Ο πατέρας σου να γυρίζει με ένα Opel Caravan τα χωριά και να δείχνει ταινίες, εσύ να καθαρίζεις με στουπί τη μηχανή προβολής, ενώ οι φίλοι σου σού ζητάνε να πάτε για παιχνίδι και ο μπαμπάς να σου λέει “άρχισε το σχολείο τώρα, τι θες, σινεματζής να γίνεις κι εσύ;”. Να ψάχνεις μια σκανταλιά άξια να φας λίγο ξύλο από τον δάσκαλο ώστε να αποσυρθείς από τον κατάλογο των καλών παιδιών που δεν έχουν φάει ξύλο ποτέ. Να παίζεις ως φοιτητής μουσική σε κρητική ταβέρνα επειδή αρρώστησε ο κιθαρίστας, να σου αρέσει η “Αφιλότιμη” που ακούγονταν από τα ραδιοφωνάκια των εργατών, να φτιάχνεις συγκρότημα με τους φίλους σου, να γίνεσαι γνωστός στη γειτονιά, στο χωριό, με κιθάρα μια πετονιά. Η έλευση της τηλεόρασης που έκοψε αρχικά τη διάθεση για συναυλίες και έφερε νέα ήθη και έθιμα στα σπίτια και τις γειτονιές. Η πρώτη αληθινή κιθάρα. 1974. Το χέρι του στο γύψο. Η Ελλάδα βγαίνει από το γύψο. Πώς είναι να μαζεύεται ξανά η παρέα των παιδικών σου χρόνων στα ίδια μέρη; “Κανόνισα να μαζευτεί όλη η παρέα των παιδικών μου χρόνων. Δεν ήταν εύκολο, αλλά έγινε. Απόψε θα είμαστε όλοι στο χωριό… Δεν είναι σαν αυτά τα reunion που κάνουν ολόκληρες τάξεις συμμαθητών από το λύκειο. Μόνο η παρέα θα συναντηθεί. Εφτά οχτώ άνθρωποι όλοι κι όλοι”. Κύπρος. Ο μπαμπάς πάει φαντάρος. Οι πατάτες αλλάζουν γεύση. Διχοτόμηση. Σεπτέμβριος. Σχολείο με την ίδια τσάντα. Το οικογενειακό περίπτερο στην άκρη της πλατείας. Η εφημερίδα που έδειχνε τις πολιτικές σου προτιμήσεις, τα πρώτα περιοδικά, τα Ψηλά Βουνά του Παπαντωνίου, τα κάλαντα, η τηλεόραση, οι πρώτες σειρές που ξεμυάλισαν τον κόσμο, ο πρώτος φραπές, η Οδός Αριστοτέλους και η Αλεξίου, οι Pink Floyd, το ποδόσφαιρο στις γειτονιές, το κασετόφωνο που τρέλανε το νου και πήγε για πάντα στην αποθήκη. Οκτώβριος 1981. ΠΑΣΟΚ, αλλαγή. Στις δασείες και τις περισπωμένες, αλλά όχι παντού. Ο καιρός περνά. Τα παιδιά μεγαλώνουν, γίνονται νέοι. Οι εμπειρίες ολοένα και περισσότερες. Οι μνήμες πληθαίνουν. Η νοσταλγία δυναμώνει. Το μυθιστόρημα Από την αρχή του Θοδωρή Παπαϊωάννου είναι ένα σαρωτικό οδοιπορικό ενηλικίωσης που ξεκινά από τα 60’s, 70’s και 80’s και φτάνει μέχρι το σήμερα, ένα καθηλωτικό ημερολόγιο καταστρώματος των Ελληνοπαίδων που είδαν τη ζωή τους να περνά μέσα από πολιτικές εξελίξεις και αλλαγές πολιτεύματος, το χωριό, τη γειτονιά και τις μεγαλουπόλεις, το όνειρο και την πραγματικότητα, τη δικαίωση και τη διάψευση, την εκδημοκρατισμό και την τεχνολογική επανάσταση που ξεκίνησε δυναμικά με συσκευές όπως τρανζιστοράκι, ραδιόφωνο, τηλεόραση. Με την αλήθεια των βιωμάτων, αυτοβιογραφικών και μυθιστορηματικών στοιχείων να κατακλύζουν και να τραντάζουν όλη την αφήγηση, με την αγνότητα της παιδικής ηλικίας και του εαυτού που χάνει τον προσανατολισμό του και τις ρίζες του να παρελαύνουν ασταμάτητα, ο Νότης, ο κεντρικός ήρωας, και τα άλλα αγόρια και κορίτσια της ιστορίας, βαδίζουν προς την ενηλικίωση, προς ένα μικρο-reunion, γεμάτοι μουσικές, ταινίες, είδωλα, σκανταλιές, έρωτες, όνειρα, απλά ή πιο μακρινά, όπως ένα σπίτι με κήπο με κάποιον που αγαπάς. Όταν έχεις χάσει το σημάδι σου στον κόσμο. Όταν έχεις λησμονήσει ποιος είσαι και από τις είσαι φτιαγμένος. Όταν σου λείπει κάτι, αυτό, εκείνο που θα σε βάλει σε ένα δρόμο που έχει μαγεία. Όταν έχεις ολοκληρώσει έναν κύκλο και θέλεις να ανοίξεις έναν νέο για να συνεχίσεις να ζεις. Όταν ξέμείνεις από προκλήσεις. Όταν κοιτάξεις το τζάμι έξω και είναι πιο θολό και από την πιο πρωινή καταχνιά. Όταν τα πάνω έχουν έρθει κάτω και εσύ δε ξέρεις ποιο είναι το πάνω και ποιο το κάτω. Τότε κλείσε τα μάτια και πάρτο από την αρχή, από εκεί που ξεκινάνε όλα. Από τα παιδικά του χρόνια, από το πρώτο σου κλάμα σε μια απογοήτευση, από την πρώτη σου ανακάλυψη, το πρώτο σου απόκτημα, τότε που φόραγες παντελονάκια ή φουστανάκια και όλα έμοιαζαν πιο απλά, πιο αθώα, πιο απροσχεδίαστα. Αυτή είναι η πυρηνική φλόγα που στέλνει τον Θοδωρή Παπαϊωάννου να γράψει ένα τέτοιο “Από την αρχή”, που δεν κόβει την ανάσα, δεν το διαβάζεις απνευστί, δεν το αφήνεις από τα χέρια σου, αλλά σου χαρίζει ανάσα, το διαβάζεις με πνεύμα και πνοή και το αφήνεις από τα χέρια σου, γιατί κάθε τρεις και λίγο ονειροπολείς στις δικές σου μνήμες και βιώματα που τόσο αληθινά έχουν κατέβει στις 310 αυτές σελίδες. Θα ήθελα πολύ ένα τέτοιο βιβλίο να το διαβάσουν οι σημερινοί έφηβοι 13+. Θα ήταν μια καταπληκτική εμπειρία ή συνομιλία με εφήβους της προηγούμενης γενιάς που έχει τόσο μα τόσο διαφορετικά βιώματα από τούτα τα ομορφόπαιδα με τα κινητά στα χέρια. Θα ήταν υπέροχο να δουν πώς μεγάλωσαν οι γονείς τους και οι θείοι τους. Να δουν την Ελλάδα που άνθισε πριν ανθίσουν αυτοί, να μάθουν τον Μπλέηκ από το περίπτερο, τις μουσικές από τα ραδιοφωνάκια, τα όνειρα με τις κιθάρες και πώς ερωτεύονταν οι άνθρωποι πριν την μεγάλη επίθεση της τεχνολογίας. Ωστόσο, οι 40+ θα ριγήσετε. Θα ριγήσετε πάνω στις αναμνήσεις σας. Και δεν χρειάζεται να πω τίποτε πιο μελό, γιατί ο συγγραφέας μέσα σε τριακόσιες και πλέον σελίδες δεν έγινε στιγμή ούτε δακρύβρεχτος, ούτε συναισθηματικούλης, ούτε υπερβολικά νοσταλγικός. Το κράτησε σε μια μποέμ ισορροπία το πράγμα.
Το προτείνω. Δυνατά.
Εκδόσεις Ίκαρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου