30.12.20

Να ξανάρθει στο προσκήνιο ο παραγνωρισμένος Στρατής Δούκας


Βένα Γεωργακοπούλου 
 Ενας βραβευμένος συγγραφέας τού σήμερα κλείνει όλη την αγάπη και τον θαυμασμό του για τον Μικρασιάτη πολυσχιδή δημιουργό της «Ιστορίας ενός αιχμαλώτου» σε ένα βιβλίο με τίτλο «Ιστορία ενός οδοιπόρου». Δίνει στον ίδιο τον Στρατή Δούκα τον λόγο, τον βάζει να «αυτοβιογραφείται», στα τελευταία χρόνια της ζωής του, σε δημοσιογράφο που τον επισκέπτεται στο γηροκομείο. Ενα βιβλίο που διαβάζεται μονορούφι και σε στέλνει κατευθείαν στη βιβλιοθήκη να βρεις να ξαναδιαβάσεις ένα άλλο, παλιό, κορυφαίο, αν και ίσως κάπως ξεχασμένο, είναι πολύτιμο. Εχει διπλή αξία. Ενα τέτοιο ακριβώς είναι η «Ιστορία ενός οδοιπόρου - Στρατής Δούκας» του Κώστα Ακρίβου (Εκδόσεις Μεταίχμιο). Ο τίτλος σού δίνει αρκετά στοιχεία, τα υπόλοιπα τα ανακαλύπτεις στην ανάγνωση. Πρόκειται για μια «βιογραφία» του περίφημου Μικρασιάτη συγγραφέα, ζωγράφου και κριτικού τέχνης Στρατή Δούκα (1895-1983), που πρόσφερε πολλά σ’ αυτόν τον τόπο, για ένα, όμως, κυρίως τον μνημονεύουμε. Την «Ιστορία ενός αιχμαλώτου» (1929), σταθμό στην πεζογραφία μας, καταγραφή της περιπέτειας ενός Ελληνα στρατιώτη, του Νικόλα Καζάκογλου, στην Τουρκία μετά την καταστροφή της Σμύρνης, που αναγκάστηκε για να γλιτώσει να παραστήσει τον Τούρκο. Βιβλίο αφοπλιστικά αντιπολεμικό, μακριά από εθνικά μίση και πάθη, αφιερωμένο στα «κοινά μαρτύρια των λαών». Με τη Μικρά Ασία είναι ταυτισμένος στο μυαλό μας και ο Στρατής Δούκας. Γεννημένος στα Μοσχονήσια, απέναντι από το Αϊβαλί, όπου και έβγαλε το Γυμνάσιο, ήρθε στην Αθήνα το 1921 να σπουδάσει Νομική και συγκατοίκησε με τον φίλο του από το Γυμνάσιο Φώτη Κόντογλου. Πολέμησε στη Μικρά Ασία και μετά την ήττα, στην Ελλάδα πια, έκανε τα πάντα. Δημοσιογραφούσε, έγραφε, προωθούσε με εκθέσεις τη μικρασιατική λαϊκή τέχνη, οδοιπορούσε στη Βόρεια Ελλάδα, ίδρυε περιοδικά και λογοτεχνικά σωματεία, ζωγράφιζε, συνδεόταν με ανθρώπους που του έμοιαζαν στο ήθος και στο πάθος: τον Σπύρο Παπαλουκά, τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη, τον Γιαννούλη Χαλεπά. Ηταν και αριστερός, πήρε μέρος στην Αντίσταση μέσα από το ΕΑΜ, κατέληξε, αντιδογματικός γαρ, στο ΚΚΕ εσωτερικού. Μα όλα αυτά τα λέει καλύτερα ο ίδιος ο Στρατής Δούκας στην «Ιστορία ενός οδοιπόρου» του Κώστα Ακρίβου. Το βιβλίο πρωτοκυκλοφόρησε το 2006 στη σειρά «Βίοι Αγίων» των Εκδόσεων Ηλέκτρα, την επιμέλεια της οποίας είχε ο ποιητής Κώστας Καναβούρης. Μα η σχέση του Κώστα Ακρίβου με τον Στρατή Δούκα πάει πολύ πιο πίσω. «Τον είχα διαβάσει στο πανεπιστήμιο, όταν σπούδαζα Φιλολογία, αλλά εκεί γύρω στο 1998-99, ο Κώστας Μπαλάσκας, καταξιωμένος φιλόλογος, ανέλαβε ένα πρωτοπόρο πρότζεκτ, από αυτά που ακόμα είναι το ζητούμενο στη Μέση Εκπαίδευση, δηλαδή ένα βιβλίο για τη θεωρητική κατεύθυνση της Γ’ Λυκείου γύρω από ολοκληρωμένα λογοτεχνικά έργα - τα αποσπάσματα δεν δημιουργούν αναγνώστες. Μπήκα στη συντακτική ομάδα και ανέλαβα την “Ιστορία ενός αιχμαλώτου”. Ετσι εμπεδώθηκε η σχέση μου με τον Στρατή Δούκα, διάβασα και όλα τα έργα του. Η μεγάλη μου αγάπη παραμένει η “Ιστορία ενός αιχμαλώτου”, εμβληματικό έργο, από τα κορυφαία της ελληνικής λογοτεχνίας, αλλά λίγο παραγνωρισμένο. Οπως παραγνωρισμένος και έκκεντρος από τη Γενιά του ‘30 είναι και ο ίδιος ο Δούκας. 
 • Πώς το εξηγείτε αυτό; 
 Ισως επειδή είχε ασχοληθεί πολύ με τον λαϊκό πολιτισμό να μην είχε αυτή την κοσμοπολίτικη γκλαμουριά που είχαν οι υπόλοιποι. Ετσι έμεινε λίγο στην αφάνεια. Πέρα από το έργο του, εκτιμώ και αγαπώ τον ίδιο τον Δούκα. Δεν είχε ίχνος ιδιοτέλειας, ούτε για δόξα, ούτε για χρήματα και εξουσία, ήταν αυτό που θα λέγαμε «γνήσιος πνευματικός άνθρωπος». Αυτό με κέρδισε κυρίως. Κι όταν, τα επόμενα χρόνια, άρχισε να εμφανίζεται στην Ελλάδα η γκλαμουριά σε κάθε τομέα, ακόμα και στη λογοτεχνία, ο Δούκας παρέμεινε για μένα μια σταθερή αξία. 
 • Στο βιβλίο σας δίνετε τον λόγο στον ίδιο τον Δούκα, που διηγείται σε δημοσιογράφο τη ζωή του ενώ βρίσκεται στο γηροκομείο. Γιατί διαλέξατε αυτή τη φόρμα;
 Πέρα από τα διαβάσματά μου και την αγάπη μου για τον Δούκα, το βιβλίο δεν θα υπήρχε αν δεν είχα γνωρίσει έναν μεγάλο δημοσιογράφο, τον Γιώργο Πηλιχό των «Νέων». Επί πολλά χρόνια ζούσε στο Πήλιο και κατέβαινε στον Βόλο, την ιδιαίτερη πατρίδα μου, και κάναμε παρέα, συχνάζαμε στο ίδιο βιβλιοπωλείο, πηγαίναμε σε τσιπουράδικα. Σε μια από αυτές τις τσιπουροκατανύξεις, άρχισε να μου μιλάει για τον Στρατή Δούκα, πώς πήγαινε και τον έβλεπε στο γηροκομείο, τις στιχομυθίες και τις κουβέντες που κάνανε, του είχε πάρει και μια συνέντευξη για τα «Νέα». Στο τρομερό του αρχείο, στο σπίτι του στην Τσαγκαράδα, υπήρχε πολύ υλικό για τον Δούκα. Σαν μια μοίρα να με οδηγούσε, λοιπόν, σ’ αυτό το βιβλίο. Οι κουβέντες μας έμειναν βαθιά μέσα μου και όλο το υλικό που είχα για τον Δούκα το έβαλα στο καλούπι της επίσκεψης ενός δημοσιογράφου στο γηροκομείο. Γίνεται ο ακροατής του Δούκα, που μιλάει για τη ζωή και το έργο του. Να μην ξεχάσω κι άλλον έναν μεγάλο δημοσιογράφο, τον Δημήτρη Γκιώνη, που είχε πολύ αγαπήσει τον Δούκα και είχε κάνει κι ένα καταπληκτικό «Παρασκήνιο» στην τηλεόραση.
 • Η προσωπική αφήγηση του ηλικιωμένου Δούκα δεν έβαζε κάποια όρια στο βιβλίο σας; 
 Τα χρειαζόμουν αυτά τα αφηγηματικά όρια, πόσο μάλλον που τα συγκεκριμένα (αφήγηση σε δημοσιογράφο) με κατεύθυναν με έναν ασύνειδο τρόπο στη λιτή γραφή του ίδιου του Δούκα, αλλά και παρέπεμπαν σε μια άλλη αφήγηση, που ο ίδιος είχε κάποτε ακούσει για να γράψει το σημαντικότερο έργο του, την «Ιστορία ενός αιχμαλώτου». 
 • Ηταν ενδιαφέρον το «παιχνίδι» να πλησιάσετε το ύφος του Δούκα, εσείς, ένας συγγραφέας μιας άλλης εποχής και γλώσσας;
 Ηταν συγχρόνως παιχνίδι αλλά και σχολείο για μένα το να μπορέσω, όχι να μιμηθώ, αλλά να πατήσω πάνω στα χνάρια του Δούκα. Η «Ιστορία ενός αιχμαλώτου» είναι ένα ζωντανό εργαστήριο δημιουργικής γραφής για επίδοξους αλλά και δόκιμους συγγραφείς. Μόνο διαβάζοντας όλους αυτούς τους παλιούς, μεγάλους συγγραφείς μπορεί ο καθένας μας να διαμορφώσει τη δική του αφηγηματική ταυτότητα. 
 • Θα είχε ενδιαφέρον να διαβαστεί το βιβλίο σας και από πολύ νέους αναγνώστες, ακόμα και από μαθητές. 
 Απευθύνεται, βέβαια, σε ενήλικες, είναι μυθοπλασία στηριγμένη σε πραγματικά γεγονότα. Αλλά ίσως ενδόμυχα προσπαθώ να ικανοποιήσω την επιθυμία του Δούκα: «να με διαβάσουν και να με αγαπήσουν οι νεότεροι».
 • Γράφετε κάτι καινούργιο αυτή την εποχή; 
 Είμαι βυθισμένος τρία χρόνια σε ένα μυθιστόρημα για τον Καραϊσκάκη. Οχι βέβαια ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά ένα βιβλίο που ξεκινάει από το σήμερα και καταλήγει στο σήμερα. Ενας άνδρας ανακαλύπτει αιφνιδιασμένος ότι έλκει την καταγωγή του από τον Καραϊσκάκη. Και αρχίζει να ψάχνει τη ζωή και την ιστορία του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: