Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //
Υπήρξε μεγάλο κεφάλαιο σε εποχές δύσκολες ο Κωστής Παλαμάς: Εθνικός ποιητής, προφητικός και επαναστατικός, ωστόσο σύγχρονος εφόσον είναι διαχρονικός, λυρικός, στη ζωή και στο θάνατό του συγκεντρώθηκε όλη η Ελλάδα.
Οφείλω να ομολογήσω ότι ανήκω στα τυχερά εκείνα παιδιά που μια φιλόλογος μάς τον χάρισε ήδη από το σχολείο, ακόμα ακούω τη μουσική του στους «Καημούς της Λιμνοθάλασσας, τους πόθους και τα πάθη της φυλής μας.
Η δυσκολία της εποχής τον επανέφερε στο προσκήνιο, όπως όλα τα τιμαλφή. Και ο βραβευμένος συγγραφέας και μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, Κώστας Χατζηαντωνίου, μας χαρίζει μια ανθολογία του αντιπροσωπευτική και σημαντική που κυκλοφόρησε προσφάτως από τον Κέδρο.
«Η κρίση που ζούμε τα τελευταία χρόνια κι ένα περιβάλλον παρακμής που θυμίζει τις αρχές του 20ου αιώνα, κάνουν και πάλι τον Παλαμά σύγχρονο», ο κύριος Χατζηαντωνίου θα μας πει: «Σύγχρονο ως προς τις ιδέες και τη δύναμη που πρέπει να βρει μέσα του ένας λαός για να αναστυλωθεί αλλά και ένας δημιουργός που ζητά νέους ποιητικούς δρόμους καθώς η εξάντληση και το αδιέξοδο όλων των ποιητικών τρόπων είναι πια εμφανές γεγονός και οδηγεί στην αναζήτηση αξιών για μια νέα εκκίνηση.»
Και θα μιλήσει στον Φιλελεύθερο για τον Παλαμά και τη σημαντικότητα του Παλαμικού έργου.
-Κύριε Χατζηαντωνίου 160 χρόνια από τη γέννησή του και 75 από τον θάνατό του, θα πρέπει να ανακαλύψουμε εκ νέου τον Κωστή Παλαμά;
Μοίρα των ποιητών και του έργου τους δεν είναι μια σκονισμένη βιβλιοθήκη που μας συνδέει με το παρελθόν. Υπάρχουν έργα που διαπερνούν το χρόνο. Αρκεί να δούμε με άλλη ματιά τη βαθύτερη ουσία τους. Αυτή η άλλη ματιά θα μας αποκαλύψει πως ο Κωστής Παλαμάς είναι πολύτιμος και σήμερα, τόσο για την αισθητική αξία και την ποιητική τεχνική όσο και για την κριτική του οξύνοια.
-Είστε μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά και έχετε ανθολογήσει ξανά Παλαμά. Τι είναι για σας ο Κωστής Παλαμάς; Η πρώτη γνωριμία μαζί του;
Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για τον Κωστή Παλαμά αναθερμαίνεται και το Ίδρυμα Κωστή Παλαμά έχει αρχίσει την οριστική, φιλολογική έκδοση των Απάντων του. Η πρώτη γνωριμία με την ποίηση του Παλαμά, όπως και γενικότερα με την ποίηση στα σχολεία μας, δυστυχώς ήταν αποσπασματική. Ήταν αρκετή ωστόσο μια πιο προσεκτική ανάγνωση, μερικά χρόνια αργότερα, για να αντιληφθώ όχι μόνο την ιστορική σημασία του έργου του –που ταυτίζεται με μια κρίσιμη περίοδο του νέου ελληνισμού– αλλά και το πόσο σύγχρονος μπορεί να είναι αν διαβαστεί όπως πρέπει.
-Ο θάνατός του στις 27 Φεβρουαρίου το 1943 συγκλόνισε τον ελληνικό λαό και η κηδεία του την άλλη μέρα έγινε αντιστασιακή πράξη, με τον Σικελιανό να απαγγέλλει το «Ηχήστε οι σάλπιγγες… Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα» και με τον Κατσίμπαλη να ψέλνει τον Εθνικό Ύμνο και να παρασύρει όλο τον Ελληνικό λαό, παρόντων των εκπροσώπων των δυνάμεων Κατοχής. Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει πει ότι «Ο Παλαμάς είχε μεγαλύτερη επιρροή από δέκα Πρωθυπουργούς». Τι άλλαξε μετά; Γιατί φάνηκε σα να ξεχάσαμε τον Κωστή Παλαμά;
Πράγματι. Τις τελευταίες δεκαετίες φάνηκε να υποβαθμίζεται το έργο του Παλαμά κι η σημασία του στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Προτιμούμε να είμαστε επικαιρικοί κι όχι επίκαιροι. Είναι ανθρώπινο, βέβαια, οι προτιμήσεις μας να ακολουθούν πολιτικές προκαταλήψεις και αισθητικές επιλογές που το κοινωνικό περιβάλλον και η ιστορική περίσταση επιβάλλουν. Το πρόβλημα αρχίζει από τη στιγμή που η γνωριμία με ένα έργο είναι ρηχή, επιφανειακή, με συνέπεια οι εκτιμήσεις να γίνονται άδικες. Η ίδια όμως αιτία, η ιστορική περίσταση, μπορεί να ξαναφέρει έναν ποιητή στο προσκήνιο. Φρονώ πως αυτό συμβαίνει και με τον Κωστή Παλαμά. Δεν είναι μόνο η φιλολογική αναθέρμανση αλλά μια κοινωνική ανάγκη που τον φέρνει πάλι πλάι μας.
-«Ο δίχως αμφιβολία μεγαλύτερος νεοέλληνας κριτικός», κατά τον Καραντώνη. Αλήθεια ποιους ποιητές, συγγραφείς «χρωστάμε» στον Κωστή Παλαμά;
Η κριτική οξύνοια του Παλαμά σήμερα δεν αμφισβητείται ούτε από αυτούς που παραμένουν επιφυλακτικοί με την ποίησή του. Πέρα από την «ανακάλυψη» του Ανδρέα Κάλβου (με την περίφημη ομιλία στον «Παρνασσό»), τεράστια είναι η οφειλή του Σικελιανού και της γενιάς του Τριάντα. Με την πνευματική του ακεραιότητα ο Παλαμάς θα καλωσορίσει και τον Γιάννη Ρίτσο (με το γνωστό «παραμερίζουμε ποιητή για να περάσεις»), με αισθητικά κριτήρια και λόγια που δεν είπε για άλλους, πιο κοντινούς του ποιητές.
-Ωστόσο κατηγορήθηκε από τους συγχρόνους του επειδή ανήκε στη «σχολή της κριτικής των αρετών», εξαίροντας το σημαντικό – ωστόσο αυτό δεν είναι αρκετό;
Ο υποκειμενικός χαρακτήρας της κριτικής και η θέσπιση αντικειμενικών αισθητικών κριτηρίων είναι ένα ζήτημα που πάντα θα γεννά συζητήσεις. Με δεδομένα την ανεπάρκεια του χρόνου, την ευγένεια αλλά κυρίως με έγνοια για την κριτική αποτελεσματικότητα των γραπτών του, ο Παλαμάς είχε συνειδητοποιήσει πως το κριτήριο του αναγνώστη καλλιεργείται αρτιότερα με την παράθεση των αρετών ενός έργου. Το έργο μένει. Κι αυτό τελικά συγκροτεί την ιστορία των γραμμάτων.
-Προτάθηκε για Νόμπελ, τόλμησε, διώχθηκε για τις γλωσσικές πεποιθήσεις του. Πώς αποδέχθηκε τον Παλαμά η δική του εποχή;
Δυστυχώς η ημιμάθεια έχει κατατάξει τον Κωστή Παλαμά σε ένα χώρο συντηρητικό. Ο Παλαμάς υπήρξε επαναστάτης στον καιρό του, επαναστάτης γλωσσικά, αισθητικά, πολιτικά. Αρκεί η ανάγνωση των Σατιρικών Γυμνασμάτων για να αντιληφθεί κανείς αυτή την αλήθεια, τη στάση που μοιραία γέννησε έντονη εχθρότητα πριν επιβληθεί ως εθνικός ποιητής.
-Κύριε Χατζηαντωνίου, γιατί ειδικά στην εποχή μας πρέπει να ξαναδιαβάσουμε Κωστή Παλαμά;
Η κρίση που ζούμε τα τελευταία χρόνια κι ένα περιβάλλον παρακμής που θυμίζει τις αρχές του 20ου αιώνα, κάνουν και πάλι τον Παλαμά σύγχρονο. Σύγχρονο ως προς τις ιδέες και τη δύναμη που πρέπει να βρει μέσα του ένας λαός για να αναστυλωθεί αλλά και ένας δημιουργός που ζητά νέους ποιητικούς δρόμους καθώς η εξάντληση και το αδιέξοδο όλων των ποιητικών τρόπων είναι πια εμφανές γεγονός και οδηγεί στην αναζήτηση αξιών για μια νέα εκκίνηση.
-Στίχοι του στους οποίους καταφεύγετε; Έργα του που αγαπάτε πιο πολύ;
Σε ένα έργο τεράστιο και πολύμορφο, ψυχικές διαθέσεις της στιγμής στρέφουν άλλοτε προς τον ερωτικό Παλαμά, άλλοτε στον μελαγχολικό της Φοινικιάς, άλλοτε στον ελληνολάτρη κι άλλοτε στον σατιρικό μαστιγωτή. Πάντοτε όμως θυμάμαι την έξοχη αυτοπεριγραφή του, στον Δωδεκάλογο του Γύφτου:
«Εμείς δε γονατίσαμε σκυφτοί/ τα πόδια να φιλήσουμε του δυνατού,/ σαν τα σκουλήκια που πατεί μας./ Μα για ν’ αντισταθή με το σπαθί/ βρέθηκε σαν πολύ στοχαστική,/ και σαν πολύ ονειρόπλεχτη η ψυχή μας».
Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο
http://fractalart.gr/kostas-chatziantonioy/?fbclid=IwAR1mz5shXXyBgPdTZzaWv4rBAbnDBdQx4FSM82r4tmJJlM0BKlYfuLmwcVQ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου