23.12.19

Το καρπερό δέντρο της νεοελληνικής πεζογραφίας

Αριστοτέλης Σαΐνης
 Επιμέλεια: Μισέλ Φάις
 35 βιβλία φετινής σοδειάς Κλασικότροπες ή υβριδικές προσπάθειες σε κάθε πεζογραφικό είδος, στοχαστικές και απολαυστικές µυθιστορηµατικές αναζητήσεις, τολµηρές και συγκροτηµένες διηγηµατικές συλλογές, αλλά και εντυπωσιακές πρώτες εµφανίσεις θα περιµένουν για καιρό την ώριµη αποτίµησή τους. Και ενώ ακόµα ντάνες µε βιβλία εξακολουθούν να στοιβάζονται δίπλα µας ενόψει της εορταστικής περιόδου, διεκδικώντας επίµονα τον αναγνωστικό µας χρόνο, ιδού µια πρώτη επιλογή αξιοπρόσεκτων βιβλίων από την πληθωρική παραγωγή της χρονιάς που περνά. Η µεγάλη και η µικρή ιστορία, και οι άπειρες διασταυρώσεις τους, εξακολουθούν ν’ απασχολούν τους συγγραφείς µας, η τάση αναζήτησης µιας αποµαγευµένης εντοπιότητας συνεχίζεται, η κρίση (πώς
αλλιώς) επιµένει αλλά αντιµετωπίζεται όλο και πιο ουσιαστικά, το χιούµορ επιστρέφει σε ικανές δόσεις. Εσωτερικοί κραδασµοί, πολιτικό υπέδαφος, συλλογική µνήµη Οπως και να ’χει, την αίσθηση από την αρχή του χρόνου για την ευτυχή σύµπτωση έργων στιβαρού µυθιστορηµατικού λόγου, βασισµένη κυρίως στις πεζογραφικές καταθέσεις νεοτέρων, επιβεβαίωσε πρόσφατα και το νέο µυθιστόρηµα της Μάρως Δούκα. Στο «Πύλη εισόδου» (Πατάκης), ο αναγνώστης καλείται να περιηγηθεί σ’ έναν λαβύρινθο από αλληλοκαθρεφτιζόµενες αναρτήσεις στο facebook και να ξετυλίξει το κουβάρι των αναµνήσεων και της εντατικής καθηµερινής αυτοπαρατήρησης µιας «αφελούς» ηλικιωµένης µονολογίστριας, στο πρόσωπο και τη ζωή της οποίας αντανακλώνται όλα τα χαρακτηριστικά της αντιφατικής και «κρίσιµης» εποχής µας (από τη µεταπολίτευση ώς τα χρόνια του διαδικτύου). Δύο πολιτικά µυθιστορήµατα ανατέµνουν µε οξύ κριτικό –ενίοτε απορριπτικό– λόγο ένοχες σιωπές και ιδεολογικές αγκυλώσεις της µεταπολιτευτικής Ελλάδας, προκαλώντας γόνιµα ερωτήµατα που µε διάφορους τρόπους είναι και σήµερα επίκαιρα: στην οργισµένη και σχεδόν βέβηλη «Αναψηλάφηση» (Μεταίχµιο) του Βασίλη Γκουρογιάννη, ένας αγωνιστής της Αντίστασης επιστρέφει από την αυτοεξορία του για να βρεθεί αντιµέτωπος µε την «άρρωστη» Ελλάδα της κρίσης, ενώ «Ο άνθρωπος στη σκιά» (Πόλις) του Νικόλα Σεβαστάκη παρακολουθεί τη διαµόρφωση, την άνοδο και την πτώση ενός ακτιβιστή τροµοκράτη ήρωα, µυθιστορώντας στοιχεία της υπόθεσης «17 Νοέµβρη».Μια νηφάλια αφήγηση από το ύψος των µατιών ενός µικρού παιδιού παρακολουθεί την ανείπωτη φρίκη του 20ού αιώνα ως καθηµερινότητα στο αυτοβιογραφικό «ντοκιµαντέρ» του κινηµατογραφιστή Φώτου Λαµπρινού «Παλαµηδίου 10» (Καστανιώτης), ενώ ως «Μια αληθινή ιστορία» υποτιτλίζεται το πολύτροπα τεκµηριωµένο (µε λόγο και εικόνα) και κατά τόπους θερµά εξοµολογητικό «Είµαι όσα έχω ξεχάσει» (Μεταίχµιο) του Ηλία Μαγκλίνη, όπου η οικογενειακή ιστορία στα χρόνια «του σφαγείου και των πισώπλατων πυροβολισµών» συναντά τη µεγάλη αδελφή της στη «µαύρη ελληνική επαρχία», σε µια συγκλονιστική «θεραπευτική» αφήγηση που αγωνίζεται να ξεδιαλύνει σκοτεινές ζώνες του παρελθόντος. Ιστορικά και λογοτεχνικά καθρεφτίσµατα Η προσωπικότητα του Ιωάννη Καποδίστρια και το πολιτικό του όραµα που έµεινε στην Ιστορία ως «η χαµένη ευκαιρία της Ελλάδος» πολιορκούνται µε διαφορετικές αφηγηµατικές επιλογές από δύο µυθιστορήµατα: η Καρολίνα Μέρµηγκα υπογράφει, επιστρατεύοντας όλα τα πρόσωπα της γραµµατικής, µία φιλόδοξη, ντοκουµενταρισµένη και ταυτόχρονα θερµή, πολύτροπη ιστορική βιογραφία του κυβερνήτη («Κάτι κρυφό µυστήριο», Μελάνι), ενώ ο Αρης Σφακιανάκης παρακολουθεί γραµµικά και µε τα µάτια ενός αυτόπτη µάρτυρα την κάθοδό του στην Ελλάδα («Η σκιά του κυβερνήτη», Κέδρος). Από την άλλη, ο Θωµάς Κοροβίνης έστησε µια «ηθοποιία», πανηγύρι της γλώσσας, για την τελευταία ώρα της ζωής µιας από τις πιο αντιφατικές µορφές της ελληνικής επανάστασης («Ολίγη µπέσα, ορέ µπράτιµε – Η τελευταία ώρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου», Αγρα), ενώ στο «Οδός Οφθαλµιατρείου» (Εστία) του Ευάγγελου Αυδίκου, ένας Ελληνοαµερικανός µετανάστης δεύτερης γενιάς διασταυρώνεται στην Αθήνα της κρίσης µε τη ζωή και το έργο του παραγνωρισµένου ποιητή Κώστα Κρυστάλλη. Ανάµεσα στο οικείο και στο ανοίκειο Το προσωπικό και το συλλογικό διαπλέκονται µπροστά στην έλλειψη κάθε πολιτικής διεξόδου στο «Τίνα, η ιστορία µιας ευθυγράµµισης» (Εστία) της Αντζελας Δηµητρακάκη, που παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη σωµατική και τη διανοητική αγωνία µιας αριστερής αντι-ηρωίδας στον δρόµο προς την αυτοχειρία, ενώ η Αλεξάνδρα Δεληγιώργη δοκιµάζει τις αντοχές του µυθιστορήµατος ιδεών χρησιµοποιώντας τη µυθοπλασία ως όχηµα για έναν ολιστικό προβληµατισµό σε µια αυτοαναφορική µυθιστορία µε δυστοπικές προβολές («Οι κοιλάδες του φόβου», Εκκρεµές). Ο Κωνσταντίνος Τζαµιώτης («Σε ποιον ανήκει η Κόλαση», Μεταίχµιο) γράφει ένα «µυθιστόρηµα»-µωσαϊκό, οι 162 (µεταξύ παραβολής και ανεκδότου) ψηφίδες του οποίου, άλλοτε πάµφωτες και σπαρταριστές, άλλοτε σκοτεινές και παιγνιώδεις, αφηγούνται ισάριθµες πτυχές του νεοελληνικού βίου, ενώ στο µυθιστόρηµα του Νίκου Ξένιου «Τα σπλάχνα» (Κριτική), το φως µιας στέρεης πρόζας αναδύεται µέσα από µιαν προσεκτική επεξεργασία της διαµόρφωσης της προσωπικότητας του «νεγκατίφ» ήρωά του, που χαρακτηρίζεται από τη στρεβλή πρόσληψη όλων των σηµαντικών γεγονότων του 20ού αιώνα. Η αναξιόπιστη αφήγηση του Δηµήτρη Σωτάκη («Ο µεγάλος υπηρέτης», Κέδρος) αποδεικνύει για ακόµα µία φορά ότι «η ζωή είναι πιο παράδοξη απ’ όσο µπορούµε να φανταστούµε», καθώς η συγκατοίκηση ενός επιχειρηµατία µε τον βοηθό του εκτρέπεται σ’ ένα επικίνδυνο παιχνίδι αλληλοϋποκατάστασης ρόλων, ενώ στο γραµµένο µ’ ένα φλεγµατικό (και τόσο σπάνιο στα ελληνικά) ύφος «Η θεραπεία των αναµνήσεων» (Πόλις) του Χρήστου Αστερίου, η ντοκουµενταρισµένη αφήγηση της κεντρικής ενότητας για τους Ελληνες µετανάστες στην Αµερική του ’60 και του ’70 πλαισιώνεται από την ενδοσκοπική αφήγηση ενός Ελληνοαµερικανού αφηγητή-συγγραφέα. Τρεις δυναµικές επανεµφανίσεις Τρεις επανεµφανίσεις επιβεβαίωσαν πανηγυρικά τη θετική αποτίµηση της σχεδόν ταυτόχρονης πρώτης εµφάνισης των συγγραφέων τους. Ο ιδιαίτερος ρεαλισµός του Ακη Παπαντώνη στήνει µε υπόκρουση τις σειρήνες του ατυχήµατος στο Τσερνόµπιλ, ένα σπονδυλωτό µυθιστόρηµα, για να παρακολουθήσει από κοντά τις αλληλοδιαπλεκόµενες ιστορίες µερικών κατοίκων της περιοχής που αναζητούν τον εαυτό τους «πίσω από τα αταίριαστα κληροδοτήµατα της οικογενειακής τους ιστορίας» («Ρηχό νερό σκιές», Κίχλη), ο Χρίστος Κυθρεώτης, συµπυκνώνοντας ακραία τον χρόνο της αφήγησης στα όρια µιας µέρας, στη δεύτερη εµφάνισή του θα περιγράψει, µέσα από τη συνειρµική αδιάκοπη µονολογική αφήγηση ενός παραζαλισµένου τριανταπεντάχρονου δικηγόρου της «χαµένης γενιάς», µια τζοϊσική εικοσιτετράωρη περιπλάνηση στη µνήµη και σε µιαν Αθήνα σε παρακµή, και στο πρώτο µυθιστόρηµα του Ιάκωβου Ανυφαντάκη («Κάποιοι άλλοι» Πατάκης) ένας εξωφρενικός νουάρ πυρήνας µετατρέπεται γρήγορα σ’ ένα υπαρξιακό µυθιστόρηµα για τα ύψη και τα ερέβη της ζωής κάποιων µακρινών (ίσως όχι και τόσο µακρινών) άλλων. Τέσσερις διακριτές γυναικείες πεζογραφικές φωνές Η Κωνσταντία Σωτηρίου ολοκληρώνει µε τον καλύτερο τρόπο την άτυπη και πολύτροπη τριλογία της, ξαναδίνοντας φωνή στις αδικαίωτες γυναίκες της κυπριακής τραγωδίας («Πικρία χώρα», Πατάκης), η Λουκία Δέρβη, χορογραφώντας επιδέξια το πλήθος που µπαινοβγαίνει σ’ ένα πολυτελές ξενοδοχείο της Αθήνας, αναζητά τις κρυφές µικροϊστορίες πίσω από τα εξυπηρετικά χαµόγελα των υπαλλήλων («Θέα Ακρόπολη», Μεταίχµιο), η Κατερίνα Παπαντωνίου συνεχίζει τη σκοτεινή της περιπλάνηση στον παρηκµασµένο αστικό ιστό της Αθήνας παρακολουθώντας µε µια λεπτοµερειακά διογκωµένη αφήγηση τις σχεδόν παραισθητικές εκτροπές της συνείδησης ενός δικαστικού κλητήρα («Δεν θα είσαι εκεί», Τόπος), και η Πέλλα Σουλτάτου («Ανάποδες στροφές», Καστανιώτης) διερευνά την κρίση της ελληνικής οικογένειας στον µικρόκοσµο της ελληνικής επαρχίας, µε επίκεντρο µια διαζευγµένη µητέρα και τον αλαφροΐσκιωτο γιο της. Το πεπρωµένο του αίµατος Η οικολογική ανησυχία δίνει τη θέση της σε προβληµατισµούς για τους συνεκτικούς δεσµούς µεταξύ ανθρώπων και µε τον τόπο τους στη νουβέλα «Μαύρο νερό» (Κίχλη) του Μιχάλη Μακρόπουλου, ο οποίος, µε λιτή αντιδραµατική γραφή, αφηγείται την ιστορία ενός πατέρα και του ανάπηρου γιου του που προσπαθούν να επιβιώσουν σε µια αποµονωµένη ηπειρώτικη κοινότητα µετά από µια τοξική καταστροφή. Μεταξύ ποίησης και πρόζας, ονειρικής περιγραφής και θεατρικών διαλόγων, ο Χρήστος Χρυσόπουλος («Αλµα», Νεφέλη) υπογράφει µια αλληγορική αφήγηση για την ίδια τη ζωή µε πρωγαγωνίστρια τη µικρή Αλµα (ψυχή) που γεννιέται σ’ ένα απόκοσµο µαιευτήριο και αλλάζει τις ζωές όσων έρχονται σ’ επαφή µαζί της. Διηγήµατα και µικροδιηγήµατα Εξαιρετικά δείγµατα διηγηµατογραφίας και µικροαφήγησης από την πένα δύο συγγραφέων που εµφανίστηκαν σχεδόν µαζί και επιστρέφουν µετά από αρκετά χρόνια. Οι µνήµες από το γενέθλιο νοτισµένο βορειοελλαδίτικο τοπίο κρύβουν σκοτεινές πτυχές στο διαρκές παιχνίδι µε τον χρόνο και την αντίθεση «ενηλικίωση-παιδικότητα» στη συλλογή «Το παιδί» (Νεφέλη) του Γιάννη Παλαβού, ενώ οι επίσης αυτοβιογραφικές στην αφετηρία τους και ρεαλιστικές ακαριαίες ιστορίες στην τρίτη εµφάνιση του Πάνου Τσίρου («Η µοναξιά των σκύλων», Νεφέλη) εκµεταλλεύονται το απροσδόκητο που ενεδρεύει στην καθηµερινότητα. Μυστήριο και δυστοπία Δεύτερο µέρος της επικής τριλογίας µεταφυσικού µυστηρίου και πολιτικών δολοπλοκιών της Ιωάννας Μπουραζοπούλου, και σειρά της Βόρειας Μακεδονίας να αντιδράσει στην εµφάνιση του τέρατος που έχει µετατρέψει τη λίµνη σε απέραντη έρηµο («Ο δράκος της Πρέσπας ΙΙ: Κεχριµπαρένια Ερηµος», Καστανιώτης). Ο Γιώργος Λαµπράκος, στο πρώτο του µυθιστόρηµα, αποτίοντας φόρο τιµής στο είδος της επιστηµονικής φαντασίας, θα εγγράψει τολµηρά την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή στα συµφραζόµενα µιας µελλοντολογικής κοινωνίας µηχανθρώπων («Αίµα µηχανή», Γαβριηλίδης), και η νέα ιστορική µυθοπλασία µυστηρίου του Τεύκρου Μιχαηλίδη («Φονικό στη µεγάλη εκκλησία», Πόλις) θα µας µεταφέρει στο περιβάλλον της αυλικής µισαλλοδοξίας και στην Κωνσταντινούπολη του 6ου αιώνα, καθώς ανήµερα των εγκαινίων της Αγίας Σοφίας δολοφονείται ένας στενός συνεργάτης των αρχιτεκτόνων της. Πρωτοεµφανιζόµενοι, σαν έτοιµοι από καιρό… Συνεχίζοντας το ενδιαφέρον νεότερων συγγραφέων για τις τοπικές ντοπιολαλιές και τη ρεαλιστική ηθογραφία, η Δήµητρα Λουκά θα χρησιµοποιήσει στις θερµές εξοµολογητικές µικροαφηγήσεις της ένα επεξεργασµένο ηπειρώτικο ιδίωµα, για να δώσει φωνή σε αφανείς ήρωες της καθηµερινότητας που βιώνουν ιστορικά και οικογενειακά πάθη («Κόµπο στον κόµπο», Κίχλη), ενώ η Ιωάννα Ντούµπρου, µε σωστά προετοιµασµένη ατµόσφαιρα και υπόγειες υπονοµεύσεις στη νόρµα της αισθηµατικής λογοτεχνίας, µεταµορφώνει µια φαινοµενικά κοινότοπη αισθηµατική αφήγηση σ’ ένα υπαρξιακό ερωτικό θρίλερ για την ανθρώπινη αυτογνωσία και την ερωτική ψευδαίσθηση («Βορινή παραλία», Πατάκης). Κρυπτική αλληγορική φαντασία για τη βία της Ιστορίας η πολυφωνική νουβέλα της Μελανίας Δαµιανού («Η λιτανεία του χρόνου», Κίχλη), όπου οι σπαρακτικές εξιστορήσεις πολιορκηµένων και πολιορκητών, σε εναλλαγή µε ποιητικά σπαράγµατα µεγάλης έντασης, αποτυπώνουν τα τραυµατικά ίχνη µιας καταστροφής, ενώ ο Μιχάλης Μαλανδράκης, µε απόλυτο έλεγχο των εκφραστικών του µέσων, αποδίδει πειστικά το πνιγηρό συναίσθηµα του πλάνη και ανέστιου, µε αφορµή την περιπλάνηση ενός νεαρού Αλβανού κλαρινίστα στον κόσµο της νύχτας («Patriot», Πόλις). Η δεκαετία της αλλαγής της Ευρώπης µετά την κατάρρευση του ανατολικού µπλοκ µέσα από τα µάτια ενός νεαρού πρώην τυφλού Τσεχοσλοβάκου ποιητή στο πυκνογραµµένο «Η µοναξιά της βαρύτητας» (Κέδρος) του Γιώργου Χωµατηνού και εντυπωσιακή σε όγκο και πνοή η όψιµη εµφάνιση του δηµοσιογράφου Τάκη Καµπύλη µε το πολιτικό νουάρ «Γίγαντες και φασόλια (ή Δεν γίνονται αυτά εδώ)» (Καστανιώτης): η αναζήτηση της αληθινής ταυτότητας (!) του οπλίτη στο µνηµείο του Αγνώστου Στρατιώτη θα συνδέσει ένα κοντινό σχεδόν δυστοπικό µέλλον µε ένα εξίσου ζοφερό παρόν µέσα από σταθµούς και πρόσωπα της µάλλον άγνωστης ιστορίας του αναρχικού κινήµατος στην Ελλάδα.
efsyn.gr/tehnes/ekdoseis-biblia/anoihto-biblio/223094_karpero-dentro-tis-neoellinikis-pezografias

Δεν υπάρχουν σχόλια: