λαϊκή του Σαββάτου
καροτσάκια λαϊκής ματωμένα
είχαμε κουβαλήσει μ’ αυτά τους νεκρούς
αντί πατάτες φρούτα
ρολά υγείας φτηνά
και βρακιά απ’ τα πανέρια
που σου γυάλιζαν εσένα
και μια χεριά γλαδιόλες
ευκαιρία να τις παίρνεις το Σάββατο
τσάμπα πράμα
να ομορφαίνει το σπίτι
που θα κατέφθαναν φίλοι
για τα κρασιά
μουσικές και τα γέλια
να ιδωθούμε
να μην ξεχνιόμαστε
κι απάνω στο κρασί να φουντώσει η κουβέντα
να μου βρίσεις την αναρχία
να σου βρίσω τη μάνα
και να παρέμβουν οι ισορροπιστές
να πέσουμε πάνω τους να τους φάμε
να ζήσουμε για την εκτόνωση
έναν μικρό μικρούλη πόλεμο
είχαμε κουβαλήσει μ’ αυτά τους νεκρούς
αντί πατάτες φρούτα
ρολά υγείας φτηνά
και βρακιά απ’ τα πανέρια
που σου γυάλιζαν εσένα
και μια χεριά γλαδιόλες
ευκαιρία να τις παίρνεις το Σάββατο
τσάμπα πράμα
να ομορφαίνει το σπίτι
που θα κατέφθαναν φίλοι
για τα κρασιά
μουσικές και τα γέλια
να ιδωθούμε
να μην ξεχνιόμαστε
κι απάνω στο κρασί να φουντώσει η κουβέντα
να μου βρίσεις την αναρχία
να σου βρίσω τη μάνα
και να παρέμβουν οι ισορροπιστές
να πέσουμε πάνω τους να τους φάμε
να ζήσουμε για την εκτόνωση
έναν μικρό μικρούλη πόλεμο
σήμερα τα καρότσια είχαν αίματα
ο μεγάλος ο πόλεμος
είχε αρχίσει
ο μεγάλος ο πόλεμος
είχε αρχίσει
***
φωτογράφος ζητείται για το κενό
δεν έχω ούτε μια φωτογραφία σου
που να λέει πώς ήσουν πριν να γεννηθείς
υπήρχες;
δεν υπήρχες;
σ’ ονειρεύτηκε η μάνα σου ή σ’ έκλεψε
από έναν κόσμο που όλα
ήταν καλύτερα: τα κορίτσια πράσινα
τα χωράφια μέλι
κι οι άντρες νοσταλγοί
μιας θηλυκής μαγείας
εξανθρωπίζονταν
που να λέει πώς ήσουν πριν να γεννηθείς
υπήρχες;
δεν υπήρχες;
σ’ ονειρεύτηκε η μάνα σου ή σ’ έκλεψε
από έναν κόσμο που όλα
ήταν καλύτερα: τα κορίτσια πράσινα
τα χωράφια μέλι
κι οι άντρες νοσταλγοί
μιας θηλυκής μαγείας
εξανθρωπίζονταν
βρήκες κόσμο αντίστροφα με τις ρόδες
τρακάρισες γιατρό κι έπαψες να πηγαίνεις
έκτοτε στάση: ζεις - γερνάς - πεθαίνεις
ακίνητος ανάμεσα σ’ ακίνητους ανάμεσα σε πόνο
κι ούτε μια φωτογραφία σου δεν έχω
που να λέει πώς ήσουν πριν να γεννηθείς
και πως υπήρχες
έτσι ώστε να βεβαίωνα
πως καταλήξαμε εδώ
από μιας μάνας κλέψιμο
κατά λάθος
και μόνο
τρακάρισες γιατρό κι έπαψες να πηγαίνεις
έκτοτε στάση: ζεις - γερνάς - πεθαίνεις
ακίνητος ανάμεσα σ’ ακίνητους ανάμεσα σε πόνο
κι ούτε μια φωτογραφία σου δεν έχω
που να λέει πώς ήσουν πριν να γεννηθείς
και πως υπήρχες
έτσι ώστε να βεβαίωνα
πως καταλήξαμε εδώ
από μιας μάνας κλέψιμο
κατά λάθος
και μόνο
*Από τη συλλογή “μισέρημος”, εκδ. Μανδραγόρας 2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου