1.12.19

Τα βιβλία δεν γράφονται στα διαλείμματα της ζωής

Επιμέλεια: Μισέλ Φάις 
 Δέκα ερωτήσεις, περισσότερο αφορμές και σπινθήρες για μια συνομιλία, ανάμεσα σ’ έναν επίμονο αναγνώστη κι ένα πρόσωπο της γραφής. Σήμερα o Ιάκωβος Ανυφαντάκης, απέναντι σ’ ένα ερωτηματολόγιο που επιχειρεί να ψηλαφίσει, εντός κι εκτός αφηγηματικής επιφάνειας, διαθέσεις, εμμονές, αναγωγές.
 • Γράφετε συνεχώς το ίδιο βιβλίο ή στο έργο σας εντοπίζετε τομές και ασυνέχειες;
 Τα βιβλία δεν γράφονται στα διαλείμματα της ζωής. Οι αλλαγές σε αυτήν, μεγάλες και μικρές, τα
καθορίζουν. Χωρίς να έχω διάθεση αυτοβιογραφίας, οι μεταναστεύσεις, οι εκκωφαντικές αποτυχίες, οι ασήμαντες ή αξέχαστες εμπειρίες, όλες, κάπως περνάνε στο τι αποφασίζω να γράψω.
 • Εκτός από τη λογοτεχνία, τι άλλο καθορίζει και φωτίζει το έργο σας…
 Το τελευταίο βιβλίο ξεκίνησε από ένα άρθρο στον Guardian. Δύο πτώματα έπεσαν από τον ουρανό στο Λονδίνο. Δύο άντρες είχαν κρυφτεί στους τροχούς ενός αεροπλάνου κυνηγώντας το όνειρο της Ευρώπης και πέθαναν από το ψύχος στα 30.000 πόδια. Η ιστορία με συγκλόνισε. Και σκέφτηκα ότι θα έκανε καλή αρχή για ένα αστυνομικό βιβλίο. Τελικά νομίζω ότι δεν έγραψα ένα αστυνομικό, αλλά έτσι ξεκινάει. Ελπίζω να απάντησα στην ερώτησή σας.
 • Υπάρχει κάποιο βιβλίο που βιαστήκατε να το παραδώσετε στον εκδότη σας και κάποιο άλλο που το απωθείτε, το «φοβάστε» μέχρι σήμερα…
 Υπάρχουν βιβλία που δεν έχω δώσει και μάλλον καλά έχω κάνει. Δεν αξίζουν όλα όσα γράφουμε τον θάνατο ενός δέντρου. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μάλλον τίποτα δεν τον αξίζει…
 • Τρεις τίτλοι βιβλίων που σας σφράγισαν, στο πέρασμα του χρόνου, εντός κι εκτός κειμένου…
 Οσο πιο νέος είναι κανείς τόσο πιο δυνατά (αφήνει να) τον επηρεάζουν τα βιβλία. Θα διαλέξω λοιπόν τρία έργα που πρωτοσυνάντησα στα 18-20 και ξαναδιάβασα πολλές πολλές φορές μετά. Ο «Κλόουν» του Χάινριχ Μπελ λειτούργησε σαν οδηγός χρήσης στη ζωή μου για αρκετά χρόνια. Η «Κάθοδος των Εννιά» του Θανάση Βαλτινού έκανε ένα κλικ μέσα μου, μου έδειξε ότι μόνο η λογοτεχνία μπορεί να σε μεταφέρει μέσα στη συνείδηση ενός άλλου ανθρώπου. Τέλος, ένα ξεχασμένο μυθιστόρημα του Ian McEwan, τα «Μαύρα σκυλιά» για το πώς έδενε την ιστορία με τις ζωές των ανθρώπων σε ένα page-turner.
 • Υπάρχουν αρνητικές κριτικές που σας βοήθησαν και θετικές που υπομειδιάσατε; Θετικές από ποιον και αρνητικές από ποιον;
Αυτό έχει πάντα μεγαλύτερη αξία. Και δεν το λέω με σνομπ διάθεση. Ενα βιβλίο δεν είναι το ηλιοβασίλεμα στη Σαντορίνη για να αρέσει σε όλους.
 • Υπάρχει κάποιος παλαιότερος και κάποιος νεότερος Ελληνας συγγραφέας που σας έλκει η γραφή του…
 Από τους νεότερους, θα ξεχωρίσω εδώ τον Χρίστο Κυθρεώτη και το υπέροχο «Εκεί που ζούμε». Πρώτα απ’ όλα για το πόσο καλό βιβλίο είναι, αλλά και για πιο προσωπικούς λόγους, επειδή πιάνει όλα τα θέματα που θέλω να αγγίξω στο «Κάποιοι άλλοι» - με εντελώς άλλο τρόπο. Από παλαιότερους, αν πρέπει να σταθώ σε έναν μόνο, θα είναι ο Δημήτρης Χατζής: Δημιουργεί ατόφιους χαρακτήρες, μέσα στο ιστορικό και κοινωνικό τους πλαίσιο καταγράφοντας όλο το μεταπολεμικό ελληνικό δράμα.
 • Σήμερα, υπάρχουν λογοτεχνικές συντροφιές που διαμορφώνουν το πνευματικό κλίμα της εποχής; Σήμερα υπάρχουν social media που διαμορφώνουν το κλίμα του βιβλίου «από τα κάτω». Το όλοι θα είναι για διάσημοι 15 λεπτά του Γουόρχολ έχει γίνει όλοι θα περάσουν για 1,5 δευτερόλεπτο από το timeline σου. Αλλά έχει και μια δημοκρατικότητα αυτή η αλλαγή. Δεν θα γίνω λουδίτης που νοσταλγεί μια εποχή στην οποία λόγο είχαν «μόνο οι γνωρίζοντες». Γιατί και πόσοι από αυτούς γνώριζαν κάτι;
 • Για ποιο λόγο η παρουσία της ελληνικής λογοτεχνίας, εκτός συνόρων, είναι τόσο νωθρή και αποσπασματική…
 Δεν είμαστε ούτε αρκετά εξωτικοί ούτε αρκετά παγκόσμιοι. Δεν αντιπροσωπεύουμε κάτι διαφορετικό που να προκαλεί τους ξένους αναγνώστες για να μας εξερευνήσουν, αλλά ούτε και είμαστε τόσο διεθνείς για να είναι αναγνωρίσιμα τα ζητήματα για τα οποία μιλάμε. Ετσι, ακόμα και οι πολύ σπουδαίοι Ελληνες συγγραφείς, που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από αντίστοιχους ξένους, μένουν στα αντι-sos της παγκόσμιας λογοτεχνίας, χαμένοι στα πίσω ράφια των μεγάλων πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών.
 • Η πολιτική συγκυρία, εντός και εκτός της χώρας, αλλά και η γλώσσα και ο τρόπος της ενημέρωσης αγγίζουν το συγγραφικό εργαστήρι σας;
 Πριν από πέντε χρόνια ταξίδευα ξημερώματα από το αεροδρόμιο του Γκντανσκ προς Μόναχο. Μετά τον έλεγχο αποσκευών με σταμάτησε ένας εξηντάρης άντρας, μεθυσμένος ακόμα από το προηγούμενο βράδυ. Ηθελε κάποια βοήθεια για την πτήση του. «I’m Greek», του είπα για να εξηγήσω γιατί δεν τον καταλάβαινα. «Ι’m sorry», μου απάντησε χωρίς κακία. Αυτός ο σύντομος διάλογος όρισε την ψυχοσύνθεσή μου όλα τα επόμενα χρόνια, που έγραφα και ξαναέγραφα το «Κάποιοι άλλοι».
 • Σας απασχολεί αν, μεταθανατίως, θα σας θυμούνται μέσα από το έργο σας…
 Ξεκινάω με πιο ταπεινούς στόχους, να με θυμούνται για το έργο μου όσο ακόμα ζω. Ποιος είναι Ο Ιάκωβος Ανυφαντάκης γεννήθηκε στην Κρήτη το 1983. Εκανε διδακτορικό στο Πάντειο Πανεπιστήμιο με θέμα τη μνήμη της εμφύλιας βίας στη λογοτεχνία. Εχει δημοσιεύσει τη νουβέλα «Αλεπούδες στην πλαγιά» (2013) και τη συλλογή διηγημάτων «Ομορφοι έρωτες» (2017).
 Στις 21 Νοεμβρίου κυκλοφορούν οι «Κάποιοι άλλοι», το πρώτο του μυθιστόρημα (εκδόσεις Πατάκη).
https://www.efsyn.gr/tehnes/ekdoseis-biblia/sto-ntibani-toy-anagnosti/219755_ta-biblia-den-grafontai-sta-dialeimmata-tis

Δεν υπάρχουν σχόλια: