Ένα θηριώδες σκυλί εδώ και χρόνια ανοίγει με το γάβγισμα του δαιδαλώδεις σήραγγες στην συμπαγή ζωή του χωριού. (Όμορφα, κρυφά αναπαυτήρια ραθυμίας, με την ασφάλεια και την επικινδυνότητα των ορυχείων). Ακούγεται το σπηλαιώδες γάβγισμα του όταν κοπάζει ο θόρυβος, συνήθως το βράδυ. Άλλες φορές χωρίς προειδοποίηση, σαν ξαφνική κηδεία. Το χειμώνα ακούγεται πιο καθαρά. Αυτή η ζωή κτίστηκε σταδιακά, από το εξήντα και δώθε, με ήχους που τέμνονται και στριμώχνονται. Από τον Μάρτη ώς τον Οκτώβρη μουγκρίζουν τα τρακτέρ σε δρόμους και χωράφια, πουλιά διασχίζουν ακατάπαυστα τον αέρα, νοικοκυρές χτυπάνε ή πλένουν χαλιά, σκουπίζουν βεράντες, απλώνουν ρούχα, ακούν ραδιόφωνο, νεαροί αγρότες μαρσάρουν τα μηχανάκια τους, παιδιά με ποδήλατα και γέλια κατακτούν τον κάμπο, πλανόδιοι πουλούν λαχανικά, ψάρια, γλάστρες, ηλικιωμένοι άντρες πάνε κι έρχονται στο καφενείο, νεότεροι διασταυρώνονται κουβαλώντας λιπάσματα, φυτοφάρμακα, βαμβακόσπορο, μασώντας τη μαστίχα μαζί με την αδημονία τους να τελειώσουν πριν χαλάσει ο καιρός. Κι όλοι αυτοί, μόλις δοθεί η ευκαιρία, πιάνουν τον καυγά για τα κομματικά ή μαζεύονται και πίνουν τσίπουρα και κρασιά τραγουδώντας. Επιπλέον, αυτή η συμπαγής ζωή τυλίγεται συχνά σ’ έναν αέρα δαιμονισμένο, έναν βαρδάρη που μέρες παλεύει με τα χλωρά κλαδιά, τα ζαρζαβατικά και τα μυρωδικά ακόμα και στις γλάστρες. Ή σε έναν πεισματάρη νοτιά. Τυλίγεται σε μια τούλινη βουή έτσι που γίνεται μπομπονιέρα, έτοιμη να πεταχτεί αφού φαγώθηκαν τα κουφετάκια της. Σ’ αυτήν την μπομπονιέρα, τις ώρες που κοπάζει ο θόρυβος, ανοίγει σήραγγες ορυχείου το γάβγισμα του θεόρατου σκυλιού απ’ το μαντρί του Μίνου. Βαθιές και δαιδαλώδεις, ποτέ δεν έμαθα πού βγάζουν. Όλοι τις ξέρουν αυτές τις σήραγγες, αν και ποτέ δεν μιλούν γι’ αυτές. Κάποιοι μάλιστα χώθηκαν για τα καλά εκεί μέσα και δεν γύρισαν ποτέ, αλλά οι υπόλοιποι κάνουν σαν να μην υπήρξαν ποτέ αυτοί οι κάποιοι. Όλοι τις ξέρουν αυτές τις σήραγγες κι ας τις προσπερνούν σαν να μην τις βλέπουν. Και όλοι κάποτε χώνονται σ’ αυτές για να γλιτώσουν απ’ το δηλητηριώδες αέριο –λένε πως είναι στυρένιο– που διαρρέει συχνά από τον αγωγό ενέργειας. Απολαμβάνουν έτσι και την κρυφή τους ραθυμία. Μνημειώδες το γάβγισμα, σπηλιά με τα σαγόνια της να ανοιγοκλείνουν, πλησιάζει πάλι από το μαντρί, αλλά ίσως και από κάπου αλλού, αφού τίποτα δεν δικαιολογεί το δάγκωμα της πραγματικότητας από έναν σκύλο, όσο θηριώδης και να ’ναι. Εκτός κι αν ο σκύλος είναι κάποιος καινοφανής εκσκαφέας του χωροχρόνου με τη μορφή μαντρόσκυλου.
Αρετή Γκανίδου
Στην εικόνα: Edwin Henry Landseer, "Low Life".
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου