της Ευγενίας Μπογιάνου
«...είμαι ευτυχισμένος/ που οδηγούμε το αυτοκίνητο με τον αδερφό μου/ και πίνουμε Old Crow από το μπουκάλι./ Δεν έχουμε κάπου συγκεκριμένα να πάμε,/ απλώς οδηγούμε./ Μια στιγμή να κλείσω τα μάτια μου/ και θα χαθώ, κι όμως/ ευχαρίστως θα ξάπλωνα και θα κοιμόμουν για πάντα/ στο πλάι αυτού του δρόμου./ Ο αδελφός μου με σκουντάει./ Από στιγμή σε στιγμή κάτι θα γίνει, το ξέρω». Στο παραπάνω ποίημα του Κάρβερ -ο ίδιος άλλωστε αντιμετώπιζε τη συγγραφή ενός ποιήματος ή ενός διηγήματος με τον ίδιο τρόπο- συμπυκνώνεται όλη η ουσία της ιδιοσυγκρασίας και της κατάστασης των ηρώων του: άνθρωποι που ζουν την καθημερινότητά τους μπαίνοντας σ’ αυτήν όπως μπαίνεις σε μια επικίνδυνη περιπέτεια, νιώθοντας ευγνωμοσύνη για το ίδιο το θαύμα της
ύπαρξης, πίνοντας, καπνίζοντας και οδηγώντας, σίγουροι γι’ αυτό το κάτι που μπορεί να συμβεί, χωρίς να έχει ιδιαίτερη σημασία αν συμβαίνει ή δεν συμβαίνει εντέλει. Τους ίδιους ήρωες, που δεν πρόδωσε ποτέ, γιατί ήταν ένας από αυτούς, συναντάμε στα διηγήματα του «Ελέφαντα» που κυκλοφόρησε πρόσφατα, σε πολύ καλή μετάφραση της Τρισεύγενης Παπαϊωάννου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Πρόκειται για τα τελευταία διηγήματα που έγραψε και εξέδωσε ο Κάρβερ, τριάντα χρόνια πριν, το φθινόπωρο του ΄88, λίγο πριν πεθάνει από καρκίνο. Άνθρωποι που μετεωρίζονται σε ένα αέναο παρόν, καραβοτσακισμένοι, απόκληροι, χωρισμένοι κατά κανόνα, από διαλυμένες οικογένειες και σκληρές παιδικές ηλικίες, άνθρωποι που δεν χωράνε μέσα στα αμερικανικά όνειρα και στις αμερικανικές αυταπάτες, που παλεύουν να πληρώσουν το νοίκι τους και να συντηρήσουν τα παιδιά τους, παρακολουθώντας τη ζωή να κυλά έξω από το παράθυρό τους. Μέσα στις λάσπες σίγουρα, αλλά μη χάνοντας ούτε λεπτό τη δυνατότητα να μπορούν να κοιτάξουν ψηλά. Ο Κάρβερ στοχεύει στη λεπτομέρεια και αναδεικνύει τα αφανή. Στον συγγραφικό του κόσμο μια κίνηση μπορεί να γίνει ύψιστη χειρονομία τρυφερότητας. Το ίδιο εύκολα όμως μπορεί να γίνει σκληρή και αμετάκλητη απόρριψη. Όλα είναι φαινομενικά κανονικά. Κάτι που επιτείνει ο τρόπος που είναι γραμμένες οι φράσεις: αποστασιοποιημένες, ήπιες, χωρίς δράματα, ψυχρές, με ένα υποδόριο χιούμορ που υπονομεύει διαρκώς τη σοβαρότητα. Η ζωή είναι αυτή που είναι. Για γέλια. Για κλάματα. Ο παραλογισμός της ύπαρξης είναι το μέγα θαύμα και το μέγα δράμα. Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από την ίδια τη ζωή. Ο Κάρβερ μετατοπίζει διαρκώς το κέντρο βάρους της αφήγησης. Όλα μοιάζουν να έχουν ένα κρυφό νόημα: ο τρόπος που κάποιος κουρεύει το γκαζόν, τα τσαλακωμένα σεντόνια, τα ξέστρωτα κρεβάτια, τα φύλλα στις άκρες του κήπου. Στο «Θέλημα», ο μεγάλος Τσέχοφ κείτεται νεκρός, ο φακός του Κάρβερ όμως -σε μια αριστοτεχνική μεγαλειώδη σύλληψη- εστιάζει στον φελλό τού μπουκαλιού της σαμπάνιας που βρίσκεται πεταμένος στο πάτωμα. Όλα όσα μπορούν να ειπωθούν και άλλα τόσα όμως που φωλιάζουν μέσα στη σιωπή συναποτελούν μια εικόνα: αυτήν του πεταμένου φελλού. Ο Κάρβερ δεν γράφει για να εξηγήσει τον κόσμο, γράφει για να τον κατανοήσει. Ο ίδιος πρώτα. Παραμένοντας έκπληκτος μέχρι το τέλος. Και συμπονετικός. Βαθιά και ολοκληρωτικά συμπονετικός. Δίχως ενστάσεις για τις αδυναμίες. Ο άνθρωπος δεν τελειώνει πουθενά, μας λέει. Είμαστε όλοι «επιζώντες». Σε ένα «τώρα» εφιαλτικό και παρήγορο. Σε ένα «τώρα» που περικλείει όλα τα «πριν» και όλα τα «μετά». Δύο μήνες πριν τον θάνατό του έλεγε στους "New York Times": «Έχω πολλά ψάρια να πιάσω, πολλές ιστορίες και πολλά ποιήματα να γράψω». Θα μας λείπει πάντα η γεύση αυτών των ψαριών που δεν έπιασε. Θα λείπουν οι ιστορίες που δεν πρόλαβε να διηγηθεί.
Ρέιμοντ Κάρβερ,
Ελέφαντας Εκδ. Μεταίχμιο Μετάφραση: Τρισεύγενη Παπαϊωάννου 160 σελ. Τιμή: 11 ευρώ
http://www.avgi.gr/article/10976/9691832/kaneis-den-mporei-na-xephygei-apo-ten-idia-te-zoe?fbclid=IwAR2RcoMFskOvdlOUTM4jQbSS7o8D285MQyHyj4RWadM54X9BoI9RIuv10lQ#
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου