Από τον Κωνσταντίνο Μπούρα // *
https://www.fractalart.gr/kratise-kanenas-gia-taxi/
Γιώργος Κλεφτογιώργος, «Κράτησε κανένας για ταξί;», μυθιστόρημα, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2019, σελ. 192
Ποιητική αφήγηση με υπερβολικές δόσεις λελογισμένης ειρωνείας. Οξύμωρες εικονοποιήσεις, ανοίκεια χρήση της γλώσσας, εύκολες προσωποποιήσεις μη ανθρώπινων στοιχείων της Φύσης, μα πάνω απ’ όλα βιτριολική πολιτική σάτιρα για τα τελευταία χρόνια της ψευδαισθητικής αφθονίας μας πριν την πτώση του Χρηματιστηρίου το 1999 που, με εξαίρεση την χρυσή Ολυμπιάδα, σήμανε την απαρχή πολλών και διαφορετικών πτώσεων στο πηγάδι της Κρίσης που όσο πάει και βαθαίνει απομακρύνοντάς μας ολοένα και περισσότερο από την
παραίσθηση μιας “Κοινωνίας της Αφθονίας” που ήτανε περαστική και εισαγόμενη με χρονοκαθυστέρηση, όπως η περίφημη “σεξουαλική επανάσταση”, “τα παιδιά των λουλουδιών” και πολλά άλλα τερπνά και εύψυχα. Στο τέλος μόνη μένει η καλή μας καρδιά, η εύθυμη διάθεση κι εκείνη η ποιητικότητα, σχεδόν κληρονομημένη, που κυλάει στις φλέβες μας και την βυζαίνουμε με το πρώτο γάλα. Ο Γιώργος Κλεφτογιώργος είναι επιτυχημένος στιχουργός δημοφιλών ασμάτων, όμως ο μουσικός ρυθμός συνέχει αυτή την πρωτότυπη, σπονδυλωτή θα έλεγα, αφήγησή του, τόσο που είναι απολαυστική κάθε ανάγνωση, ακόμα κι η αποσπασματική. Η επί μέρους κινηματογραφική συνεκτικότητα συνθέτει ένα άκρως ιμπρεσιονιστικό αλλά αληθοφανές πανόραμα των τελευταίων δεκαετιών πριν φτάσουμε στην καραντίνα λόγω κορονωϊού και όλα τα συνεπαγόμενα δεινά. Βιβλίο για πολλαπλές αποδράσεις, με σημαντικές λογοτεχνικές εικονοποιήσεις, όπως: “Κάποιοι διάβαζαν παλιές εφημερίδες για να μάθουν τα νέα, οι περισσότεροι μάλιστα που δεν είχαν πάει ποτέ σχολείο τις κρατούσαν ανάποδα” (σσ. 49-50), “Προτίμησα να περπατήσω παρόλο που ψιχάλιζε και τα σύννεφα στον ουρανό ήσαν τόσο βιαστικά, λες και πήγαιναν σε ραντεβού και είχαν αργήσει” (σ. 169), “Θυμάμαι όταν ήμασταν πιτσιρικάδες, κάτι αλητόπαιδα που χαλάγανε με μεγάλα καλάμια και σφεντόνες τις φωλιές των πουλιών.
Όταν γύριζε η μάνα τους, δεν έβρισκε ούτε φωλιά ούτε τα μικρά της. Ε, τότε είχα δει πουλί να κλαίει” (σ. 175). Αυτή η έγνοια για τον πόνο των εμψύχων και των αψύχων είναι που σώζει μια ολόκληρη γενιά από την ενοχή της υπερκατανάλωσης και της κατασπατάλησης των φυσικών πόρων, πριν η Φύση επαναστατήσει κι οι κυκλώνες στραφούν κατά πάνω μας.
* Ο Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας είναι ποιητής, θεατρολόγος και κριτικός (www.konstantinosbouras.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου