3.10.20

Η γέννηση ενός απαιτητικού αναγνώστη

Επιμέλεια: Γιώργος Σταματόπουλος 
 Της Σταυρούλας Τσούπρου *

Εξήντα χρόνια μετά τον θάνατο του ιδρυτή των εκδόσεων Γκοβόστη, η τρίτη γενιά, τιμώντας την μνήμη του, επανεκκινεί την παλιά σειρά «Ανατολή», την οποία είχε εγκαινιάσει τότε, στον περίφημο Μεσοπόλεμο, το διήγημα «Το όνειρο ενός γελοίου», «ένα μικρό αριστουργηματάκι του μεγαλύτερου Ρώσου λογοτέχνη Φ. Ντοστογιέβσκη», όπως το χαρακτήριζε ο Κώστας Γκοβόστης, προχωρώντας και στο δεύτερο μικρό βιβλίο, το «Ο αναγνώστης» του Μαξίμ Γκόρκι, στη μετάφραση (πιθανότατα εκ της γαλλικής) του πολυτάλαντου και ιδιαιτέρως εργατικού στον χώρο της μετάφρασης Μικρασιάτη Γιώργου Σημηριώτη, αδελφού τού περισσότερο γνωστού ποιητή Αγγελου Σημηριώτη, και σε ακριβή ανατύπωση της πρώτης κυκλοφορίας του.

Μαξίμ Γκόρκι

«Ο αναγνώστης»

Μετάφραση: Γ. Σημηριώτη

Εκδόσεις: Γκοβόστη, 2020

Σελ. 64

Ο Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πεσκόφ (1868-1936), ο οποίος υιοθέτησε το εύγλωττο ψευδεπώνυμο Γκόρκι, λόγω της «πικρής» σημασίας του στη ρωσική γλώσσα, χρειάστηκε να παλέψει πολύ σκληρά με την αντίξοη ζωή του φτωχού για να καταφέρει να μορφωθεί και να καταλήξει να θεωρείται, ύστερα από μία όχι πάντοτε ευθύγραμμη πορεία, ως ο κατεξοχήν προλεταριακός συγγραφέας εκείνων των πρώτων δύσκολων, από κάθε άποψη, χρόνων που ακολούθησαν την Οκτωβριανή Επανάσταση. Σύμφωνα και με όσα παραθέτει η Νίνα Γκουρφίνκελ στο βιβλίο της «Ο Γκόρκι αυτοπαρουσιαζόμενος» («Gorki par lui-même»), στις γαλλικές εκδόσεις Seuil, ο ίδιος εξομολογούνταν ότι διασκέδαζε πολύ αλλά και στενοχωριόταν εξίσου «στη θύμηση των εξευτελισμών και των ταπεινώσεων» που του είχε στοιχίσει «το άγριο πάθος» του για το διάβασμα. Είναι ενδιαφέρον, δε, να επισημάνει κανείς ότι το βιβλίο του Μαξίμ Γκόρκι «Η εξομολόγηση» (μετάφραση: Σ.Ι. Ζίζηλας, Ηριδανός, χ.χ.), το οποίο είναι μια (αυτοβιογραφική εν πολλοίς) πνευματική αλλά και κυριολεκτική περιπλάνηση, τελειώνει με την ιδέα γύρω από την οποία στρέφεται το σκεπτικό του ανά χείρας σύντομου λογοτεχνικού διαλογικού δοκιμίου· «ξαναγυρίζω πάλι εκεί», γράφει ο Γκόρκι στον επίλογο της «Εξομολόγησης», «όπου οι άνθρωποι ελευθερώνουν τις ψυχές των πλησίον των από τα δεσμά του σκότους και των προλήψεων, συσσωματώνουν τον λαό, φωτίζουν σ’ αυτόν το απόκρυφο πρόσωπό του, τον βοηθούν ν’ αναγνωρίσει τη δύναμη της θέλησής του […]». Αυτή ακριβώς είναι και η αποστολή ή, μάλλον, το λειτούργημα του καλού συγγραφέα, όπως αυτά περιγράφονται και στο εν λόγω δοκίμιο από τον ανώνυμο «αναγνώστη» στον έκπληκτο, κατ’ αρχάς, για τη συγκεκριμένη «μεταφυσική συνάντηση» (και επίσης ανώνυμο) πρωτοπρόσωπο αφηγητή, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, μόλις έχει βγει από ένα φιλικό σπίτι όπου είχε αναγνώσει δημοσίᾳ το πρώτο του τυπωμένο διήγημα.

Θα έλεγε κανείς ότι η πασίγνωστη, πλέον, και πολυσυζητημένη άποψη του Ρολάν Μπαρτ σχετικά με τη γέννηση του αναγνώστη, η οποία βασικά προϋποθέτει τον θάνατο του συγγραφέα, είχε ήδη σχηματοποιηθεί στην, προηγηθείσα χρονικά, «προλεταριακή συγγραφική ιδιότητα», όπως την παρουσιάζει ο Γκόρκι, αλλά αντίστροφα: ο αναγνώστης εδώ απαιτεί από τον συγγραφέα να συνειδητοποιήσει τις ευθύνες του, τον καταλυτικό και αναντικατάστατο ρόλο του στη διαμόρφωση του «καινούργιου ανθρώπου», ο οποίος και αποτελεί ή, σωστότερα, θα αποτελέσει και τον μοναδικό υπαρκτό θεό, δηλαδή ένα ον που πρέπει να είναι/να γίνει «πάνσοφο, παντοδύναμο και πανδίκαιο», όπως παραθέτει σχετικά η Nίνα Γκουρφίνκελ.

Από τα παραπάνω γίνεται εύκολα κατανοητό γιατί ο Γκόρκι πίστευε πως οι Τολστόι και Ντοστογιέφσκι, αν και υπήρξαν «δύο από τα μεγαλύτερα πνεύματα», που «συνταράζουν τον κόσμο ολόκληρο με τη δύναμη του έργου τους», πρόσφεραν, ωστόσο, «κακές υπηρεσίες στην ταλαιπωρημένη, άμοιρη πατρίδα τους»· διότι, εξαιτίας της «μικροαστικής τους νοοτροπίας», θέλησαν «να συμφιλιώσουν τον δήμιο με το θύμα», εδραιώνοντας την απάθεια «για τις οδύνες του κόσμου». Ο ίδιος, όμως, ο Γκόρκι, έχοντας βιώσει οδυνηρά διαφορετικές εμπειρίες, έλεγε: «Σ’ όλη μου τη ζωή με απέλπιζε η συντριπτική υπεροχή της αναλφάβητης υπαίθρου ως προς την πόλη, ο ζωώδης ατομισμός των χωρικών και η σχεδόν καθολική απουσία κοινωνικότητας». Αυτά τα οικεία κακά καλείται στο δοκίμιο από τον αναγνώστη να θεραπεύσει ο συγγραφέας-αφηγητής, στο πλαίσιο μιας σκληρής αυτοκριτικής: «Η πέννα σου μόλις σκαλίζει την πραγματικότητα, αναποδογυρίζει σιγά σιγά τις μικρότητες της ζωής και, περιγράφοντας τα κοινά αισθήματα των κοινών ανθρώπων, τους κάνεις ίσως να προσέξουν πολλές μηδαμινές αλήθειες, μα να δημιουργήσης γι’ αυτούς, έστω κ’ ένα μικρό ψέμα που εξυψώνει την ψυχή;… Οχι! […Ο αναγνώστης σου] φαντάζεται τον εαυτό του όπως τον ζωγραφίζεις και βλέποντας πόσο είναι κακός δεν πιστεύει ότι μπορεί να γίνη καλλίτερος. Ξέρεις να του δείξης ότι μπορεί;».

Αν και (σήμερα) ο διδακτισμός στα (λογοτεχνικά) κείμενα δεν θεωρείται θετικό γνώρισμα, ενώ ο καθοδηγητικός ρόλος του συγγραφέα, μάλλον, δεν υιοθετήθηκε ποτέ, επίσημα τουλάχιστον, ως πρακτική στις χώρες με δημοκρατικά καθεστώτα, σε ένα σημείο δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με τον Μαξίμ Γκόρκι (του οποίου, εξάλλου, τις ειλικρινώς διατυπωμένες και μαχητικά υπερασπισθείσες προθέσεις ή την αγαπητική προσέγγιση προς τον άνθρωπο-αναγνώστη ουδείς αμφισβήτησε): «Δεν νομίζεις ότι ο άνθρωπος δεν είναι πια τώρα ο κυρίαρχος της γης, αλλ’ ότι είναι ο σκλάβος της ζωής; […] Στην πραγματικότητα που εδημιούργησε κάνει μια αφαίρεση και λέει μέσα του: να ένας μοιραίος νόμος! […] δεν αγωνίζεται πια, προσαρμόζεται μονάχα…».

* Καθηγήτρια-σύμβουλος στο ΕΑΠ

https://www.efsyn.gr/tehnes/ekdoseis-biblia/252487_i-gennisi-enos-apaititikoy-anagnosti

Δεν υπάρχουν σχόλια: