29.8.20

Εξοδα νοσηλείας - Ιάματα γραφής

Αθηνά Παπανικολάου*
«Ημουν τυχερός, μέχρι τώρα συνάντησα πολλά παιδιά [με ταλέντο στο γράψιμο], κάποια συνεχίζουν να γράφουν, κάποια τώρα ξεκινούν, βγάζοντας τη γλώσσα σε όλους εκείνους τους άθλιους ηθικολόγους που αρέσκονται να ομιλούν διά την ηθική διάβρωσιν και την κρίσιν της νέας μας γενιάς»
Με ελκύουν πάντα τα βιβλία με δυνατούς εσωτερικούς μονολόγους που βρίσκουν αντιστοιχίες στον μέσα κόσμο όλων ή σχεδόν όλων μας. Οταν μάλιστα αυτοί ανοίγουν περάσματα για να κατανοήσουμε βαθύτερα τη ζωή και τον θάνατο με αφορμή την ασθένεια και τη νοσηλεία, τότε λειτουργούν σαν τον βατήρα απ’ όπου με δέος και τόλμη θα καταδυθούμε στον εαυτό μας. Τα «Εξοδα νοσηλείας» του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη ανήκουν σε αυτή την κατηγορία των βιβλίων
που γράφονται κατευθείαν από το χέρι της καρδιάς, που δεν έχουν χρόνο, τόπο και ειδικό κοινό. Ανήκουν σε όλους, διαπερνούν τον προσωπικό χρόνο και βαδίζουν σε όλα τα τοπία, κουβαλώντας στο δισάκι τους την κληρονομιά της διαδρομής μας, γιατί τα ρούχα τους είναι οι λέξεις μας που αιματώθηκαν από τα κοινά μας βιώματα. Από τη μεριά της καρδιάς, λοιπόν, κι η δική μου πένα, ως αντίδωρο ευγνωμονούσας αναγνώστριας για τη δωρεά. «Το βιβλίο του Χατζημωυσιάδη είναι «ένας αφηγηματικός τυφώνας, ταυτόχρονα πολιτικός και κοινωνικός στις συνιστώσες του, εν τέλει αυστηρά προσωπικός και ανθρώπινος, που εξελίσσεται με καταιγιστικό ρυθμό, φέρει δε, το χάρισμα της νοστιμιάς της ανάγνωσης» Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος Γιατί με αιχμαλώτισε το μυθιστόρημα του Παναγιώτη και νομίζω πως θα αγαπηθεί από όποιον διαβαστεί; Η απάντηση μόνο με την ανάγνωση μπορεί να δοθεί. Δύο πρόσωπα, δύο εξομολογήσεις σε τρία μέρη: ο νοσηλευτής κι ο ασθενής και δίπλα τους κι άλλοι, όσοι και όσα σφράγισαν τη διαδρομή τους μέχρι τη γνωριμία τους και ύστερα από αυτήν. Δύο πρωτοπρόσωπες εξομολογήσεις, χωρίς παραβάν, χωρίς ιερό και αυστηρό ιερατείο που περιμένει να δώσει άφεση αμαρτιών, δικαιολογώντας έτσι τη δική του ύπαρξη, χωρίς εμπάθεια και ισοπεδωτικές κατηγορίες, αλλά σίγουρα με πάθος και διεισδυτική ματιά στον λαβύρινθο της ανθρώπινης ψυχής, στα παιχνίδια του μυαλού και στις αναδρομές που χρειάζεται για να κρατηθεί όταν συνειδητοποιεί το πεπερασμένο, το τελεσίδικο της ιατρικής γνωμάτευσης. Βιβλίο που σκάβει βαθιά και φέρνει στο φως τις ψυχικές διεργασίες που αρνούμαστε όλοι να δούμε όταν στήνουμε από πολύ νωρίς τις γραμμές άμυνας στον πόνο· βιβλίο που θα ’πρεπε να διαβάσουν οι φοιτητές Ιατρικής, Νοσηλευτικής, οι ήδη επαγγελματίες γιατροί και φροντιστές υγείας, οι ψυχαναλυτές, αυτοί που χαράζουν πολιτικές υγείας, οι ασθενείς, όλοι μας, γιατί κάθε ασθένεια, σοβαρή ή όχι, είναι αφορμή για το εσώτερο ταξίδι που όλο αναβάλλαμε, για τη γνωριμία με τον εαυτό μας, για την αποδοχή, για το αγκάλιασμα της κάθε γωνιάς του σώματος που υποφέρει, για την αναγνώριση της αιτίας, της ενοχής, της συντριβής, της ανάγκης, της αλληλοπεριχώρησης, της στήριξης, της έγνοιας για τον άλλον που μεταστρέφεται σε έγνοια για μας τους ίδιους, της λυτρωτικής δύναμης του έρωτα και της αγάπης. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί πως δεν τον αφορούν τα θέματα και οι νύξεις του μυθιστορήματος; Λέξεις-ακίδες που δεν γδέρνουν αλλά αγγίζουν κι ανοίγουν προσεκτικά τις καλά διπλωμένες σελίδες μας, όσες επιμελώς κρύψαμε για να σκεπάσουμε τις πληγές μας· λέξεις-ιάματα που ταιριάζουν στον άνθρωπο και στον τρόπο του νοσηλευτή του βιβλίου· λέξεις-φροντίδα, αγαπητικές και τρυφερές. Η αρρώστια, σωματική ή ψυχική (αν και ο διαχωρισμός καλύπτει τη βαθιά σύνδεση κι αλληλοτροφοδότησή τους), η νοσηλεία, η αδυναμία που επιφέρει η έκπτωση δυνάμεων, η ματαίωση των ονείρων, η αναβολή των σχεδίων, η μοναξιά των γηρατειών, η εξάρτηση από τον άλλον, ο θάνατος, ο έρωτας, η μνήμη και η λήθη, η νοσταλγία της αθωότητας, οι φόβοι, οι χρονίζουσες φοβίες που σκάβουν λαγούμια, η επιστροφή στην πατρίδα των παιδικών χρόνων σαν καταφύγιο και απελευθερωτική αναγνώριση της αφετηρίας, η ζωή εν τέλει από την αρχή ώς το τέλος, τοποθετημένη ρεαλιστικά στο κάδρο της κοινωνίας μας, στις συντεταγμένες που δεν χαράσσονται ποτέ ολοκληρωτικά από τον δικό μας διαβήτη, αλλά ορίζονται συχνότερα από παράγοντες ανεξάρτητους της βούλησής μας. Εμείς καλούμαστε, σε κάθε περίπτωση, να πληρώσουμε τα έξοδα για όλα τα εισόδια και εξόδια σχήματα βίου στα οποία ενταχθήκαμε εκούσια ή ακούσια. Τα έξοδα νοσηλείας όμως είναι τα πιο βαριά, γιατί συχνά δεν ανοίγουν την πόρτα προς το φως αλλά την πύλη προς το σκοτάδι. Βαρύ και σκληρό το θέμα, αν σκεφτούμε μάλιστα πώς αντιμετωπίζεται η ασθένεια στον τόπο μας και μάλιστα η ανίατη, αυτή που ταλαιπωρεί τον πάσχοντα και τον περίγυρο που τον φροντίζει. Σαν στίγμα και ντροπή κάποτε, σαν σύνθημα απόσυρσης και εγκλεισμού χθες και σήμερα, σαν πεδίον δόξης λαμπρόν στην κερδοφόρα παγκοσμιοποιημένη φαρμακοβιομηχανία των ημερών μας και στην έρευνα των ειδικών. Το σώμα γίνεται πεδίο βολής ουσιών και στατιστικό δεδομένο, δοχείο πολλαπλών πειραματισμών. Σώμα βασανισμένο, κιτρινισμένο στάχυ έτοιμο για θερισμό, όπως στον πίνακα του Βαν Γκογκ που κοσμεί και το εξώφυλλο και συνάμα είναι και το τελευταίο παζλ του νοσηλευτή. Αλήθεια, τι έξοχο εύρημα αυτό του Παναγιώτη. Κομμάτια που συνθέτουν το παζλ της ζωής του νοσηλευτή, έρχονται ένα ένα σαν ψηφίδες της ψυχανάλυσης να συμπληρώσουν το κάδρο της ζωής του. Είναι απαισιόδοξο το μυθιστόρημα του Παναγιώτη; Είναι μια τελετή κατάθεσης όπλων μπροστά στην επικείμενη ήττα; Είναι η οριστική παραδοχή της ταπείνωσης εν όψει του αμετάκλητου γεγονότος; Ανεπιφύλακτη η αρνητική απάντησή μου. Είναι ο αισιόδοξος ρεαλισμός του βαθύτατου ανθρωπισμού του νοσηλευτή, είναι η ελπίδα της ατομικής επανάστασης όταν υπερβαίνει το επαγγελματικό καθήκον και τον καταστατικό χάρτη της εταιρείας, φροντίζοντας την έρημη γιαγιά του τοξικομανούς Θοδωράκη, όταν καταστρατηγεί τις οδηγίες κι αρπάζει μεσάνυχτα τον ασθενή για να τον βγάλει από τη μοναχική οθόνη του αποστειρωμένου θαλάμου στον έσχατο περίπατο. Είναι η γενναιότητα με την οποία ο νοσηλευτής αντιμετωπίζει τους εφιάλτες του, τις απώλειες, τον πρόωρα κομμένο ομφάλιο λώρο με την αρχετυπική μορφή της μάνας, τις φοβίες του, τα κοράκια των ενοχών που είναι έτοιμα να τον κατασπαράξουν, την τελική επιλογή να αποδεχθεί τη βοήθεια της γυναίκας. Χωρίς τους άλλους δεν υπάρχουμε, χωρίς το «εμείς» δεν υπάρχει «εγώ», χωρίς τον άλλο δεν βιώνεται ούτε η λύπη ούτε η χαρά. Είναι ελπιδοφόρα επίσης η εξομολόγηση του ασθενή, οι επιθυμίες κι οι ανατροπές της πραγματικότητας στα οράματα που προβάλλει στο άσπρο πανί, καθώς το ταβάνι του θαλάμου νοσηλείας μετατρέπεται σε κινηματογραφική οθόνη του βίου του, της πορείας της γενιάς του, της μουσικής που πλήρωσε τη νεότητά του, των βιβλίων που διάβασε, της ιστορίας της χώρας μας, των αγώνων που έδωσαν προηγούμενες και τωρινές γενιές, των προσώπων που τον συγκίνησαν και στάθηκαν οι σηματοδότες των νοημάτων του, έστω κι αν δεν ακολούθησε τον δρόμο τους. Ολοφάνερες εδώ κι οι συντεταγμένες του συγγραφέα που δεν εγκαταλείπονται ούτε γραμμή, αλλού υπόρρητες κι αλλού ειπωμένες σε ευθύ λόγο: η έγνοια για το ιστορικό παρελθόν του τόπου, τον Εμφύλιο, τις εκτελέσεις, τον θάνατο και τον μαρασμό που σκόρπισε, για την οδυνηρή ματαίωση του οράματος και την απόρριψη έως θανάτου από τους ίδιους τους συντρόφους, το ιστορικό παρόν με τα πρόσφατα γεγονότα της Μεταπολίτευσης, τα απόνερα της οικονομικής κρίσης, το παρόν της εργασιακής ανασφάλειας, το ζοφερό τοπίο ενός αθέριστου χωραφιού όπου πάνω του καραδοκούν τα κοράκια να αρπάξουν τους σπόρους και μαζί τους τον μόχθο μιας ολόκληρης ζωής. Η ιδιωτική αυτή κινηματογραφική προβολή σπάει με ευφυή τρόπο το ατομικό πλαίσιο της οθόνης και εγκιβωτίζει όλες τις προσλαμβάνουσες της δικής μου γενιάς, της γενιάς του ’80, που δεν πρόλαβε τις μεγάλες εξεγέρσεις, γνώρισε όμως τον διαρκή πόλεμο σε πολλά επίπεδα και μέχρι την ώρα που μιλάμε. Το πολιτικό-κοινωνικό παρασκήνιο υποφώσκει και δεν διαρρηγνύει απλώς την ατομική ιστορία αλλά την εντάσσει στη συλλογική περιπέτεια, σαν διακριτή και διακριτική μουσική υπόκρουση, όπως αρμόζει στη γραφή με ήθος και την ξεχωρίζει από την κατηχητική, πλαστή ηθογραφία. Πολλές οι αρετές του βιβλίου, ξεχωρίζω όμως το ύφος του συγγραφέα που δεν αφήνει, σε όλη την έκταση του μυθιστορήματος, να βουλιάξει η προσωπική εξομολόγηση σε πληθωριστικό εκβιασμό συναισθημάτων, αποδυναμώνοντας έτσι τον πυρήνα του που δεν είναι άλλος από τον ουμανισμό του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη, από την αγωνία του να μη σβήσει, όπως συμβαίνει με τη γεροντική άνοια, η μνήμη των ανθρώπων μας, της ατομικής και συλλογικής μας ιστορίας, της ψυχής που καταθέσαμε, του ιδιωτικού που γίνεται δημόσιο και διαφυλάσσει έτσι το πολιτισμικό μας κεφάλαιο, αυτό που δεν επενδύει υπεραξία στο επέκεινα και σε παραδείσους έξω από τα γήινα, αλλά επιστρέφει στον ίδιο τον άνθρωπο, στη γήινη και μόνη γνωστή διαδρομή του, κρατώντας το χέρι του στις δύσκολες ώρες. Ετσι γίνονται οι λέξεις ιάματα, έτσι γίνεται κι η λογοτεχνία φάρμακο πολύτιμο, σωτήρια αγωγή και στήριγμα για αναγνώστες και συγγραφέα. Τη θεραπευτική δύναμή τους υπονοεί κι ο Παναγιώτης με το τετράδιο της γιαγιάς που διασώζεται, με τα μηνύματα στο κινητό, με το ηλεκτρονικό γράμμα-διαθήκη στον υπολογιστή του ασθενή. Αν μένει κάτι αλώβητο, γνήσιο, αληθινό και αιώνιο, αν κάτι νικάει τον χρόνο, αν κάτι κερδίζει την αθανασία, αυτό είναι η γραφή, ο λόγος, η Λογοτεχνία. «Εχουμε την Τέχνη για να μην πεθάνουμε από την αλήθεια», έγραψε ο Νίτσε. Στα «Εξοδα νοσηλείας» έχουμε την τέχνη της γραφής, για να αντέξουμε μαζί με τον δημιουργό τις αλήθειες μας, να δούμε τις μέσα σελίδες των δικών μας τετραδίων να ξεδιπλώνονται και να διαβάζονται πλέον στο λυτρωτικό φως. Αυτή άλλωστε είναι κι η λογοτεχνική αξία του βιβλίου και το ειδικό βάρος του. Οπως έγραψε κάποτε ο Κωστής Παπαγιώργης για την επανέκδοση του έργου του Δημήτρη Χατζή, «χρειαζόμαστε αυτό το βαθύ ήθος που ταίριαζε με τα παλαιά δεινά. Από τότε που ψευτο-ευτυχήσαμε ανακαλύψαμε και το δοξασμένο ψευτο-γράψιμο. Kαιρός να ανακαλύψουμε και το ήθος και τη γνήσια γραφή». Αυτό το παλαιό ήθος το χρειαζόμαστε περισσότερο τώρα που η πανδημία πρόσθεσε νέους όρους συνοδούς στην καθημερινότητά μας, όπως διάμεσος ηλικία, υποκείμενο νόσημα, διασπορά του ιού, ιχνηλάτηση κρουσμάτων. Αυτές οι λέξεις μαζί με τις παγκόσμιες στατιστικές του θανατικού υπέβαλαν μια δεύτερη ανάγνωση στο βιβλίο και μια ιχνηλάτηση των νέων εσωτερικών κραδασμών που εν τω μεταξύ προέκυψαν σε όλους μας ή σχεδόν σε όλους.
 *Φιλόλογος
https://www.efsyn.gr/nisides/255862_exoda-nosileias-iamata-grafis

Δεν υπάρχουν σχόλια: