Daniel E. Lieberman, «Η ιστορία του ανθρώπινου σώματος Υγεία, ασθένεια και φυσική επιλογή, το νέο πεδίο της εξελικτικής ιατρικής»
Εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης έχουν οδηγήσει το ανθρώπινο είδος σε μια μάλλον παράδοξη κατάσταση: μολονότι, κατά μέσο όρο, έχει αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής και έχουν σαφώς βελτιωθεί οι συνθήκες διαβίωσης, οι άνθρωποι εξακολουθούν να υποφέρουν και συχνά να πεθαίνουν από κάποιες παθήσεις που η σημερινή ιατρική αδυνατεί να εξαλείψει.Στο εντυπωσιακά επίκαιρο βιβλίο του, ο Ντάνιελ Λίμπερμαν, καθηγητής στο Χάρβαρντ και παγκόσμιας φήμης εξελικτικός βιο-ανθρωπολόγος, δεν περιορίζεται στο να τεκμηριώσει αυτήν την οδυνηρή «διάγνωση», αλλά αναζητά, με τρόπο συστηματικό, τα βαθύτερα βιολογικά αλλά και ιστορικά-κοινωνικά αίτια της ανθρώπινης παθολογίας.
Πράγματι, αρκεί να κοιτάξουμε γύρω μας για να διαπιστώσουμε ότι πολύ μεγάλος αριθμός ατόμων, ανεξαρτήτως ηλικίας, είναι είτε υπέρβαρα είτε υποφέρουν από παχυσαρκία.
Και μάλιστα, αυτή η παθολογική κατάσταση δεν εμφανίζεται μόνο στους κατοίκους των πιο ανεπτυγμένων κοινωνιών αλλά σε κάθε ανθρώπινο πληθυσμό που υιοθετεί τον σύγχρονο τρόπο ζωής και διατροφής, ο οποίος σχετίζεται άμεσα με την εκδήλωση πολλών θανατηφόρων καρδιακών και εγκεφαλικών ασθενειών.
Το ίδιο ισχύει και για πολλές άλλες παθήσεις που ενώ ήταν σπάνιες κατά το παρελθόν, εμφανίζονται πλέον μαζικά, όπως π.χ. η μυωπία, το άσθμα, η πλατυποδία, η κατάθλιψη και οι πολυάριθμες αυτοάνοσες μη μεταδοτικές ασθένειες. Γιατί άραγε όλο και περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν από αυτές;
Την απάντηση σε αυτό το αποφασιστικό ερώτημα θα πρέπει να την αναζητήσουμε όχι μόνο στο ιατρικό ιστορικό των μεμονωμένων ατόμων, αλλά και στη συνολική βιολογική εξέλιξη του ανθρώπινου σώματος.
Εξάλλου, το πόσο αποτελεσματικά (ή αναποτελεσματικά) αντιμετωπίζουμε αυτές τις μαζικές παθήσεις εξαρτάται από το πόσο ικανοποιητικά έχουμε κατανοήσει τα βαθύτερα βιολογικά αίτια της εμφάνισής τους!
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο το γεγονός ότι το πρώτο μέρος του βιβλίου αποτελεί μια γοητευτική και ιδιαίτερα κατατοπιστική παρουσίαση του πώς, πότε και γιατί εξελίχθηκαν τα διάφορα μέρη και οι λειτουργίες του σώματός μας.
Από τη λεπτομερή ανασυγκρότηση της μακράς εξελικτικής ιστορίας του ανθρώπινου σώματος ο συγγραφέας οδηγείται σε μερικά πολύ ενδιαφέροντα αλλά και απρόσμενα συμπεράσματα: το σώμα μας είναι ένα μωσαϊκό από ετερογενή χαρακτηριστικά, ένα κάθε άλλο παρά τέλειο «παλίμψηστο» από διάφορες εξελικτικές προσαρμογές.
Μάλιστα, πολλά από τα σημερινά χαρακτηριστικά του σώματός μας ήταν κάποτε προσαρμογές που συνέβαλαν στην επιβίωση και την αναπαραγωγή του είδους μας, σήμερα όμως έχουν γίνει δυσπροσάρμοστα και βρίσκονται σε εμφανή δυσαρμονία με το σύγχρονο περιβάλλον και τις ανάγκες μας.
Και με την πρόθεση να μελετηθούν αλλά και να θεραπευτούν τέτοιες εξελικτικές αναντιστοιχίες ή δυσαρμονίες δημιουργήθηκε πρόσφατα το νέο ερευνητικό πεδίο της εξελικτικής ή δαρβινικής ιατρικής.
Από την παραδοσιακή στη δαρβινική ιατρική
Σύμφωνα με αυτήν τη νέα γνωσιακή-θεραπευτική προσέγγιση, οι άνθρωποι δεν αποτελούν ένα τέλειο, ούτε καν ένα αναπόφευκτο βιολογικό είδος.Και όπως εξηγεί ο συγγραφέας με πλήθος καθημερινών παραδειγμάτων, «δεν είμαστε προσαρμοσμένοι για έναν και μόνο τύπο διατροφής, ενδιαιτήματος, κοινωνικού περιβάλλοντος ή τρόπου άσκησης».
Αν ωστόσο, το πρώτο μέρος του βιβλίου είναι μια αριστοτεχνική ανασυγκρότηση εκατομμυρίων χρόνων εξέλιξης του σώματος των μακρινών προγόνων του ανθρώπινου είδους (Homo sapiens), το δεύτερο και το τρίτο μέρος αποτελούν μια συγκλονιστική αναδρομή των τελευταίων 11 ή 10 χιλιάδων χρόνων ιστορίας του ανθρώπου, στη διάρκεια των οποίων συνέβησαν δύο συγκλονιστικές επαναστάσεις -η Γεωργική και πριν από δύο αιώνες η Βιομηχανική Επανάσταση- οι οποίες επέδρασαν εν μέρει θετικά και εν μέρει αρνητικά στη βιολογία του «παλαιολιθικού» σώματος των ανθρώπων.
Αυτή η εξελικτική αναδρομή επιτρέπει στον Λίμπερμαν να τεκμηριώσει επαρκώς την άποψή του ότι πολλές σημερινές ασθένειες -από την παχυσαρκία μέχρι τις αυτοάνοσες ασθένειες, όπως π.χ. ο διαβήτης τύπου 2- οφείλονται στη δυσαρμονία ανάμεσα στις βιολογικές προδιαγραφές του σώματός μας και στις ταχύτατες, δραματικές αλλαγές που επέφεραν στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων η επινόηση της γεωργίας και της βιομηχανίας.
Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό βιβλίο, οι εγγενείς αρετές του οποίου αναδεικνύονται χάρη στην άριστη μετάφραση και επιμέλεια της ελληνικής έκδοσης.
Yuval Noah Harari, «Sapiens: Μια σύντομη ιστορία του ανθρώπου»
Πριν από περίπου 150 χιλιάδες χρόνια άνθρωποι καθόλα όμοιοι με εμάς ήταν ένα ασήμαντο βιολογικό είδος που ζούσε σε κάποια γωνιά της Αφρικής.Εκείνη την εποχή οι πρόγονοι όλων των σημερινών ανθρώπων συνυπήρχαν μαζί με τουλάχιστον άλλα 6 συγγενή είδη του γένους Ανθρωπος (Homo), όμως όλα μαζί αυτά τα πρωτόγονα είδη ανθρώπων δεν ασκούσαν πολύ μεγαλύτερη επιρροή στο πλανητικό οικοσύστημα απ᾽ ό,τι οι γορίλες, οι χιμπατζήδες ή οι μέδουσες.
Ωστόσο, πριν από περίπου 70 χιλιάδες χρόνια συνέβη κάτι ολότελα απρόσμενο, μια κοσμοϊστορική αλλαγή που μετέτρεψε, σταδιακά, το ασήμαντο και περιθωριακό, μέχρι τότε, είδος δίποδων θηλαστικών με τον μεγάλο εγκέφαλο σε κυρίαρχο βιολογικό είδος, το οποίο σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα κατέκτησε το σύνολο του πλανήτη Γη.
Από τα 6 συγγενικά αλλά διαφορετικά είδη του γένους Ανθρωπος ένα μόνο επικράτησε τελικά και όχι χάρη στη Θεία Πρόνοια ή σε κάποιο υπερφυσικό θαύμα, αλλά εξαιτίας των ιδιαίτερων βιολογικών, νοητικών και κοινωνικών ικανοτήτων του. Βιολογικές και συμπεριφορικές ικανότητες που, ενώ εξελίχθηκαν σταδιακά επί τουλάχιστον 2 εκατομμύρια χρόνια, οδήγησαν στο μεγάλο άλμα, πριν από 70 χιλιάδες χρόνια!
Εκτοτε, αυτό το περίεργο είδος δίποδων θηλαστικών που, με τη συνήθη εγωπάθειά του αυτοχαρακτηρίζεται ως «Homo sapiens» δηλαδή «Ανθρωπος ο σοφός», διαμόρφωσε την επίμονη ψευδαίσθηση ότι είναι ο απόλυτος ρυθμιστής και κυρίαρχος κάθε μορφής ζωής στον γαλάζιο πλανήτη μας, των συνανθρώπων του μη εξαιρουμένων.
Για να νομιμοποιήσουν αυτή την εντελώς αυθαίρετη και ταυτόχρονα δημιουργική εγωπάθειά τους οι πρωτόγονοι άνθρωποι δημιούργησαν αρχικά τους θεούς και κατόπιν τις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες.
Ετσι σήμερα, μετά από 70 χιλιάδες χρόνια γόνιμων ναρκισσιστικών ψευδαισθήσεων αλλά και μεγάλων ιστορικών ανατροπών, το ανθρώπινο είδος είναι έτοιμο να απελευθερωθεί οριστικά από τους περιορισμούς της ίδιας του της φύσης και με τη βοήθεια της νέας γενετικής βιοτεχνολογίας να επανασχεδιάσει το μέλλον του ως... υπερανθρώπου!
Το ζώο που επιθυμεί να γίνει θεός
Κάπως έτσι ανασυγκροτεί και ερμηνεύει ο διάσημος Εβραίος ιστορικός Γιουβάλ Νώε Χαράρι στο πολύ επιτυχημένο διεθνώς βιβλίο του «Sapiens» την ανθρώπινη ιστορία: από τους προανθρώπους, που επινόησαν μαζί με τα πιο εξελιγμένα εργαλεία τη γλωσσική επικοινωνία και τις πρωτόγνωρες (για το ζωικό βασίλειο) μορφές συμπεριφοράς και κοινωνικότητας, μέχρι τις ριζικές ανατροπές που επέφεραν στη ζωή των ανθρώπων η γεωργική, κατόπιν η επιστημονική-γνωσιακή και πιο πρόσφατα η βιομηχανική και η σύγχρονη βιο-πληροφορική επανάσταση.Αντλώντας και συνδυάζοντας τις πιο ετερογενείς πληροφορίες από ένα ευρύτατο φάσμα επιστημών -από την παλαιοντολογία, την εξελικτική βιολογία και την ανθρωπολογία μέχρι την οικονομικοπολιτική ιστορία και την κοινωνιολογία- το βιβλίο αυτό μας προσφέρει μια πρωτότυπη και ενίοτε προκλητική ερμηνεία σε μια σειρά από αδιαφανή ιστορικά φαινόμενα.
Δικαιολογημένα λοιπόν έγινε ανάρπαστο μόλις κυκλοφόρησε πριν από πέντε χρόνια στο Ισραήλ, και, μέχρι σήμερα, έχει μεταφραστεί σε 30 γλώσσες.
Κατά τη γνώμη μας, όμως, η βαθύτερη σημασία και αξία αυτού του εσκεμμένα προκλητικού βιβλίου είναι ότι επανερμηνεύει το σύνολο της ανθρώπινης ιστορίας από τη σκοπιά ή την προοπτική της νέας παγκόσμιας μετανεωτερικής βιοεξουσίας.
Κάτι που παραδέχεται ρητά και ο συγγραφέας στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, με τον αποκαλυπτικότατο τίτλο «Το τέλος του Homo sapiens»:
«Αυτό που πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά είναι η ιδέα ότι το επόμενο στάδιο της ιστορίας θα περιλαμβάνει όχι μόνο τεχνολογικές και οργανωτικές μεταβολές, αλλά και θεμελιώδεις μεταβολές της ανθρώπινης συνείδησης και ταυτότητας. Και οι μεταβολές αυτές μπορεί να είναι τόσο θεμελιώδεις που να θέσουν υπό αμφισβήτηση τον όρο “άνθρωπος”».
Με άλλα λόγια, ο Χαράρι επιχειρεί να αναδείξει το πόσο ιστορικά αναγκαία ή, έστω, εφικτή είναι πλέον η προοπτική μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής βαρβαρότητας, που ενδέχεται να επιβληθεί επειδή απλώς διαθέτουμε τα απαραίτητα τεχνοεπιστημονικά εργαλεία για να υλοποιήσουμε το προαιώνιο όνειρο της ανθρωπότητας να υπερβεί τον εαυτό της, δηλαδή να δημιουργήσει «υπερανθρώπους».
Αν η ανθρώπινη ιστορία άρχισε όταν επινοήσαμε τις πρώτες θεότητες, τότε υπάρχει ο κίνδυνος να τελειώσει μόλις πιστέψουμε ότι είμαστε οι ίδιοι θεότητες.
F. Anserment & P. MaGistretti, «Τα ίχνη της εμπειρίας: νευρωνική πλαστικότητα και η συνάντηση της βιολογίας με την ψυχανάλυση»
Σχεδόν οι πάντες παραδέχονται σήμερα ότι, τις τελευταίες δεκαετίες, οι νευροεπιστήμες έχουν πραγματοποιήσει αξιοσημείωτη πρόοδο σε ό,τι αφορά τις εγκεφαλικές προϋποθέσεις όλων των ανθρώπινων νοητικών λειτουργιών, από τη γλωσσική ικανότητα μέχρι τη συνειδητή σκέψη και τα συναισθήματα.Αυτές οι σημαντικές ανακαλύψεις έχουν ήδη ανατρέψει πολλές αβάσιμες επιστημονικά ψυχολογικές, ανθρωπολογικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις του παρελθόντος σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας του ανθρώπινου νου.
Αραγε, πόσο συμβατές είναι αυτές οι πρόσφατες αλλά εντυπωσιακές κατακτήσεις των επιστημών που μελετούν τη δομή και τις νοητικές λειτουργίες του εγκεφάλου μας (νευροεπιστήμες) με τις φροϊδικές αντιλήψεις για τις ανθρώπινες ψυχολογικές λειτουργίες και σε ποιον βαθμό αυτές οι νευροεπιστημονικές εξελίξεις ενισχύουν ή, εναλλακτικά, διαψεύδουν τις ψυχαναλυτικές πρακτικές;
Σε αυτά τα ακανθώδη ερωτήματα επιχειρούν να απαντήσουν οι συγγραφείς αυτού του αξιόλογου αλλά και ιδιαίτερα ενοχλητικού βιβλίου, αφού επιχειρεί να αναζητήσει τις -αδιανόητες μέχρι σήμερα!- γέφυρες που θα επέτρεπαν τον διάλογο ανάμεσα στο ψυχαναλυτικό κατεστημένο και την επίσημη νευροεπιστημονική αυθεντία.
Και το βιβλίο αυτό, προϊόν συνεργασίας ενός διάσημου ψυχαναλυτή (Φρανσουά Ανσερμέ) με έναν επιφανή νευροεπιστήμονα (Πιερ Μαζιστρετί), είναι η καλύτερη απόδειξη ότι ο διάλογος ανάμεσα στην ψυχανάλυση και τη νευροεπιστήμη είναι όχι μόνο εφικτός αλλά και επιστημονικά γόνιμος!
Πράγματι, στο βιβλίο επιχειρείται μια ανάγνωση κάποιων βασικών ψυχαναλυτικών ιδεών του Φρόιντ με τα νέα εργαλεία των νευροεπιστημών και, πρωτίστως, μέσω της αποφασιστικής ανακάλυψης της νευρωνικής πλαστικότητας.
Αν, όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς, κάθε εμπειρία αφήνει στον εγκέφαλό μας ένα λίγο-πολύ μόνιμο «ίχνος» που εγγράφεται στα περίπλοκα νευρωνικά δίκτυα του εγκεφάλου μας, τότε αυτή η αποδεδειγμένη νευρωνική πλαστικότητα ίσως να είναι το κλειδί για να εξηγήσουμε με νευροεπιστημονικούς όρους ορισμένους ψυχαναλυτικούς μηχανισμούς που ο Φρόιντ είχε περιγράψει εμπειρικά επειδή στην εποχή του αγνοούσαν τους υποκείμενους εγκεφαλικούς μηχανισμούς!
Αν, όπως όλα δείχνουν, ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι το βιολογικό όργανο που παράγει και αποτυπώνει την ατομικότητά μας, τότε η διαρκής αναδιάταξη των εγκεφαλικών μας δικτύων (νευρωνική πλαστικότητα) αποτελεί σαφή ένδειξη ότι η ατομικότητά μας και οι υποκειμενικές εμπειρίες μας δεν είναι σχεδόν ποτέ γενετικά προδιαγεγραμμένες, αλλά εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο που ο εγκέφαλός μας αλληλεπιδρά με άλλους εγκεφάλους και με τον περιβάλλοντα κόσμο.
Με άλλα λόγια, ο χαρακτήρας ή η προσωπικότητά μας δεν είναι γονιδιακά προκαθορισμένοι.
Οπως πολύ εύστοχα σημειώνει στον πρόλογο που έγραψε για την ελληνική έκδοση ο Ηλίας Κούβελας, γνωστός Ελληνας νευροεπιστήμονας, φίλα προσκείμενος στην ψυχανάλυση:
«Πριν από μερικά χρόνια είχα υποστηρίξει το παράδοξο ότι μέσα από τη διαδικασία της εξέλιξης επελέγησαν γονίδια που επιτρέπουν στον άνθρωπο να απελευθερωθεί από αυτά, υπό την έννοια ότι δίνουν μεγάλες δυνατότητες πλαστικών αλλαγών της αρχιτεκτονικής του εγκεφάλου, και κατά συνέπεια και της συμπεριφοράς του».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σελίδες που αφορούν τις νευροβιολογικές προϋποθέσεις της ανθρώπινης μνήμης και του αποφασιστικού -αλλά όχι πάντοτε συνειδητού- ρόλου που η μνήμη παίζει στη διαμόρφωση της ανθρώπινης ταυτότητας, άρα και της συμπεριφοράς.
Στο βιβλίο διατυπώνονται ρητά και με τρόπο κατανοητό για τους μη ειδικούς αναγνώστες οι θέσεις των συγγραφέων.
Ομως, κατά τη γνώμη μας, από ένα σημείο και μετά (από το δέκατο κεφάλαιο και εξής) ο αναγνώστης νιώθει κάποια σύγχυση και χάνει το συλλογιστικό νήμα του κειμένου.
Παρά τις πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις και τους προβληματισμούς που διατυπώνονται, δημιουργείται η εντύπωση ότι οι συγγραφείς δεν καταφέρνουν -ή μήπως δεν επιθυμούν;- να δώσουν συγκεκριμένες απαντήσεις για τα πιο επίμαχα ζητήματα που οι ίδιοι έθεσαν στον εαυτό τους.
Στην πραγματικότητα, παρά την υψηλή ποιότητα του κειμένου, το πέρασμα από τη βιοψυχολογία στην ψυχανάλυση, μολονότι ιδιαίτερα διεγερτικό διανοητικά, δεν είναι ακόμη εφικτό με αυστηρά επιστημονικούς όρους.
Υπάρχουν ακόμα υπερβολικά πολλά αναπάντητα ερωτήματα ώστε να τολμήσει κανείς να ισχυριστεί ότι μπορεί να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα σε αυτές τις δύο τόσο διαφορετικές προσεγγίσεις της νοητικής μας ζωής.
http://www.efsyn.gr/arthro/3-simantika-vivlia-gia-ton-anthropo#disqus_thread
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου