Ξεύρεις τὴν γῆ ὅποὺ ἀνθεῖ
φαιδρὰ πορτοκαλέα
καὶ κοκκινίζει ἡ σταφυλὴ
καὶ θάλλει ἡ ἐλαία;
Ὦ δὲν τὴν ἀγνοεῖ κανεὶς
Εἶναι ἡ γῆ ἡ Ἑλληνίς [...]
φαιδρὰ πορτοκαλέα
καὶ κοκκινίζει ἡ σταφυλὴ
καὶ θάλλει ἡ ἐλαία;
Ὦ δὲν τὴν ἀγνοεῖ κανεὶς
Εἶναι ἡ γῆ ἡ Ἑλληνίς [...]
(Ἄγγελος Βλάχος: Ἡ γῆ τῆς Ἑλλάδος)
Προσκολημμένος στόν ρομαντισμό καί σφοδρός πολέμιος τοῦ νατουραλισμοῦ καί τῶν κάθε εἴδους νεωτεριστικῶν ρευμάτων ὁ Ἄγγελος Βλάχος (πατέρας τοῦ Γεωργίου Βλάχου, ἐκδότη τῆς «Καθημερινῆς») κατήθυνε καί καθόριζε τά πνευματικά πράγματα τῆς ἐποχῆς του μέ τρόπο σχεδόν ἀπολυταρχικό. Τό κύρος του ἦταν ὄχι μόνο μεγάλο καί ἀδιαμφισβήτητο, ἀλλά καί ἐξουσιαστικό. Οἱ πάντες ὑπήκουαν στά νεύματά του, τά ὁποῖα συνιστοῦσαν κελεύσματα καθοριστικά.
Εἶχε σπουδάσει τη νομική ἐπιστήμη στήν Ἀθήνα, τό Βερολίνο καί τή Χαϊδελβέργη καί ἐκλέχτηκε βουλευτής μέ τό κόμμα τοῦ Χ. Τρικούπη. Διετέλεσε ὑπουργός σέ διάφορες ὑπηρεσιακές κυβερνήσεις καί πρεσβευτής στό Βερολίνο (1878). Σέ δύο περιόδους (1898-1901 καί 1906-1908) διηύθυνε τό Βασιλικό Θέατρο.
Ἐκτός ἀπό τήν πολιτική, λοιπόν, καί τή διπλωματία, διακόνησε μέ μεγάλο ζῆλο τή λογοτεχνία, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε ἔνθερμος δημιουργός ὅλων τῶν εἰδῶν τοῦ λόγου. Πέρα ἀπό τήν κριτική, τήν ὁποία ὑπηρέτησε μέ μεγαλύτερη ἐνεργητικότητα ἀπό ὅσην ἔπρεπε, ἔγραψε πεζογραφία, θέατρο καί ποίηση. Στήν τελευταία τά διαπιστευτήριά του εἶχαν καί τό μεγαλύτερο ἀντίκρυσμα. Γιά τά ἐν γένει προβλήματα τῆς Ἑλληνικῆς Ποίησης συγκρούσθηκε σφοδρά μέ τόν Ἐμμανουήλ Ροΐδη (1877). Μετέφρασε Σίλερ, Χάϊνε, Σαίξπηρ, Ρακίνα καί Λαμαρτίνο, ἐνῶ ἀξιόλογο καί πληρέστατο παραμένει τό "Ἑλληνογαλλικό Λεξικόν" του.
Τά ποιήματά του, λυρικά καί σατυρικά κατά τό πλεῖστον, συνοψίζονται στίς ἐξῆς συλλογές: "Ἡώς" (1857), "Ὧραι" (1870), "Φειδίας καί Περικλῆς" (1863), "Στίχοι" (1865) καί "Λυρικά Ποιήματα" (1875).
Τά "Λυρικά Ποιήματα" τοῦ 1875 ἦταν ἡ καλύτερη προσφορά του στήν ποίηση. Ἐκεῖ ὑπάρχουν στιγμές πού ξεχνάει τή συντηρητική του ἰδεολογία στήν αἰσθητική, ἀπελευθερώνεται, δέν βλέπει μπροστά του νατουραλιστικά φαντάσματα, ἀφήνει κατά μέρος τόν ρομαντισμό, βλέπει μόνο τό ποιητικό γεγονός καί τό ἀντιμετωπίζει μέ καθαρή καρδιά καί αἰσθήματα ποιότητας. Τί κρίμα, ἕνας στρατευμένος τῆς ὑπερσυντηρητικῆς ἰδεολογίας, ἔνιωθε μόνο ἕνα χρέος στή συνείδησή του: πῶς νά ὑπερασπισθεῖ, δηλαδή, πιό ἀποτελεσματικά τούς Σούτσους, Καρασούτσα, Ζαλακώστα κλπ, ἐκπροσώπους τῆς Ἀθηναϊκῆς Σχολῆς πού ἔβαινε ὁλοταχῶς πρός τή δύση της.
Αὐτές οἱ καθαρές στιγμές τῆς ποίησής του μέ τίς χαρίεσσες λυρικές ἐκπυρσοκροτήσεις καί τίς κάποιες ἐπώδυνες νοσταλγικές ἀναστροφές ἦταν, τελικά, πολύ λίγες γιά τό πληθωρικό του ταλέντο. Καίρια ὑπῆρξε ἡ συμβολή του στὴν καλλιέργεια τῆς ποίησης γιὰ παιδιὰ μὲ πολὺ γνωστὰ ποιήματα ὅπως «Τὸ ἐκκλησάκι», «Τὸ ἀηδονάκι» καὶ πολλά ἄλλα. Παρὰ τὰ συχνὰ λάθη του στὴ μετρικὴ καὶ τὶς μουσικὲς ἀπροσεξίες τὸ ποιητικό του ταλέντο δὲν μποροῦσε νὰ κρυφτεῖ.
Ἔτσι, κυριολεκτικά, ἔχασε τήν εὐκαιρία νά δώσει καλύτερα πράγματα στήν ποίηση, ἐνῶ εἶχε ὅλες τίς προϋποθέσεις. Τόν τύφλωσε ἡ δύναμή του καί ἡ ἐντελῶς λανθασμένη κατεύθυνση τοῦ βλέμματός του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου