2.3.19

Τόλης Νικηφόρου: «Ίχνη του δέους»



«είμαι όσα μου δόθηκαν»: Με αυτόν τον στίχο ξεκινά ένα ποίημα του Τόλη Νικηφόρου από τη συλλογή του Γαλάζιο βαθύ σαν αντίο (Νέα Πορεία, 1999). Μια σαφής δήλωση αυτοπροσδιορισμού, που παραπέμπει στις καταβολές του ποιητή. Η πρόσφατη έκδοση με τον εύστοχο τίτλο Ίχνη του δέους αποτελεί μια επιλογή ποιημάτων του Τόλη Νικηφόρου από το μακρινό και πρώιμο 1966 ως περίπου το σήμερα, που επιτρέπει να ανιχνεύσουμε στη μακρά ποιητική πορεία του δημιουργού αυτά που του δόθηκαν, τα σημάδια που έγραψαν πάνω του και αποτυπώθηκαν στα ποιήματά του. Δεκαεπτά ποιητικές συλλογές
(ακόμη τρεις αφορούν συγκεντρωτικές εκδόσεις) αριθμούνται στο corpus των έργων του Νικηφόρου, στο οποίο φυσικά δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε πως εμπεριέχονται και τα πολύ ιδιαίτερα πεζά του, κάποια με αυτοαναφορικές και μνημονικές καταγραφές, που επίσης διευκολύνουν την πρόσβαση στον συγγραφικό κόσμο του. Ωστόσο, στην παρούσα έκδοση η επιλογή αφορά το ποιητικό του έργο.
Ο Νικηφόρου είναι αναμφίβολα ένας ποιητής που ενσωματώνει στο έργο του τις κοινωνικές ανησυχίες, τα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα, προσφέροντας τη δική του θέση (πόσο πολύτιμο αυτό, αλλά και σχετικά σπάνιο στους ποιητές) στα δρώμενα γύρω του. Αυτή η σημαντική συνιστώσα του έργου του είναι εμφανέστερη στα πρώτα έργα του, απότοκο μιας επαναστατημένης συνείδησης και μιας ελπίδας για το προσδόκιμο μιας αλλαγής του πάσχοντος κόσμου. Ο ποιητής, πάντα δίπλα στον άνθρωπο, με κατανόηση και ελπίδα, παρατηρεί και καταγράφει, εντοπίζει και προτείνει τη μικρή έστω επιδιόρθωση στα κακώς κείμενα. Εμφανώς τοποθετημένος σ’ αυτή την οπτική της ποίησης, με έναν λόγο σύγχρονο, επίκαιρο, ζωντανό, αντιλαμβάνεται και την προσωπική ποιητική του προσφορά:
σε μια ρωγμή του τοίχου
σε μια σχισμή του βράχου
στην έρημο άγριο φυτό
να ζήσω ήμουν ταγμένος
και ν’ ανθίσω 
με τα ελάχιστα της γης
και τα πιο λίγα τ’ ουρανού
με το βαθύ γαλάζιο
και το κόκκινο
με το δικό σου χνώτο
να φλέγομαι ταγμένος
να φλέγομαι και να ονειρεύομαι
με όλες τις αισθήσεις μου
με την ψυχή μου
θα ’ναι δικός μας αύριο ο κόσμος
(από τη συλλογή Φωτεινά παράθυρα, Μανδραγόρας, 2014)
Ωστόσο, ακόμη και σ’ αυτές τις καταθέσεις καταφαίνεται ένας σκεπτικισμός, που αργότερα θα αποτελέσει τον πυρήνα των σχετικών του ποιημάτων.
ματώνεις ολημέρα στον τροχό
σαν έρθουν τα βαθιά μεσάνυχτα
βάφεις με το αίμα
κόκκινο έναν χαρταετό
και τον υψώνεις με σπασμένα δάχτυλα
στον ουρανό να λάμπει σαν αστέρι
κάθεσαι στο παράθυρο μετά
μακριά τον βλέπεις και δακρύζεις
έτσι γεννιέται τ’ όνειρο
(από τη συλλογή Το μυστικό αλφάβητο, Μανδραγόρας, 2010)
Ο ποιητής, πάντα δίπλα στον άνθρωπο, με κατανόηση και ελπίδα, παρατηρεί και καταγράφει, εντοπίζει και προτείνει τη μικρή έστω επιδιόρθωση στα κακώς κείμενα.
Σε όλο το έργο του, διαχρονικά, συναντάμε τον αγαπημένο γενέθλιο τόπο, τη Θεσσαλονίκη, που έρχεται ως καταβολή, ως μνήμη από τα παιδικά κιόλα χρόνια, ως έμπνευση και αφορμή για το ξετύλιγμα του ποιητικού του λόγου, χωρίς να απαιτείται συχνά η αναφορά στο όνομα της πόλης, αφού αυτή είναι παρούσα πίσω από εικόνες οικείες.
[…]
παγκόσμια πόλη ελληνική
αρσενική σαν τον βαρδάρη της
σαν τα ρεμπέτικα τραγούδια και τα καλντερίμια της
γυναίκα σαν την απεραντοσύνη 
και σαν τον ήλιο στον φιλόξενό της κόλπο
μεθυστικά όταν βασιλεύει
(από τη συλλογή Την κοκκινόμαυρη ανεμίζοντας της ουτοπίας, Νέα Πορεία, 1997)
Αν κάποιος ονόμαζε τον Νικηφόρου ερωτικό ποιητή, χωρίς να παραγνωρίσει φυσικά τις άλλες συνιστώσες της θεματικής του, θα είχε δίκιο. Ο έρωτας παρεισφρέει σε κάθε τι που γράφει, χρωματίζει ως αίσθηση τις μνήμες του. Παλιά και καινούργια ποιήματα συμπεριελήφθησαν στη συγκεντρωτική έκδοση του Μανδραγόρα το 2015 (Ρίγος αιχμάλωτο στον ήχο της φωνής σου – 63 ποιήματα για τον έρωτα και την αγάπη). Στην τωρινή έκδοση συναντάμε κάποια από αυτά. Ευάλωτος στη γυναικεία παρουσία, ο Νικηφόρου ενσωματώνει στα ποιήματά του αλλού ονόματα και αλλού αόριστα φευγαλέα περάσματα· όλα με την ίδια ερωτική διάθεση που τον χαρακτηρίζει. Έτσι όπως έχουμε την ευκαιρία στην τωρινή έκδοση να ανατρέξουμε στο τότε και το τώρα του Νικηφόρου, βλέπουμε τον έρωτα που τον καθοδηγεί στους πιο αβέβαιους και στενούς, αλλά και τόσο γοητευτικούς δρόμους. Κι όταν το ερωτικό σφρίγος μεταλλάσσεται σε βαθιά αγάπη, τότε νιώθεις πως ο ποιητής εξελίσσεται κι αυτός μέσα στο πέρασμα του χρόνου, εκτιμά το εύρος του αισθήματος, τη συμπόρευση των προσώπων, ενισχύοντας το χαρακτηριστικό της ποίησής του: μια ποίηση που συνιστά απόλυτη κατάφαση στη ζωή.
τα πιο ωραία ποιήματα 
γράφονται χωρίς λέξεις
οι πιο μεγάλοι έρωτες
δεν γράφονται ποτέ
μια φλόγα είναι η ιστορία τους
που λιώνει το μολύβι
που κάνει στάχτη το χαρτί
και παραμένει μυστική
εκστατική
ένα άρωμα που δεν διαλύεται
στον άνεμο του χρόνου
οι πιο μεγάλοι έρωτες
αθώοι ταυτόχρονα
και καταχθόνιοι συνωμότες
στο μισοσκόταδο θροΐζουν
ανάσα ή άγγιγμα 
σε μια μεταξωτή κουρτίνα
και χάδι σε βελούδινο κορμί
τα μαγικά τους δευτερόλεπτα
είναι το ρίγος της ζωής
ισόθεο με το δέος του θανάτου
(από τη συλλογή Φωτεινά παράθυρα, 2014)
Διαβάζοντας τα επιλεγμένα ποιήματα από την τελευταία συλλογή του (Φλόγα απ’ τη στάχτη, Μανδραγόρας, 2017) είναι εμφανής η διάθεση ενός απολογισμού ζωής και δημιουργικής πορείας. Και είναι κυρίως εκεί που αναδεικνύεται ο τρόπος με τον οποίον ο Νικηφόρου εννοεί τη ζωή:
να αποδεχτείς τη ματαιότητα
το σκοτεινό μηδενικό
που καθημερινά στα βήματά μας ενεδρεύει
να ζήσεις πάντα διψασμένος
ερωτευμένος με τα θαύματα
λες κι είσαι δεκαοχτώ χρονών
λες και δεν πρόκειται αύριο
να γίνουν όλα στάχτη
ή ακριβώς γι’ αυτό
όχι λοιπόν στη ματαιοδοξία
και ναι στα εκστατικά
στα θαμπωμένα μάτια
ναι στο μολύβι που επιμένει
ένα μολύβι που πεθαίνει
ανυπότακτο
(«Στάση ζωής»)
Πώς συνοψίζεται η στάση ζωής, αλλά και πώς προσδιορίζεται ο βαθύτερος χαρακτήρας της μέσα από την τραγικότητα της παραπάνω φράσης:ή ακριβώς γι’ αυτό! Όλος ο ψυχικός κόσμος διάφανος μέσα από την τραγική διαπίστωση. Η αποδοχή του σκοτεινού μηδενικού, της ματαιότητας. Από αυτό το σημείο της συνειδητής παρέμβασης στη ζωή αρχίζει η δημιουργική πορεία του θνητού και πεπερασμένου όντος, που διαφορετικά θα υπέμενε αγόγγυστα τη μηδαμινότητά του, ενώ τώρα ορθώνεται πιο ψηλά από τις δυνάμεις (αόρατες και παντοδύναμες τάχα) που υποκλίνονται μπροστά στη σισύφεια ελευθερία. Ο Νικηφόρου, σαν γνήσιος ποιητής που είναι, δεν διστάζει να προτείνει τη συνειδητή στάση της επίγνωσης απέναντι στη μάταιη αναζήτηση του ανθρώπου για απαντήσεις στα ερωτήματά του και στην ταυτόχρονη σιωπή του κόσμου.
[…]
όρθιος
στο μονοπάτι προς μια κορυφή
που δεν υπάρχει
(«Όρθιος»)
nikiforou tolisΟ Πέτρος Γκολίτσης στο Επίμετρο επιχειρεί μια ενδελεχή αποτίμηση του ποιητικού έργου του Τόλη Νικηφόρου διατρέχοντας τις ποιητικές του συλλογές από το 1966 ως το 2017. Ευφυής και εύστοχος ο τίτλος της μελέτης του («Μεταξύ γείωσης και μυστικισμού ή κοιτώντας στα μάτια το θηρίο») δίνει τη φυσιογνωμία του ποιητή· ο κοινωνικός χαρακτήρας μιας ποίησης που πάντα είναι δίπλα στον άνθρωπο, αλλά και που επιλέγει τη φυγή της προς τα υπαρξιακά ερωτήματα, προκειμένου να αναμετρηθεί με την άλλη όψη του κόσμου και αποτολμώντας μια κάθαρση, που μπορεί να έχει προσωπικό χαρακτήρα, ωστόσο αγγίζει ιαματικά και τον αποδέκτη της ποίησης. Με τον τρόπο αυτόν ο Γκολίτσης ολοκληρώνει το έργο της ενδιαφέρουσας αυτής έκδοσης, όχι μόνον επιλέγοντας και ανθολογώντας από την ποίηση του Νικηφόρου, αλλά και προσφέροντας την κριτική ματιά του ως οδηγό στην ανάγνωση του ποιητή.

Ίχνη του δέους
Επιλεγμένα ποιήματα 1966-2017
Τόλης Νικηφόρου
Ρώμη
296 σελ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: