Έγραφε ο Γιώργος Σαραντάρης (1908-1941) στο ποίημά του «Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει…»: «Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε / σημαίνει εγκαταλείπουμε τον αγώνα ,/ παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους, / τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου και στη σκόνη του καιρού˙/ σημαίνει πως φοβόμαστε / και η ζωή έγινε ξένη, / ο θάνατος βραχνάς».
Να μη φεύγεις. Που θα πει να μη φοβάσαι τη ζωή. Να μην εγκαταλείπεις τη χαρά στους ανίδεους σαν λάφυρο απόλυτης ήττας. Να μην αφήνεις λάφυρο τη ζωή στους ανίδεους για να την κάνουν μπαίγνιο διαμοιράζοντας τα ιμάτιά σου στα ζάρια. Να μη φοβάσαι παρά να μπαίνεις στον αγώνα με όλους τους φόβους σου και να τους κάνεις όπλο και λέξη και έρωτα για να εκπληρώσεις το ποιητικό αίτημα που είναι ο άνθρωπος. Αυτό νομίζω ότι γιορτάζουμε αύριο, 21 Μαρτίου, «Παγκόσμια ημέρα ποίησης». Το ποιητικό αίτημα να είσαι άνθρωπος, να δημιουργείς κάθε λεπτό τον κόσμο καθώς ο χρόνος φεύγει και χάνεται. Να μη χαθεί στα χαμένα. Να μη φουσκώσει ο Σκάμανδρος παίρνοντας το κορμί του διπλανού μας, του παιδιού μας και του γονιού μας, το κορμί που είμαστε, «για ένα πουκάμισο αδειανό». Αυτό γιορτάζουμε αύριο: Την αδιάκοπη ανάγκη να δημιουργούμε τη ζωή, δηλαδή την αδήριτη ανάγκη να μην εγκαταλείπουμε τον αγώνα. Εαρινή ισημερία, 21 Μαρτίου 2022, «Παγκόσμια μέρα ποίησης» κι ένας ακόμα πόλεμος δείχνει τη φρίκη του μπροστά στα μάτια μας: θερίζει το ποίημα που λέγεται άνθρωπος.
Κι αυτό το ποίημα είναι καθολικό, πράγμα που σημαίνει ότι κι ο θάνατός του είναι καθολικός. Τι ακριβώς δεν καταλαβαίνουμε; Τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε «δεν καταλαβαίνω την ποίηση»; Δεν καταλαβαίνω την ποίηση πάει να πει πως δεν καταλαβαίνω ότι ζω. Κι έτσι γίνομαι «σφάγιο των τυράννων», που θα έλεγε και ο Ανδρέας Κάλβος, χρόνια και χρόνια πριν από τον Γιώργο Σαραντάρη: «όσοι το χάλκεον χέρι / βαρύ του φόβου αισθάνονται, / ζυγόν δουλείας ας έχωσι˙/ θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία».
Και βέβαια αρετή και ελευθερία δεν γίνεται να υπάρξουν χωρίς ελεύθερη βούληση, χωρίς ελεύθερη σκέψη. Και ελεύθερη σκέψη δεν κατορθώνεται όταν σε θαμπώνουν «πλούτη ή μεγάλα ονόματα» ή όταν σε τυφλώνουν «σκήπτρων ακτίνες». Ο Ανδρέας Κάλβος το είχε καταλάβει. Εμείς; Τι καταλαβαίνουμε εμείς από όσα συμβαίνουν γύρω μας; Μας αρκεί να φρίττουμε; Μας αρκεί να απελπιζόμαστε; Μας αρκεί επιτέλους «να μην καταλαβαίνουμε» και να αναθέτουμε, ελαφρά τη καρδία, την ευθύνη των δικών μας σκέψεων «σε κείνους που ξέρουν καλύτερα από μας;» Αλλά τότε πού είναι η ποίηση; Πού είναι η ζωή μας; «Να έχεις το θάρρος να μεταχειρίζεσαι τον δικό σου νου» έλεγε ο Καντ. «Κατανοώ» λοιπόν σημαίνει «έχω το θάρρος να κατανοήσω». Να κατανοήσω το ποίημα, να κατανοήσω τον χρόνο, να κατανοήσω τον αριθμό, να κατανοήσω το Είναι και το Γίγνεσθαι. «Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση», θα πει ο Τίτος Πατρίκιος. Εκεί πάνω, εκεί ψηλά όπου διαλάμπει ο άνθρωπος. Όχι μόνο στις 21 Μαρτίου, αλλά διαρκώς και αδιαλείπτως. Αυτό γιορτάζουμε.
Χωρίς να ξεχνάμε ότι λίγο πιο κει διαμελίζεται η ζωή, διαμελίζεται το ποίημα και δεν πρόκειται ποτέ, ποτέ πια, να υπάρξει η δυνατότητα μιας ακόμα ευκαιρίας. «Όταν πεθαίνει ένας άνθρωπος, είναι όπως η πτώση ενός μεγάλου Έθνους» είχε γράψει ο Νομπελίστας Τσέσλαβ Μίλος. Επειδή χάνεται για πάντα η γλώσσα ενός μεγάλου Έθνους, χάνονται όλα τα ποιήματα που θα μπορούσαν να γραφτούν. Χάνεται για πάντα, δηλαδή στο διηνεκές, η δημιουργία. Το σύνολο της δημιουργίας. Ηττάται το καθολικό ποιητικό αίτημα. Αυτό το πτώμα περιφέρουν οι ανίδεοι νικητές δεμένο στο άρμα τους.
Αυτό ας θυμηθούμε αύριο που γιορτάζει η ποίηση: δεν υπάρχει πιο ποίημα από ένα άλλο ποίημα, πιο θάνατος από έναν άλλο θάνατο, πιο πόλεμος από ένα άλλο πόλεμο. Οι νεκροί στην Ουκρανία είναι το ίδιο νεκροί με τους νεκρούς των ορυχείων στην Αφρική, με τους νεκρούς του Πινοσέτ, με τους νεκρούς του Βιετνάμ, είναι το ίδιο νεκροί με τα ποιήματα που θάφτηκαν μαζί τους.
Ποιος είπε ότι το «γιορτάζω» δεν είναι η άλλη όψη τού «πενθώ»;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου