Ποίηση και ποιητική του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου εκδ. Μελάνι
Ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου (1931-1996) είναι από τους πλέον ιδιαίτερους και σημαντικούς ποιητές της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς. Η ποίησή του μελαγχολική, πρωτότυπη, χαμηλόφωνη, αισθητική, με το ρίγος των προσώπων και των πραγμάτων να αποτυπώνεται σ έναν κόσμο μοναξιάς, καταστροφής και εγκατάλειψης, σ ένα καθορισμένο τέλος, απηχεί το κλίμα «μιας κοινωνικής πραγματικότητας που παίρνει το όχημα της ερωτικής αγωνίας», όπως είχε πει. «Στο πλαίσιο της ποιητικής Θεσσαλονίκης των χρόνων 1930-1960 [ο Ασλάνογλου] συγκροτεί μαζί με τον
Ντίνο Χριστιανόπουλο και τον Γιώργο Ιωάννου τον ερωτικά ιδιότυπο κύκλο των ποιητών της Διαγωνίου (1958-1983)», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Θανάσης Μαρκόπουλος. Ο Θανάσης Μαρκόπουλος, φιλόλογος, κριτικός και ποιητής, συγκεντρώνει στον παρόντα τόμο φιλολογικές μελέτες του για τον Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου από το 1997 έως σήμερα. Με βαθιά γνώση, ενδελέχεια και διεισδυτικότητα εξετάζει τόπους και όψεις της ποίησης και της ποιητικής του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου. Εκκινώντας από την ευρύτερη σχέση του ποιητή με τον μακεδονικό χώρο, εστιάζει στα ποιήματα «Εκκοκκιστήρια Α΄» και «Εκκοκκιστήρια Β΄» ως σημεία ερωτικής ματαίωσης. Τα εκκοκκιστήρια ήταν άλλοτε τα κατ εξοχήν εργοστάσια στη Βέροια. Ο Ασλάνογλου, αστικός ποιητής κατά βάση, ποιητής του τοπίου και των μεταμορφώσεών του, του αλόγιστου ξοδέματος, κινείται σε πόλεις και χώρους του άστεως με τη σύνθλιψη της ομορφιάς στα μάτια του και «την αδυναμία να ολοκληρωθεί κανείς σε μια ανθρώπινη σχέση». Ο Μαρκόπουλος καταγράφει ενδεικτικά τίτλους ποιημάτων: «Αθήνα», «Κέρκυρα», «Κόρινθος», «Σταθμός Λιτοχώρου», «Μες στα αυτοκίνητα», «Πρατήριο βενζίνης», «Αεροδρόμιο Μίκρας», «Θάλασσα της Τεργέστης», «Γήπεδο στο Κιέρι», «Πένθιμο τραγούδι της Επανομής», «Μασσαλία», «Περαία», «Στο φθινοπωρινό ξενοδοχείο», «Salon d auto», «Νοσοκομείο εκστρατείας» κ.ά., επισημαίνοντας συγχρόνως τις πολυπληθείς αναφορές του άστεως στο ποιητικό σώμα του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου: Βέροια, Δράμα, Καστέλλα, Γλυφάδα, Βαρσοβία, Πασαλιμάνι, Πλατεία Ναυαρίνου, «Δελφίνια», προάστια, δρόμοι, άσφαλτος, καφενεία, συνοικιακά φροντιστήρια, αερολιμένας, προκυμαία, εργοστάσια, τρένα, σταθμοί, νοσοκομεία, θάλαμοι και δισκοθήκες, θα προσέθετα με έμφαση, που τόσο πολύ αγάπησε ο ποιητής και επανέρχονται εμμονικά στα ποιήματά του. «Πιστεύω πως ο χώρος είναι ο πρωταγωνιστής του δράματος. Τοπωνύμια, τοπία, χώρες, πλατείες και δρόμοι, πόλεις ολόκληρες θα λεγε κανείς πως είναι τα υπεύθυνα πρόσωπα, οι πρωταγωνιστές μιας τραγωδίας, οι πέτρες μέσα στον χρόνο. Καμία σχέση με τη ρομαντική φθορά. Το πρόσωπο είναι ένα, ομοιογενές, αδιαίρετο. Ο χώρος όμως το σπάζει, όχι ο χρόνος», θα πει ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου σε μια συνέντευξή του, το 1988, στο περιοδικό «Το Δέντρο».
Ο εμβληματικός Μύρων
Στη μελέτη «Τα ποιήματα του Μύρωνα» ο Θανάσης Μαρκόπουλος αναφέρεται σ ένα από τα εμβληματικά πρόσωπα της ποίησης του Ασλάνογλου, τον Μύρωνα, σύμβολο της ευτυχισμένης ερωτικής σχέσης αλλά και του αναπόφευκτου τέλους, έτσι όπως εμφανίζεται στις δύο ποιητικές συλλογές του «Ο θάνατος του Μύρωνα» (1960), «Τρία Ποιήματα» (1987), αλλά και αλλού. Τα ποιήματα που έγραψε ο ποιητής μεταξύ 1946 και 1949, δηλαδή από την ηλικία των δεκαπέντε έως δεκαοκτώ ετών, τα οποία περιέχονται στη συγκεντρωτική έκδοση «Ο δύσκολος θάνατος» (1978), υπό τον τίτλο «Αισθηματική ηλικία», παρουσιάζονται και σχολιάζονται διεξοδικά στις διαφορετικές τους εκδοχές, καταδεικνύοντας την πρώιμη αισθητική συνείδηση του Ασλάνογλου, οπωσδήποτε υψηλή, από πολύ νωρίς. Στην πλέον εκτεταμένη μελέτη του τόμου («Το ζήτημα των επεξεργασιών») εντοπίζονται και αναδεικνύονται οι επίμονες αλλαγές που επιφέρει ο Ασλάνογλου μέσα στα χρόνια σε ποιήματα, στίχους, τίτλους ποιημάτων, μότο κ.λπ. στο σύνολο του έργου του. Η αναθεωρητική του τάση υποβάλλει το έργο του σε πολλαπλές επεξεργασίες, διορθώσεις και αφαιρέσεις ποιημάτων, κάτι που, όπως επισημαίνει ο Θανάσης Μαρκόπουλος, «δείχνει την ακοίμητη λαχτάρα του για αισθητική τελείωση αλλά και μια καλλιτεχνική ανασφάλεια, η οποία για έναν βιωματικό ποιητή σαν τον Ασλάνογλου δεν μπορεί παρά να συναρτάται και με ανασφάλεια ζωής». Ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, ο οποίος από το 1979 εγκατέλειψε τη Θεσσαλονίκη για να εγκατασταθεί στην Αθήνα, έζησε στη σκιά μέχρι τον θάνατό του, όπως ακριβώς έγραψε: «Το ποίημα θέλω να είναι νύχτα, περιπλάνηση/ σε ξεμοναχιασμένους δρόμους και σε αρτηρίες/ όπου η ζωή χορεύει».
https://www.kathimerini.gr/493781/article/politismos/arxeio-politismoy/periplanhsh-stis-skies-ths-zwhs?fbclid=IwAR0kC1Ho6zETajZIZocDFaZOmagptaEKHtoU65yYjxniX23W_WiIzASX_eQ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου