5.2.19

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΧΑΛΑΡΗΣ (1946-2019)

Έφυγε σήμερα από τη ζωή ο Χριστόδουλος Χάλαρης, ένας από τους πιο σημαντικούς συνθέτες του «έντεχνου» τραγουδιού και ακόμη διπρεπής μουσικολόγος, με αντικείμενο τη βυζαντινή μουσική κυρίως, αλλά και την αρχαιοελληνική.

Είναι τρανή η ιστορία του Χριστόδουλου Χάλαρη και ξεπερνά, μάλλον, τη δισκογραφία του με τραγούδια (δηλαδή τα έξοχα άλμπουμ «Τροπικός της Παρθένου», «Τα Παιδικά», «Ακολουθία», «Δροσουλίτες»…), όπως και τα εξαιρετικά σάουντρακ που έγραψε, είτε αυτά τυπώθηκαν σε δίσκους είτε όχι [για τις ταινίες Διαδικασία (1976) του Δήμου Θέου, Ο Μεγαλέξαντρος (1980) του Θόδωρου Αγγελόπουλου, Προσοχή Κίνδυνος (1983) του Γιώργου Σταμπουλόπουλου, Η Φωτογραφία (1986) του Νίκου Παπατάκη κ.ά.], καθώς το τρίτομο πόνημά του Η Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής και της Βυζαντινής Μουσικής [Victory Entertainment, 2018] φαίνεται πως ήταν το έργο της ζωής του. Από το σχετικό σημείωμα του συνθέτη, για τη συγκεκριμένη έκδοση:
«Κατά την ταπεινή μου άποψη, η ευπαθεστέρα των επιστημών είναι η ιστορία. Ο καθείς την χειρίζεται και την διαχειρίζεται κατά το δοκούν και σύμφωνα με το συμφέρον της στιγμής. Έτσι, λοιπόν, περνάμε από πολλές περιπέτειες. 
Η δική μου γενιά μεγάλωσε με τρία δόγματα, με τρεις φράσεις αποφθεγματικές: “από την αρχαία ελληνική μουσική δεν σώθηκε τίποτε”, “κατά τη βυζαντινή περίοδο, επί 1100 χρόνια δεν παρήχθη κοσμική μουσική, oι δε Βυζαντινοί δεν χρησιμοποιούσαν όργανα” και “οι Βυζαντινοί δεν είχαν ποτέ διανοηθεί να πάνε στο θέατρο ή να έχουν την παραμικρή σχέση με την αρχαία παιδεία”. Διότι είχαν τόσο πολύ πληγωθεί από τους μίμους του Βυζαντίου που διακωμωδούσαν τα δρώμενα τα σχετιζόμενα με τη βάπτιση, τον γάμο και άλλα μυστήρια, ώστε είχαν απωθήσει συλλήβδην όλες τις εκφάνσεις του αρχαίου πολιτισμού.  
Όταν “δεν διεσώθη τίποτε από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό” πειθόμαστε ότι δεν συντρέχει λόγος να ψάξουμε να ανακαλύψουμε τα… ανύπαρκτα. Ανύπαρκτη, λοιπόν, η μουσική φιλοσοφία, παράλογη η περί τα όργανα και την οργανοχρησία έρευνα, άνευ αντικειμένου η προσπάθεια ανακάλυψης συστήματος αποτύπωσης της μουσικής πράξης. Για τους ίδιους λόγους, καθώς κατά τη βυζαντινή περίοδο κανένα πολιτιστικό αγαθό δεν παρήχθη, καλούνται οι επίδοξοι ερευνητές να μην ασχοληθούν ματαίως με την τραγική αυτή “περίοδο του σκοταδισμού, της θρησκειοληψίας και των δεισιδαιμονιών”.
Ποιός ο λόγος, λοιπόν, να γράφεται μια ιστορία για την ελληνική μουσική; Ποιός ο λόγος να ασχοληθούμε με κάτι που, και αν ακόμη υπήρξε, παρήλθε χωρίς να αφήσει πίσω του ίχνη;
Όλα όσα μας είπαν ήταν ψεύδη αισχρά. Σχετίζονται με φαύλες προθέσεων ανθελλήνων που επιθυμούν να οδηγήσουν τη διαδρομή του Ελληνισμού στον Καιάδα. Ελπίζω ότι το ανά χείρας πόνημα θα τους δυσχεράνει το έργο…».
Κλείνω αυτή τη σύντομη αναφορά στον Χριστόδουλο Χάλαρη, με τους στίχους του τραγουδιού του «Τα φλουριά», στίχους που έγραψε ο Νίκος Γκάτσος (συμπεριλαμβάνεται στο LP «Δροσουλίτες» του 1975) και που τραγούδησε ο Χρύσανθος. Το πράττω επειδή το τραγούδι είναι συγκλονιστικό και επειδή οι στίχοι είναι αντιγραμμένοι από το booklet του δίσκου, με τη σωστή ορθογραφία, στίξη κ.λπ., και όχι με copy-paste από τις όπως-όπως (δηλαδή με το αυτί) καταγραφές του διαδικτύου…

ΤΑ ΦΛΟΥΡΙΑ
Σ’ έρημο φαράγγι σε λυκοποριά
έχασα μαντήλι μ’ εκατό φλουριά
ξόρκισα το χώμα έκανα σταυρό
πριν αποσπερώσει να τα βρω. 
Τότε καρασκέρι γροίκησα μακριά
κι’ είδα μες στον ήλιο στην κακοπετριά
τρεις αλογολάτες με βαρειά σπαθιά
και τις αλυσίδες αρμαθιά.
Τ’ είναι το κισμέτι τ’ είναι το γραφτό!
Πριν το μονοπάτι πάρω να κρυφτώ
μούστησαν καρτέρι σε μια πατουλιά
και με κλαίγαν δέντρα και πουλιά. 

Είταν μαύρη Τρίτη μαύρο δειλινό
κι’ έχασα τον κόσμο και τον ουρανό
σε μεγάλο κάστρο σε βαθειά σπηλιά
με τους πεθαμένους αγκαλιά. 
Ώσπου κάποιο βράδι τρίξαν οι αρμοί
κι άστραψε στην πόρτα λυγερό κορμί
μια βασιλοπούλα σαν τη Μαξιμώ
πούχε δυο φιδάκια στο λαιμό. 
Πάρε λέει τα φίδια βάλ’ τα στην καρδιά
και μεγάλωσέ τα σαν μικρά παιδιά
το ’να είν’ ο Δράκος τ’ άλλο ο Διγενής
άξιο τους αδέρφι να γενείς. 
Κράτησα τα φίδια μες στην ερημιά
βιός μου και ρεγάλο και κληρονομιά
μούφερναν καρύδια γάλα και ψωμί
δίχως να γυρεύουν πλερωμή. 
Κι’ όταν κάποια νύχτα σώπασε η φωτιά
σκάψανε του τοίχου τη ραγισματιά
βρήκαν κερκοπόρτα και πρωί-πρωί
μούδειξαν το δρόμο στη ζωή.
Τώρα τι στα λέω τι στα μολογώ
μάθε μόνο τούτο πόμαθα κι’ εγώ:
αν κρατάς χρυσάφι πλούτη και φλουριά
δεν κατέχεις τ’ είναι λευτεριά. 

https://diskoryxeion.blogspot.com/2019/01/1946-2019.html?spref=fb&fbclid=IwAR3KH4HbVt92YrxUEEt_XEglo5O2UtjZLxohnBDqwnvgJ1XFqHWjh62SZ98

Δεν υπάρχουν σχόλια: