Ι.
από τις πρώτες αναμνήσεις μου
πιασμένος απ’ το χέρι της γιαγιάς
ν’ ανάβουμε κερί στην Παναγία
μετά αρμένικη βίζιτα
στη φίλη της την Τερψιθέα
το σπίτι της απέναντι από τη γκρεμισμένη χάβρα
ελληνικός καφές για τις μεγάλες
για μένα ένα κουπάκι νισεστέ
ερχόταν και η Εμινέ η ράφτρα
απ’ τις Στρατώνες
να τους διαβάσει το φλιτζάνι
έβλεπε μέσα του παγόνια, δράκους
κόκορες, καμήλες
σφίξιμο στην καρδιά, εχθρούς
επιτυχίες, δρόμους
εγώ λαθραναγνώστης δίπλα της
όλα τα σχήματα στα μάτια μου
καφέ μουντζούρες
όμως τα δάχτυλά της
πόσο συναρπαστικά
βαμμένα κόκκινα με κνα
είχανε γάμο πρόσφατα
II.
γυμνάσιο φέτος
πόσο μου λείπει η κυρία Καίτη
η δασκάλα μας
όλα τα ήξερε
(γλώσσα, αριθμητική, γεωγραφία)
πόσο μου λείπει το παλιό θρανίο
(τώρα ποιος κάθεται στη θέση μου;)
πόσο μου λείπουν τα ξανθά μαλλιά τής Αϊλά
(τώρα τα ’χει κρυμμένα
κάτω απ’ τη μαντίλα)
ΙΙI.
Ήταν ένας σκύλος στην αυλή
όποτε άκουγε καμπάνες να χτυπούν
όρθρο ή εσπερινό
έπιανε ένα μακρόσυρτο αλύχτισμα
κρατούσε χαμηλόφωνα το ίσο.
Η ίδια σιγανή υλακή κι όταν ο μουεζίνης
από τον μιναρέ
καλούσε τους πιστούς για προσευχή.
Ήταν ένας σκύλος
ανεξίθρησκος
σιγόντο έκανε του αφεντικού του
σε ασκήσεις
καθημερινής
υπακοής.
Κομοτηνή, Νοέμβρης του ’20
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Charles Sheeler. Δείτε τα περιεχόμενα του πρώτου μας ηλεκτρονικού τεύχους εδώ.]
https://frear.gr/?p=29689&fbclid=IwAR3fkKyrZIORwfdZaJNtSR6YSm4fseRew6lMBvUr9LzrwRw0IJaXXU8ZqIk
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου