4.8.20

Κώστας Ριτσώνης (1949- 2015), «Το μπουζούκι» [«Τσίλιες»/ Μικρά πεζά 1970-2000], εκδ. Ποιήματα των Φίλων, 2001


Εκείνο το βράδυ ξενύχτησα σε μια ταβέρνα της Σύρας. Στην καθολική γειτονιά, στην Άνω Σύρα, τιμούν πάντα τη μνήμη του. Έχουν το μεγάλο πορτραίτο του Βαμβακάρη κρεμασμένο στον τοίχο της ταβέρνας. Στο πράσινο φόντο της ζωγραφιάς, που κυριαρχεί ο γέρος παίζοντας μπουζούκι, φαίνεται θαμπά μια πανέμορφη γυναίκα. Η Φραγκοσυριανή. Η λαϊκή ορχήστρα δεν κόλλησε στα παραδοσιακά, κι ας βρισκόταν στη γειτονιά του Μάρκου. Έπαιξε και ταγκό και καζαντζόκ. Για να χορέψει ο κόσμος και να ρίξει χαρτούρα. Το θλιμμένο μπουζούκι (η ψυχή της ορχήστρας)
μεγαλούργησε στα συρτοτσιφτετέλια. Στο «Μελαχρινάκι». Στο «Παντρεμένοι κι οι δυο». Κι οι θαμώνες, εργάτες απ’ τα ναυπηγεία ή αγρότες σε πετρώδη χωράφια, ξόδευαν λογικά όσο το επέτρεπε η τσέπη τους (μικρή πια η ευμάρεια του νησιού). Σ’ αυτή την ξεπεσμένη εργατούπολη η μελαγχολία του μπουζουκιού μου θύμισε την ανεργία μου (αντί να ψάχνω για δουλειά, τριγυρίζω στα νησιά μελετώντας τα προβλήματά τους). «Το μπουζούκι είναι δικό μου όργανο», σκέφτηκα. «Μιλά βαθιά μες στην ψυχή μου»… «Κι ο Βαμβακάρης είναι φίλος μου. Άνεργος και ξεπεσμένος γύριζε και ζητιάνευε στα ταβερνάκια». Τότε μεγεθύνθηκε το πορτραίτο του γέρου μπρος στα μάτια μου. Ο γέρος φάνταζε μες στην ταβέρνα σαν καθολικός Άγιος κι ας έπαιζε μπουζούκι. Προστάτης και των ορθόδοξων ανέργων.
http://www.poiein.gr/2020/07/14/%CE%BA%CF%8E%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%81%CE%B9%CF%84%CF%83%CF%8E%CE%BD%CE%B7%CF%82-1949-2015-%CF%84%CE%BF-%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%B6%CE%BF%CF%8D%CE%BA%CE%B9-%CF%84%CF%83/?fbclid=IwAR0GVon_WsXyp2BvKfN8r41_ZShiRQTnidic-aVjjaQfnMerMnDRA5q2Bjw

Δεν υπάρχουν σχόλια: