή ο κατακερματισμός του ενός προσώπου επεκτείνεται και πέρα από την ιδιότητα του συγγραφέα και φτάνει σε έναν «τρελό κηπουρό», ίσως τον πιο υποβλητικό. Αυτός ο τελευταίος καλλιεργεί έναν άγριο και απείθαρχο κήπο που αποπνέει κάτι το αφύσικο και φοβίζει τους γείτονες. Στέλνει επιστολές στον ΟΗΕ μιλώντας με αλληγορίες για τους κρυφούς μηχανισμούς της γης και της οικουμένης και προειδοποιώντας ότι η παγκόσμια ισορροπία κινδυνεύει. «Οι ανισορροπίες που μας κατατρέχουν εμφανίζονται στα πάντα, έχω όμως την αίσθηση ότι η χειρότερη ανισορροπία υφίσταται ανάμεσα στις ονομασίες των πραγμάτων και τα ίδια τα πράγματα. Τα πράγματα αρχίζουν να πέφτουν από τις ονομασίες τους όπως τα μπιζέλια πέφτουν από τους ξεραμένους λοβούς τους». Ο Νατουραλισμός σε όλο του το μεγαλείο δίνει το παρόν στο «Φυσικό Μυθιστόρημα». Ο Γκοσποντίνοφ επικαλείται συγγραφείς του φιλοσοφικού νατουραλισμού (Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας και Δημόκριτος) – «Την ιδέα ή το έναυσμα για ένα τέτοιο μυθιστόρημα τα βρήκα στην αρχαία φιλοσοφία, κυρίως σ΄ εκείνη την τριάδα των φυσικών φιλοσόφων», γράφει . Επίσης επικαλείται θέματα του λογοτεχνικού νατουραλισμού («Η καθημερινότητα μέσα στη γελοιότητά της – εδώ διαφαίνονται το τραγικό και το υψηλό. Στη μετριότητα της καθημερινότητας»), αλλά και έργα γνωστών φυσικών ιστορικών, όπως του Σουηδού βοτανολόγου Κάρολου Λινναίου, που πήρε το όνομά του από μια φλαμουριά (στα σουηδικά Linn) και καθιέρωσε το σύστημα ταξινόμησης φυτών και ζώων. Με αυτόν τον τρόπο αποκαλύπτει πως η λέξη «φυσικό» υπονοεί διαφορετικές τροχιές σκέψης. Αν και σύντομο, μόλις 180 σελίδες, το «Φυσικό Μυθιστόρημα» διογκώνεται με αναφορές που φτάνουν πολύ πέρα από το πεδίο μιας συνηθισμένης μυθοπλασίας, στη φιλοσοφία, τη ποπ κουλτούρα, τη θρησκεία, τη φυσική ιστορία, την ίδια τη λογοτεχνική γραφή. «Ο μόνος τρόπος να μιλήσουμε είναι η αλληγορία», γράφει κάπου ο Γκοσποντίνοφ. Η πιο χαρακτηριστική αλληγορία που χρησιμοποιεί προέρχεται από την καλειδοσκοπική όραση της μύγας. «Το μάτι της μύγας αποτελεί αληθινή αποκάλυψη», λέει, καθώς αυτό αποτελείται «από εξαγωνικές πτυχές» και «κάθε γωνία αντιλαμβάνεται μόνο ένα σημείο της εικόνας, ενώ όλη η εικόνα δομείται σε ένα μωσαϊκό». Έτσι και το κείμενο του Γκοσποντίνοφ παρουσιάζει μια δομή που μοιάζει με μωσαϊκό από μικρά κεφάλαια / ιστορίες, συχνά με όχι τυχαίες επικεφαλίδες, που μετατοπίζουν το ενδιαφέρον ή τον σκοπό, έτσι ώστε το καθένα να θυμίζει, αλλά τελικά να ξεφεύγει από τα υπόλοιπα. Το σύνολο δημιουργεί μια γενική εντύπωση που εμφανίζεται τόσο μεταβλητή όσο η όραση μιας μύγας, το μάτι της οποίας είναι φτιαγμένο από πολλούς φακούς. Με τον ίδιο τρόπο επιχειρεί να δει τον κόσμο και ο συγγραφέας ή να εξηγήσει την αφηγηματική τεχνική του. «Η αποσπασματικότητα που χρησιμοποιούν ως αφηγηματικό εργαλείο τους μερικοί λογοτέχνες είναι στην πραγματικότητα δανεισμένη από το μάτι της μύγας». Ο ίδιος θέλει «ένα μυθιστόρημα με γωνίες, γεμάτο από λεπτομέρειες, με μικρά και αόρατα για το γυμνό μάτι θέματα». Πού μας οδηγούν όλα αυτά τα αφηγηματικά παιχνίδια; Πίσω στην εισαγωγική λέξη: «Χωρίζουμε». Και πάνω απ΄ όλα στην άρνηση του ήρωα / συγγραφέα να μιλήσει κατευθείαν για τον χωρισμό του, να αποδεχτεί την κατάρρευση του γάμου του κάτω από το συναισθηματικό βάρος, στη θλίψη και τη δυστυχία που βιώνει, στον κατακερματισμό του εαυτού. Αποφεύγει με κάθε τρόπο το πρόβλημα, επιστρατεύοντας καμιά φορά και το χιούμορ, ένα αγχωμένο χιούμορ. «Φαντάστηκα τους καλεσμένους που είχαν παραβρεθεί στο γάμο μας, να παραβρίσκονται τώρα στο διαζύγιο. Οι δύο τελετές, όπως και να το κάνουμε, συνδέονται μεταξύ τους. Το σωστό θα ήταν οι ίδιοι μάρτυρες να εμφανίζονται και τώρα». Επιλέγει να μας παραπλανήσει και να δείξει ότι όλα είναι αβέβαια, με εξαίρεση το ταλέντο του ιδίου του Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ ο οποίος καταφέρνει να κερδίσει ακόμη και εκείνον που δεν είναι εξοικειωμένος με τη μεταμοντέρνα συνθήκη. Το «Φυσικό Μυθιστόρημα» γράφτηκε το 1999 από έναν άγνωστο προηγουμένως συγγραφέα (αυτό είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γκοσποντίνοφ), από μια χώρα σχεδόν άγνωστη στο σύγχρονο διεθνές λογοτεχνικό στερέωμα. Μεταφράστηκε σε πάνω από είκοσι γλώσσες και χαιρετίστηκε, μεταξύ άλλων, ως «ένα χιουμοριστικό, μελαγχολικό και εξαιρετικά ιδιόμορφο έργο» (The Times), ως «ένα αναρχικό – πειραματικό ντεμπούτο» (The New Yorker), ως «τόσο γήινο όσο και πνευματικό» (The Guardian). Η απογείωση της αποδοχής του 52χρονου σήμερα Βούλγαρου συγγραφέα, που σήμαινε θερμές κριτικές, μεταφράσεις σε περισσότερες χώρες και σημαντικά βραβεία και διακρίσεις, έρχεται το 2011 με το δεύτερο μυθιστόρημά του, το «Περί φυσικής της μελαγχολίας». Στα ελληνικά κυκλοφόρησε πρώτο, το 2018, πάντα από τον Ίκαρο, σε υποδειγματική μετάφραση κι αυτό από την Αλεξάνδρα Ιωαννίδου. Ένα εξαιρετικό βιβλίο το οποίο έγινε δεκτό ως μια απάντηση του Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ, ο οποίος ζει στη Βουλγαρία, αν και έχει εργαστεί και διδάξει στο εξωτερικό, σε ένα άρθρο του Economist που χαρακτήριζε την Βουλγαρία ως τον «πιο θλιμμένο τόπο στον κόσμο».
https://www.oanagnostis.gr/o-thlimenos-kosmos-toy-gkeorgki-gkospontinof-tis-dimitras-roympoyla/?fbclid=IwAR3fSuHuV8qwQwrNyQJ9d5in6RP8bc7E2mN1R-hetWxJAQ5c7QjbJv8E-9k
«Για να γράψεις ένα Φυσικό Μυθιστόρημα, πρέπει αδιάκοπα να παρατηρείς τον κόσμο γύρω». Αυτό ισχύει για κάθε συγγραφέα που σέβεται τον εαυτό του, πόσο μάλλον για κάποιον σαν τον Γκοσποντίνοφ ο οποίος θέλει με ό,σα ορατά και αόρατα παρατηρεί στον «κόσμο γύρω» να συγκαλύψει (ή μήπως να αναδείξει;) το υπαρξιακό κενό που αφήνει στη ζωή του ήρωά του ένας κατεστραμμένος γάμος. Να κατασκευάσει μια ιστορία, μάλλον μια σύγχυση, μεταμοντέρνων δομών, σχεδιασμένων να κρύβουν. Ευθύς εξ αρχής, από την πρώτη σελίδα του «Φυσικού Μυθιστορήματος»
του Βούλγαρου συγγραφέα Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ (εκδ. Ίκαρος), μπαίνουμε στη ζωή ενός φτωχού συγγραφέα που παίρνει διαζύγιο από τη σύζυγό του και γράφει ένα μυθιστόρημα για αυτό. Μετά μαθαίνουμε ότι η γυναίκα του κυοφορεί το παιδί ενός άλλου άνδρα. Η αρχική αμηχανία διαδέχεται την αβεβαιότητα. Προσπαθεί να αποκαλύψει ένα είδος μηχανισμού που οδήγησε τη ζωή του σε αυτό το αποτέλεσμα. «Πού κρυβόταν ο μηχανισμός που κατέστρεψε τον γάμο μου με την Έμμα;» Σύντομα, εκείνη ζει με τον πατέρα του παιδιού της, ενώ ο διαζευγμένος μυθιστοριογράφος παλεύει με το υπαρξιακό χάος μέσω της γραφής. Ακόμη κι όταν επιστρέφει στο χωριό του, καθώς θυμάται ότι κάποτε, όταν ήταν παιδί και περνούσε ωραία εκεί, δεν αντέχει για περισσότερο από μια εβδομάδα, αφού «εκείνο το χωριό δεν υπήρχε πια. Ο κόσμος είχε απομαγευτεί». Το βιβλίο αποτελεί την απόδειξη της υπαρξιακής σύγχυσης, καθώς καταπιάνεται με άλλα θέματα, από τη μελισσοκομία και την κηπουρική, μέχρι τη βιολογία, τη φυσική ιστορία και την κοινωνική ιστορία των τουαλετών («το τελευταίο καταφύγιο από τον πολιτισμό»), κάποιες δεικτικές αναφορές στο πρώην καθεστώς της πατρίδας του συγγραφέα μέχρι την ίδια τη διαδικασία της γραφής. Φαινομενικά χωρίς ειρμό, τα θέματα / σπαράγματα γλιστρούν με μια μη γραμμική διάταξη σε διαφορετικά μικρά κεφάλαια, χαλαρά συνδεδεμένα. Ένα απ΄ αυτά αναφέρεται στις φράσεις εκκίνησης διάσημων μυθιστορημάτων. Ο συνδυασμός τους μπορεί να δημιουργήσει μια εξαιρετικά απίθανη πορεία πλοκής και πολλαπλών συνδυασμών. «Ένα μυθιστόρημα φτιαγμένο από ατελείωτα μικρά κομματάκια, από πρωτεύοντα, δηλαδή από αρχές που σχηματίζουν έναν ατελείωτο αριθμό από συνδυασμούς». Ή «ένα μυθιστόρημα ατόμων, από αρχές που αιωρούνται στο κενό». Πάλι το κενό. Αυτό το Μυθιστόρημα όμως, λέει ο Γκοσποντίνοφ, «το αποτελούμενο από αρχές, δεν θα αφηγηθεί τίποτα». Κι αυτό θα ονόμαζε Φυσικό Μυθιστόρημα. Οι ήρωες θα απαλλάσσονται από τη δική τους ιστορία και θα χάνονται μέσα στις ιστορίες άλλων ηρώων. Στο «Φυσικό Μυθιστόρημα» υπάρχουν πολλά επίπεδα, όπως και πολλοί χαρακτήρες που φέρουν το όνομα Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ, σαν άλλες εκδοχές του εαυτού, θυμίζοντας τον Μπόρχες ή τον Πεσσόα. Πρώτος είναι ο Γκοσποντίνοφ, ο συγγραφέας του μυθιστορήματος που κρατάμε στα χέρια μας. Υπάρχει ο κεντρικός ήρωας Γκοσποντίνοφ, συντάκτης λογοτεχνικής εφημερίδας της πρωτεύουσας ο οποίος παραλαμβάνει ένα χειρόγραφο που έχει γραφτεί από έναν άλλον Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ και μιλά για τη διάλυση του γάμου του και στην αδυναμία του να αφηγηθεί αυτή τη διάλυση. «Τον ρώτησα άλλη μια φορά πώς τον έλεγαν. “Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ”. “Έτσι λένε εμένα!” έβαλα σχεδόν τις φωνές. “Το ξέρω” ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους εκείνος. “Παλιότερα διάβαζα εφημερίδα. Γνωρίζω ακόμα εφτά ανθρώπους με αυτό το όνομα”». Η προσωπική τους ιστορία (ο χωρισμός με αιτία την εγκυμοσύνη της συζύγου από άλλον άνδρα) διαφέρει μόνο σε λεπτομέρειες. Ο πολλαπλασιασμός των προσώπων με το ίδιο όνομα ή ο κατακερματισμός του ενός προσώπου επεκτείνεται και πέρα από την ιδιότητα του συγγραφέα και φτάνει σε έναν «τρελό κηπουρό», ίσως τον πιο υποβλητικό. Αυτός ο τελευταίος καλλιεργεί έναν άγριο και απείθαρχο κήπο που αποπνέει κάτι το αφύσικο και φοβίζει τους γείτονες. Στέλνει επιστολές στον ΟΗΕ μιλώντας με αλληγορίες για τους κρυφούς μηχανισμούς της γης και της οικουμένης και προειδοποιώντας ότι η παγκόσμια ισορροπία κινδυνεύει. «Οι ανισορροπίες που μας κατατρέχουν εμφανίζονται στα πάντα, έχω όμως την αίσθηση ότι η χειρότερη ανισορροπία υφίσταται ανάμεσα στις ονομασίες των πραγμάτων και τα ίδια τα πράγματα. Τα πράγματα αρχίζουν να πέφτουν από τις ονομασίες τους όπως τα μπιζέλια πέφτουν από τους ξεραμένους λοβούς τους». Ο Νατουραλισμός σε όλο του το μεγαλείο δίνει το παρόν στο «Φυσικό Μυθιστόρημα». Ο Γκοσποντίνοφ επικαλείται συγγραφείς του φιλοσοφικού νατουραλισμού (Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας και Δημόκριτος) – «Την ιδέα ή το έναυσμα για ένα τέτοιο μυθιστόρημα τα βρήκα στην αρχαία φιλοσοφία, κυρίως σ΄ εκείνη την τριάδα των φυσικών φιλοσόφων», γράφει . Επίσης επικαλείται θέματα του λογοτεχνικού νατουραλισμού («Η καθημερινότητα μέσα στη γελοιότητά της – εδώ διαφαίνονται το τραγικό και το υψηλό. Στη μετριότητα της καθημερινότητας»), αλλά και έργα γνωστών φυσικών ιστορικών, όπως του Σουηδού βοτανολόγου Κάρολου Λινναίου, που πήρε το όνομά του από μια φλαμουριά (στα σουηδικά Linn) και καθιέρωσε το σύστημα ταξινόμησης φυτών και ζώων. Με αυτόν τον τρόπο αποκαλύπτει πως η λέξη «φυσικό» υπονοεί διαφορετικές τροχιές σκέψης. Αν και σύντομο, μόλις 180 σελίδες, το «Φυσικό Μυθιστόρημα» διογκώνεται με αναφορές που φτάνουν πολύ πέρα από το πεδίο μιας συνηθισμένης μυθοπλασίας, στη φιλοσοφία, τη ποπ κουλτούρα, τη θρησκεία, τη φυσική ιστορία, την ίδια τη λογοτεχνική γραφή. «Ο μόνος τρόπος να μιλήσουμε είναι η αλληγορία», γράφει κάπου ο Γκοσποντίνοφ. Η πιο χαρακτηριστική αλληγορία που χρησιμοποιεί προέρχεται από την καλειδοσκοπική όραση της μύγας. «Το μάτι της μύγας αποτελεί αληθινή αποκάλυψη», λέει, καθώς αυτό αποτελείται «από εξαγωνικές πτυχές» και «κάθε γωνία αντιλαμβάνεται μόνο ένα σημείο της εικόνας, ενώ όλη η εικόνα δομείται σε ένα μωσαϊκό». Έτσι και το κείμενο του Γκοσποντίνοφ παρουσιάζει μια δομή που μοιάζει με μωσαϊκό από μικρά κεφάλαια / ιστορίες, συχνά με όχι τυχαίες επικεφαλίδες, που μετατοπίζουν το ενδιαφέρον ή τον σκοπό, έτσι ώστε το καθένα να θυμίζει, αλλά τελικά να ξεφεύγει από τα υπόλοιπα. Το σύνολο δημιουργεί μια γενική εντύπωση που εμφανίζεται τόσο μεταβλητή όσο η όραση μιας μύγας, το μάτι της οποίας είναι φτιαγμένο από πολλούς φακούς. Με τον ίδιο τρόπο επιχειρεί να δει τον κόσμο και ο συγγραφέας ή να εξηγήσει την αφηγηματική τεχνική του. «Η αποσπασματικότητα που χρησιμοποιούν ως αφηγηματικό εργαλείο τους μερικοί λογοτέχνες είναι στην πραγματικότητα δανεισμένη από το μάτι της μύγας». Ο ίδιος θέλει «ένα μυθιστόρημα με γωνίες, γεμάτο από λεπτομέρειες, με μικρά και αόρατα για το γυμνό μάτι θέματα». Πού μας οδηγούν όλα αυτά τα αφηγηματικά παιχνίδια; Πίσω στην εισαγωγική λέξη: «Χωρίζουμε». Και πάνω απ΄ όλα στην άρνηση του ήρωα / συγγραφέα να μιλήσει κατευθείαν για τον χωρισμό του, να αποδεχτεί την κατάρρευση του γάμου του κάτω από το συναισθηματικό βάρος, στη θλίψη και τη δυστυχία που βιώνει, στον κατακερματισμό του εαυτού. Αποφεύγει με κάθε τρόπο το πρόβλημα, επιστρατεύοντας καμιά φορά και το χιούμορ, ένα αγχωμένο χιούμορ. «Φαντάστηκα τους καλεσμένους που είχαν παραβρεθεί στο γάμο μας, να παραβρίσκονται τώρα στο διαζύγιο. Οι δύο τελετές, όπως και να το κάνουμε, συνδέονται μεταξύ τους. Το σωστό θα ήταν οι ίδιοι μάρτυρες να εμφανίζονται και τώρα». Επιλέγει να μας παραπλανήσει και να δείξει ότι όλα είναι αβέβαια, με εξαίρεση το ταλέντο του ιδίου του Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ ο οποίος καταφέρνει να κερδίσει ακόμη και εκείνον που δεν είναι εξοικειωμένος με τη μεταμοντέρνα συνθήκη. Το «Φυσικό Μυθιστόρημα» γράφτηκε το 1999 από έναν άγνωστο προηγουμένως συγγραφέα (αυτό είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γκοσποντίνοφ), από μια χώρα σχεδόν άγνωστη στο σύγχρονο διεθνές λογοτεχνικό στερέωμα. Μεταφράστηκε σε πάνω από είκοσι γλώσσες και χαιρετίστηκε, μεταξύ άλλων, ως «ένα χιουμοριστικό, μελαγχολικό και εξαιρετικά ιδιόμορφο έργο» (The Times), ως «ένα αναρχικό – πειραματικό ντεμπούτο» (The New Yorker), ως «τόσο γήινο όσο και πνευματικό» (The Guardian). Η απογείωση της αποδοχής του 52χρονου σήμερα Βούλγαρου συγγραφέα, που σήμαινε θερμές κριτικές, μεταφράσεις σε περισσότερες χώρες και σημαντικά βραβεία και διακρίσεις, έρχεται το 2011 με το δεύτερο μυθιστόρημά του, το «Περί φυσικής της μελαγχολίας». Στα ελληνικά κυκλοφόρησε πρώτο, το 2018, πάντα από τον Ίκαρο, σε υποδειγματική μετάφραση κι αυτό από την Αλεξάνδρα Ιωαννίδου. Ένα εξαιρετικό βιβλίο το οποίο έγινε δεκτό ως μια απάντηση του Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ, ο οποίος ζει στη Βουλγαρία, αν και έχει εργαστεί και διδάξει στο εξωτερικό, σε ένα άρθρο του Economist που χαρακτήριζε την Βουλγαρία ως τον «πιο θλιμμένο τόπο στον κόσμο».
https://www.oanagnostis.gr/o-thlimenos-kosmos-toy-gkeorgki-gkospontinof-tis-dimitras-roympoyla/?fbclid=IwAR3fSuHuV8qwQwrNyQJ9d5in6RP8bc7E2mN1R-hetWxJAQ5c7QjbJv8E-9k
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου