Λόγος πυκνός, πυκνότητα στο έπακρο. Λαξεμένες λέξεις και έννοιες.
Συμπυκνωμένες οι εικόνες, οι περιγραφές, οι αφηγηματικές λεπτομέρειες.
Η γλώσσα, σε ένα ευρύ φάσμα, περιλαμβάνει λέξεις ιδιωματικές, λόγιες, από τη μουσική, από επαγγέλματα, από την καθημερινότητα.
Η πυκνότητα συνδυάζεται με μια ανάγνωση αργή. Στάζει η αφήγηση, ο χρόνος διαστέλλεται. Η μνήμη προσεγγίζει κι ακολουθεί το παρόν, άγρυπνα.
Κάποτε η σύντομη αφήγηση συναντά, εντελώς νόμιμα, την ποιητική χροιά.
Συμπυκνωμένες οι εικόνες, οι περιγραφές, οι αφηγηματικές λεπτομέρειες.
Η γλώσσα, σε ένα ευρύ φάσμα, περιλαμβάνει λέξεις ιδιωματικές, λόγιες, από τη μουσική, από επαγγέλματα, από την καθημερινότητα.
Η πυκνότητα συνδυάζεται με μια ανάγνωση αργή. Στάζει η αφήγηση, ο χρόνος διαστέλλεται. Η μνήμη προσεγγίζει κι ακολουθεί το παρόν, άγρυπνα.
Κάποτε η σύντομη αφήγηση συναντά, εντελώς νόμιμα, την ποιητική χροιά.
Ο Κώστας Κουτρουμπάκης μπαίνει δυναμικά στον χώρο της λογοτεχνίας με την πρώτη του εμφάνιση.
Ωρολογοποιός
Τον άκουσα που σηκώθηκε να πάει στο μπάνιο. Άφεγγα ήτανε – το ρολόι αλάλητο, οι δείκτες μόνο σπίθιζαν ώρες.
Πλησίασε στις μύτες. Τα χέρια του αγκύλη ανοιχτή, υμνολογούσαν την περίπτυξη.
-Μπαμπά, σ’ αγαπώ πέρα πέρα μακριά.
Του είχα φωνάξει τις προάλλες. ερχόταν μεσάνυχτα και μου τσαλάκωνε τον ύπνο.
-Κι εγώ, καλέ μου. Έλα τώρα.
Σφραγίσαν οι αγκύλες μας η μια πάνω στην άλλη, οστράκου κόγχες.
Τον άκουσα που σηκώθηκε να πάει στο μπάνιο. Άφεγγα ήτανε – το ρολόι αλάλητο, οι δείκτες μόνο σπίθιζαν ώρες.
Πλησίασε στις μύτες. Τα χέρια του αγκύλη ανοιχτή, υμνολογούσαν την περίπτυξη.
-Μπαμπά, σ’ αγαπώ πέρα πέρα μακριά.
Του είχα φωνάξει τις προάλλες. ερχόταν μεσάνυχτα και μου τσαλάκωνε τον ύπνο.
-Κι εγώ, καλέ μου. Έλα τώρα.
Σφραγίσαν οι αγκύλες μας η μια πάνω στην άλλη, οστράκου κόγχες.
Νύσταζε, μα δεν έβλεπε την ώρα, μεταμεσονύχτιος ωρολογοποιός, να κουρντίσει το σταματημένο, πατρικό μου ρολόι.
(σ. 57-58)
(σ. 57-58)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου