30.1.19

Από την ιθαγένεια του γενέθλιου τόπου στα όρια του κόσμου

Ο Μέσκος, γράφοντας για το οικείο ανθρώπινο και φυσικό περιβάλλον του, γράφει για τον εαυτό του. Συνάμα γράφει για το ατομικό διαμέσου του συλλογικού, για τη συγχρονία του βίου του διαμέσου της διαχρονίας, δηλαδή της μεστά εκφρασμένης ιστορικότητας του χώρου όπου έζησε. Και αντιστρόφως, μέσα από τη φωνή του Μέσκου βρίσκει την επαρκέστερη και εναργέστερη ποιητική έκφρασή του ένας ολόκληρος χώρος και κόσμος 

του Ευριπίδη Γαραντούδη*


Η εξηντάχρονη ποιητική πορεία και προσφορά του Μάρκου Μέσκου (1935-2019) - το πρώτο βιβλίο του εκδόθηκε το 1958 και το τελευταίο, Όνειρα στον Άδη, την περασμένη χρονιά - δεν είναι εύκολο να συμπυκνωθούν σε ένα σύντομο κείμενο. Κατά συνθήκη ο Μέσκος εντάσσεται στη δεύτερη μεταπολεμική ποιητική γενιά, αλλά η αξία του έργου του υπερβαίνει κατακόρυφα τη στενόχωρη λογική αυτού του γενεαλογικού σχήματος, καθώς είναι ένας από τους καλύτερους Έλληνες ποιητές της μεταπολεμικής και μεταπολιτευτικής εποχής.
Το ατομικό διαμέσου του συλλογικού
Εκκινώντας αναπόδραστα από τον ιστορικό χωρόχρονό τους, τα πρώτα βιβλία του λειτούργησαν ως ηθογραφικές αποτυπώσεις ενός τόπου στιγματισμένου από τη μνήμη του Εμφυλίου πολέμου. Όσο, στη συνέχεια, προχωρούσε προς την κατάκτηση της ωριμότητάς του, διακριτικό γνώρισμα και βασικός άξονας του έργου του γινόταν το βίωμα της ιθαγένειας ή εντοπιότητας.
Συγκεκριμένα, Εδεσσαίος στην καταγωγή και έχοντας ζήσει μεγάλο μέρος της ζωής του στη Θεσσαλονίκη, ο Μέσκος έγραψε μια ποίηση που φέρει αισθητά και διάχυτα ίχνη της μακεδονικής καταγωγής και ταυτότητάς του. Η δυτική Μακεδονία, και κυρίως η γενέτειρά του Έδεσσα και η περιφέρειά της, ανάγονται έτσι στον προσωπικό ποιητικό μύθο του.
Με αυτή τη μυθική αναγωγή και με τη σταδιακή εκλέπτυνση των εκφραστικών εργαλείων του κατόρθωσε κάτι πολύ δύσκολο στη σύγχρονη ποίηση, να εκφράσει τη συλλογικότητα. Η συχνά καταλογική ποίηση του Μέσκου απαριθμεί ζώα, φυτά, λουλούδια, βουνά, ποτάμια, τοποθεσίες, χωριά και χωρικούς.
Αλλά οι πλήθος αναφορές στη γενέτειρα δεν είναι απλώς μαρτυρία αγάπης για τους ανθρώπους και τον φυσικό περίγυρό της ή εκδήλωση φυσιολατρίας που φτάνει στα όρια του παγανισμού. Οι εν λόγω αναφορές χαρτογραφούν έναν πολλαπλά αναγνωρίσιμο γεωγραφικό και ιστορικό χώρο, αλλά και συντάσσουν μια πλήρη και διακριτή ανθρωπογεωγραφία.
Οι ποικίλες μνείες του γενέθλιου τόπου ιχνηλατούν την ίδια την πορεία του Μέσκου μέσα στον χρόνο, καθώς στα ποιήματά του η προσωπική ιστορία και ο ιστορημένος χώρος (από την εμφυλιακή δεκαετία του 1940 μέχρι τις μέρες μας) συνυπάρχουν φωτίζοντας το ένα το άλλο.
Ο Μέσκος, γράφοντας για το οικείο ανθρώπινο και φυσικό περιβάλλον του, γράφει για τον εαυτό του. Συνάμα -κι έτσι η ποίησή του μεταβαίνει στη συλλογικότητα- γράφει για το ατομικό διαμέσου του συλλογικού, για τη συγχρονία του βίου του διαμέσου της διαχρονίας, δηλαδή της μεστά εκφρασμένης ιστορικότητας του χώρου όπου έζησε. Και αντιστρόφως, μέσα από τη φωνή του Μέσκου βρίσκει την επαρκέστερη και εναργέστερη ποιητική έκφρασή του ένας ολόκληρος χώρος και κόσμος.
Η σχέση με τη δημοτική ποίηση
Στην έκφραση της συλλογικότητας εντοπίζεται και ο ουσιαστικός διάλογος της ποίησης του Μέσκου με το δημοτικό τραγούδι, μια περιοχή της ποιητικής παράδοσής μας αποκομμένη από το σύγχρονο πολυπολιτισμικό και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Πρόκειται για διάλογο που δεν εξαντλείται στην επιφανειακή, συνειδητή απήχηση θεματικών στοιχείων, εκφραστικών σχημάτων και ρυθμικών τρόπων της δημοτικής ποίησης (που συνδυάζονται με εκλεπτυσμένες αξιοποιήσεις της εκφραστικής παρακαταθήκης του μοντέρνου νεοσυμβολισμού), αλλά για σχέση που βαθαίνει ώς την έκφραση του ίδιου ανθρώπινου ήθους.
Η σχέση του Μέσκου, λοιπόν, με τη δημοτική ποίηση έχει διυλιστεί μέσα από την προσωπική λογοτεχνική δημιουργία. Tην ώριμη ποιητική γλώσσα του χαρακτηρίζει ο γλωσσοκεντρισμός· ακριβέστερα, η συντακτική εξάρθρωση, η πυκνή παράταξη και η νοηματική διασύνδεση μικρών προτάσεων και ονοματικών φράσεων, η σπανιότητα του ρήματος, η ανάδειξη της λέξης σε πυρήνα του ποιήματος.
Αυτός, όμως, ο λεκτικός πυρήνας δεν υπαινίσσεται αλλά κυριολεκτεί, δεν διακοσμεί αλλά καταδεικνύει, διατηρεί πάντα άμεσο και ακέραιο τον δεσμό με τη φυσική και κοινωνική πραγματικότητα.
“Μητριά πατρίδα”
Ένα βιωματικό στοιχείο που σημάδεψε την ποίηση του Μέσκου και όρισε μια επίσης ευρεία θεματική περιοχή της είναι η εσωτερική μετανάστευση, από την Έδεσσα στην Αθήνα, όπου ο ποιητής έζησε αρκετά χρόνια.
Το βίωμα αυτό επιδεινώθηκε από την τραγική συγκυρία της επτάχρονης δικτατορίας και οδήγησε τον Μέσκο στη δραματική ή και ελεγειακή (με τρόπους που ενίοτε ανακαλούν φανερά τον Καρυωτάκη) έκφραση της ασφυξίας να ζει σε έναν τόπο που από μητέρα μετατράπηκε στη «μητριά πατρίδα» (από το ποίημα «Το άλογο», 1973).
Η φράση «μητριά πατρίδα» στάθηκε κομβική για νεότερους του Μέσκου ποιητές, όπως ο Μιχάλης Γκανάς, συμπυκνώνοντας το συλλογικό βίωμα των εσωτερικών μεταναστών της μεταπολεμικής περιόδου.
Οι ιστορικές συγκυρίες ήταν τέτοιες ώστε οι άνθρωποι της γενιάς του Μέσκου έζησαν μια περιορισμένη ζωή. Ως ποιητής, όμως, ο Μέσκος κατάφερε θαυμαστά να υπερβεί τους δραστικούς περιορισμούς που αυτή η ζωή επέβαλε, για να εκφράσει τον περιορισμένο ορίζοντά της.
Η ποίησή του, διατρέχοντας τον ιστορικό χρόνο και εξελισσόμενη σε σχέση με αυτόν, την εποχή της μεταπολίτευσης και μέχρι το τέλος, ωριμάζοντας σαν το παλιό κρασί, υπερέβη τα όρια του βιώματος της ιθαγένειας, χωρίς βαθύτερα να αποκοπεί από αυτό.
Το υπερέβη επειδή το στοχαστικό βάθος της την εμπλούτισε με θέματα που έχουν οικουμενική διάσταση: η φθορά του χρόνου, η μάταιη αναζήτηση της αγάπης, το επίφοβο πλησίασμα όχι πλέον του βίαιου αλλά του φυσικού θανάτου, η διάψευση των ονείρων, το νόημα της ιστορίας. Επίσης στην ίδια όψιμη περίοδο οι χωροχρονικές συντεταγμένες της ιθαγένειας απλώθηκαν προς τα βάθη της ιστορίας και τα πλάτη της γεωγραφίας, με σταθερό άξονα τον άνθρωπο, την αγιάτρευτη μνήμη, τις αγωνίες και τα πάθη του.
Στον κυρίαρχο τόνο της, τόσο ως προς το ψυχοσυναισθηματικό φορτίο όσο και ως προς την ιστορικοκοινωνική εμπειρία που αποτυπώνει, η ποίηση του Μέσκου παραμένει ελεγειακή, ωστόσο το ελεγειακό της απόσταγμα απαλύνεται, επειδή λίγο πριν από την ψυχοσυναισθηματική συντριβή λειτουργεί ένας καθαρτήριος μηχανισμός λυρικού εξαγνισμού της πραγματικότητας.
Τέλος, η ποίηση του Μέσκου μορφοποιεί ένα ανθρώπινο πρόσωπο που προβάλλει την ανυποχώρητη ανθρωπιά του και κάνει γνώμονα της καθημερινής σκέψης και πράξης ό,τι λέμε «καλά αισθήματα». Αυτά τα καλά αισθήματα γίνονται το ηθικό κέντρο και η ψυχική παραμυθία αυτής της σπουδαίας ποίησης.

* Ο Ευριπίδης Γαραντούδης είναι καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ
http://www.avgi.gr/article/10812/9517140/apo-ten-ithageneia-tou-genethliou-topou-sta-oria-tou-kosmou 

Δεν υπάρχουν σχόλια: