Στο μυθιστόρημα Η καλή κόρη (The good daughter) η αμερικανίδα συγγραφέας Karin Slaughter συνομιλεί με ακραίες μορφές βίας και τρόμου, καταθέτοντας τον προβληματισμό της πάνω σε μείζονα κοινωνικά ζητήματα, όπως ο βιασμός, ο σχολικός εκφοβισμός, οι μαζικές δολοφονίες με πυροβολισμούς σε σχολεία, η κατάχρηση εξουσίας από την αστυνομία και τις δικαστικές αρχές, η αμφίθυμη ταλάντευση απέναντι στη θανατική ποινή και τη φθορά και διαφθορά του σωφρονιστικού συστήματος. Στο μυθιστόρημα αυτό, όπως και στα προηγούμενα, η Slaughter εστιάζει στα αίτια που ωθούν τον άνθρωπο στη σύλληψη, τον σχεδιασμό και τη διάπραξη των πλέον ειδεχθών εγκλημάτων ενάντια στον συνάνθρωπό του με θύματα κυρίως γυναίκες, αποδίδοντας με τη γραφή της την πιο σκληρή μορφή του λεγόμενου αστυνομικού θρίλερ.
Είκοσι οκτώ χρόνια πριν δύο ένοπλοι άντρες εισβάλουν στο σπίτι του δικηγόρου Ράστι Κουίν με σκοπό να τον δολοφονήσουν. Ο Κουίν ενσαρκώνει τον τύπο του δικηγόρου που αναλαμβάνει ανενδοίαστα την υπεράσπιση αδίστακτων και αμετανόητων δολοφόνων, βιαστών, αποβρασμάτων της κοινωνίας. Αντί γι’ αυτόν βρίσκουν στο σπίτι τη γυναίκα του, την Γκάμα -μια ιδιαίτερη, εκκεντρική για τα στερεότυπα της επαρχιακής κοινωνίας προσωπικότητα- την οποία πυροβολούν και σκοτώνουν μπροστά στις δύο κόρες της, κεντρικές ηρωίδες του μυθιστορήματος, τη Σαμάνθα και τη Σάρλοτ (Τσάρλι). Τα κορίτσια θα βιώσουν τον απόλυτο τρόμο στα χέρια των κακοποιών, μια εμπειρία που θα τις αποξενώσει και θα καθορίσει όλη τη μετέπειτα ζωή και τις επιλογές τους. Είκοσι οκτώ χρόνια μετά οι πυροβολισμοί στο γυμνάσιο του Πάικβιλ θα ενώσουν τις δύο αδερφές ξανά, φέρνοντάς τες αντιμέτωπες με το σκοτεινό παρελθόν, τα ανομολόγητα μυστικά, το θλιβερό παρόν και το αβέβαιο μέλλον τους.
Η Slaughter περιγράφει με δεξιοτεχνία και ωμό ρεαλισμό τις σκηνές των εγκλημάτων, αλλά και το πάθος των θυμάτων για να επιβιώσουν με κάθε κόστος:
«Η Σαμ ξύπνησε από το λήθαργο με μια βαθιά ανάσα.
Τα μάτια της άνοιξαν και αντίκρισαν ένα πηχτό σκοτάδι.
Σκόνη είχε γεμίσει το στόμα της. Υγρό χώμα. Πευκοβελόνες. Τα χέρια της ήταν στο πρόσωπό της. Η ζεστή ανάσα της έπεφτε μέσα στις παλάμες της. Ακουγόταν ένας ήχος…
Σσς. Σσς. Σσς. Σσς.
Ήταν μια σκούπα.
Ακουγόταν κι ένα τσεκούρι.
Κι ένα φτυάρι που έριχνε χώμα σ’ έναν τάφο.
Τον τάφο της Σαμ.
Την έθαβαν ζωντανή. Το βάρος του χώματος απάνω της ήταν σαν μια πλάκα από μέταλλο. […]
Τα μάτια της Σαμ γέμισαν δάκρυα που άρχισαν να κυλάνε στο πρόσωπό της. Μια κραυγή είχε παγιδευτεί στο λαιμό της. Δεν έπρεπε να πανικοβληθεί. Δεν έπρεπε ν’ αρχίσει να φωνάζει ή να χτυπάει γιατί δεν θα την βοηθούσε κανείς. […]» [1]
Στον πυρήνα της αφήγησης βρίσκονται η απόδοση της ψυχολογίας των ηρώων, η αγωνία που προκαλεί ο θάνατος και το κενό της απώλειας, η περιγραφή της καθημερινότητάς, οι δύσκολες διαπροσωπικές σχέσεις, αλλά και οι ευμετάβλητες σχέσεις των μελών μιας οικογένειας, ιδιαίτερα μετά τη βίωση τραυματικών καταστάσεων, όπως τα αποτρόπαια εγκλήματα που περιγράφονται στο μυθιστόρημα:
«Η Τσάρλι δεν μπορούσε να κοιτάξει τη Σαμ. Συνέχισε να έχει το κεφάλι της μέσα στα χέρια της. Έμεινε σκυμμένη στην καρέκλα. Είχε να θυμηθεί την υπόσχεση που είχε δώσει στον Ράστι εδώ και κάτι δεκαετίες. Ήταν η καλή κόρη, η υπάκουη κόρη, που έβαλε το μυστικό της πάνω σ’ ένα ράφι αφήνοντας τις σκιές του χρόνου να θολώσουν τη μνήμη της. Η συμφωνία με τον διάβολο που είχαν κάνει, ποτέ δεν φαινόταν να είναι μέρος μιας ιστορίας που είχε κάποια σημασία, αλλά τώρα μπορούσε να δει ότι είχε μεγαλύτερη σημασία απ’ οτιδήποτε άλλο».[2]
Η ανάγκη για συγχώρεση, η ένταση της ενοχής, τόσο από την πλευρά των θυτών αλλά και των θυμάτων και η αναζήτηση της χαμένης χαράς της ζωής κυριαρχούν σε όλες τις σελίδες του βιβλίου, ήδη από το μότο που προτάσσει η συγγραφέας:
«[…] αυτό που θεωρείς δυσκολία στο να προσφέρω […] δεν είναι δυσκολία να προσφέρω, αλλά μια μάχη να αποδέχομαι τα πράγματα και μάλιστα με πάθος. Εννοώ, πιθανόν, με χαρά. Φαντάσου με να κυνηγάω τη χαρά με νύχια και με δόντια – και με όλη μου τη δύναμη αφού πρόκειται για ένα πολύ επικίνδυνο κυνήγι». Φλάνερι Ο’ Κόνορ.
Η αποκάλυψη της αλήθειας για τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί στο παρελθόν, η οποία θα οδηγήσει στην εξιχνίαση αυτών του παρόντος, πραγματοποιείται μέσω αναδρομικών αφηγήσεων που φωτίζουν τα σκοτεινά σημεία της ιστορίας, καθώς «ο αφηγητής δανείζεται τις οπτικές των ηρώων και οργανώνει την πλοκή μέσ’ από διαφορετικές ματιές, ελέγχοντας με αυτόν τον τρόπο την πληροφορία που φτάνει στον αναγνώστη».[3] Στο μυθιστόρημα εντοπίζουμε ποικίλα στοιχεία του «σκληρού» αστυνομικού, του «μαύρου» μυθιστορήματος, του ψυχολογικού και του δικαστικού θρίλερ. Η πλοκή οργανώνεται πάνω στη βασική αρχή της αγωνίας που προκαλείται στον αναγνώστη, αφού ο ήρωας αγωνίζεται ενάντια σε ακραίες αντιξοότητες, συχνά χωρίς αποτέλεσμα.[4]
Οι καλές ιστορίες, όπως η συγγραφέας υποστηρίζει, έχουν πάντα στο κέντρο τους ένα έγκλημα, το οποίο γίνεται το κατάλληλο μέσο για να μιλήσει για τον ανθρώπινο χαρακτήρα και την κοινωνία.[5] Στην Καλή κόρη η Slaughter θίγει ζητήματα λειτουργίας και δυσλειτουργίας νευραλγικών κοινωνικών θεσμών, όπως το πρωτόκολλο της αστυνομίας ή των δικαστηρίων, «αλλά και τα παιχνίδια που κρύβονται κάτω από το τραπέζι στο εσωτερικό αυτών των θεσμών»,[6] ενώ το αφετηριακό για την αφήγηση περιστατικό της τυφλής βίας με τους πυροβολισμούς σε σχολείο, τραγικά οικείο στην αμερικανική και όχι μόνο κοινωνία, συνιστά ένα ηχηρό σχόλιο για τον σύγχρονο τρόπο ζωής, την κατάχρηση εξουσίας και την υποταγή της λογικής στα πλέον σκοτεινά ανθρώπινα πάθη. Το μυθιστόρημα είναι αποτέλεσμα διεξοδικής έρευνας σε ζητήματα αστυνομικά, δικαστικά, ιατρικά, αλλά και ιστοριών και απωλειών που μοιράστηκαν «με αποφασιστικότητα και χάρη»[7] γυναίκες με τη συγγραφέα. Άλλωστε, η Slaughter παραδέχεται πως γράφει κυρίως για όσα βλέπει γύρω της και πως καθημερινά συμβαίνουν πολλά άσχημα πράγματα. Γι’ αυτό είναι σημαντικό οι χαρακτήρες να φαίνονται αλλά και να είναι αληθινοί, γιατί εάν δεν είναι αληθινοί για τον συγγραφέα, τότε και αυτός δεν θα ενδιαφερθεί πραγματικά για την τύχη τους.[8]
Το μυθιστόρημα της Karin Slaughter Η καλή κόρη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg στη σειρά Aldina Μυστήριο, σε μετάφραση και σύντομη εισαγωγή του Στράτου Μυρογιάννη, ενώ η επιμέλεια και ο σχεδιασμός της έκδοσης είναι του Γιάννη Μαμάη.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Karin Slaughter, Η καλή κόρη, Gutenberg, Αθήνα 2020, σ. 72-73.
[2] Karin Slaughter, Η καλή κόρη, ό.π., σ. 657.
[3] Στράτος Μυρογιάννης, «Εισαγωγή», στο: Karin Slaughter, Η καλή κόρη, ό.π., σ. 9.
[4] Philip Simpson, “Noir and the Phycko thriller”, στον τόμο: Charles Rzepka & Lee Horley (ed.), A companion to crime fiction, Wiley-Blackwell, United Kingdom 2010, σ. 187
[5] Allyson Waller, “Karin Slaughter’s The Good Daughter is a Small-Town Thriller With a Strong Female Lead” στον δικτυακό τόπο: https://www.houstoniamag.com/arts-and-culture/2017/08/karin-slaughter-the-good-daughter (τελευταία πρόσβαση 8-8-2017).
[6] Στράτος Μυρογιάννης, ό.π., σ. 12.
[7] Karin Slaughter, ό.π., σ. 801.
[8] Allyson Waller, “Karin Slaughter’s The Good Daughter is a Small-Town Thriller With a Strong Female Lead”, ό.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου