Γράφει η Τζένη Μανάκη //
Χαρούκι Μουρακάμι «Νότια των συνόρων δυτικά του ήλιου», Μετάφραση: Βασίλης Κιμούλης, εκδ. Ωκεανίδα
«Τη μια μέρα μετά την άλλη παρακολουθείς τον ήλιο να βγαίνει στην ανατολή, να διασχίζει τον ουρανό, ύστερα να χάνεται στη δύση, και κάτι σπάζει μέσα σου και πεθαίνει. Πετάς στην άκρη το αλέτρι και, με το μυαλό εντελώς άδειο από σκέψεις, αρχίζεις να περπατάς προς τη δύση. Τραβάς για μια χώρα που βρίσκεται δυτικά του ήλιου. Συνεχίζεις να προχωράς σαν δαιμονισμένος, τη μια μέρα μετά την άλλη, χωρίς φαϊ και νερό, μέχρι που σωριάζεσαι κάτω και πεθαίνεις. Αυτή είναι η hysteria siberiana».
Είναι δυνατόν η παράφορη επιθυμία να έλξει την πραγματοποίησή της; ΄Ο,τι έχει επιθυμηθεί παράφορα μπορεί να βιωθεί ως εικονική πραγματικότητα ή ως όνειρο, που να μη ξεχωρίζει από την αλήθεια; Ποιον δρόμο παίρνει η μακρόχρονη εμμονική επιθυμία αν δεν πραγματωθεί; Μήπως δυτικά του ήλιου;
Αυτή είναι η δική μου συλλογιστική, μετά την ανάγνωση του μάλλον αυτοβιογραφικού βιβλίου του μεγάλου Ιάπωνα συγγραφέα Χαρούκι Μουρακάμι, “ Νότια των συνόρων δυτικά του ήλιου”.
Ο Χατζίμε είναι ένα μοναχοπαίδι που ζει σε κάποια επαρχιακή πόλη κοντά στο Τόκιο. Στα δώδεκα χρόνια του βιώνει έναν ασαφή, ανομολόγητο έρωτα για τη συμμαθήτριά του Σιμαμότο, που έχει ένα πρόβλημα στο πόδι της. Μαζί απολαμβάνουν μουσική και ανάγνωση. Η σχέση τους μένει πλατωνική με κάποια αγγίγματα που αφήνουν μέσα του να σιγοκαίει διαχρονικά η ερωτική επιθυμία για εκείνη.
«Η αίσθηση του χεριού της δεν μ’ άφησε ποτέ. Ήταν διαφορετικό απ’ οποιοδήποτε άλλο χέρι είχα κρατήσει ποτέ, διαφορετικό απ’ οποιοδήποτε άλλο άγγιγμα είχα νιώσει.[…] Μέσα σ’ εκείνα τα δέκα δευτερόλεπτα έγινα ένα μικρό πουλί που φτεροκοπούσε στον αέρα με τον άνεμο να φυσάει δυνατά. Από εκεί ψηλά στον ουρανό μπορούσα να δω ένα μακρινό μέρος. Ήταν τόσο μακριά, που δεν το ‘βλεπα καθαρά, όμως υπήρχε κάτι και ήξερα πως κάποια μέρα τα ταξίδευα σ’ εκείνο το μέρος.»
Στα γυμνασιακά χρόνια τη σχέση του με την Ιζούμι τη στιγμάτισε η προδοσία, οι τύψεις αλλά και η μετοίκηση στο Τόκιο για τις πανεπιστημιακές του σπουδές.
Ο Χατζίμε συνδέεται με άλλες κοπέλες σε καμία όμως δεν βρίσκει το δέσιμο, τη χημεία που τον ένωνε με την Σιμαμότο που χάρη στη φιλία της είχε μυηθεί και έβρισκε μεγάλη απόλαυση στην ανάγνωση βιβλίων και στα ακούσματα της τζαζ και κλασικής μουσικής.
«Ήταν η χρονιά που τα Πανεπιστήμια της Ιαπωνίας είχαν καταληφθεί απ’ τους φοιτητές και το Τόκιο είχε κατακλυστεί από μια θύελλα διαδηλώσεων. Ο κόσμος άλλαζε ριζικά μορφή μπροστά στα μάτια μου κι εγώ ήθελα σαν τρελός να ζήσω αυτόν τον πυρετό”. […] Ήμουν το είδος του ανθρώπου που μπορεί, με κάποια αληθοφανή δικαιολογία, να καταφέρει και στον πιο κοντινό του ένα πλήγμα που δεν θα γιατρευτεί ποτέ».
Ο Χατζίμε έχει σπουδάσει Φιλολογία και εργάζεται σ’ έναν εκδοτικό οίκο. Επιμελείται σχολικά βιβλία, μια δουλειά στάσιμη, που τον κάνει να πλήττει. Ένα βροχερό βράδυ ακολουθεί μια ωραία, καλοβαλμένη γυναίκα με κόκκινο παλτό που του θυμίζει την Σιμαμότο, χωρίς να είναι βέβαιος.
Στα τριάντα του παντρεύεται την Γιουκίκο κόρη ενός πλούσιου εργολάβου, που τον βοηθά να αποκτήσει δύο τζαζ κλαμπ. Η ζωή του κυλά άνετα και ήρεμα μέχρι που κάποιο βράδυ διακρίνει ανάμεσα στους θαμώνες μόνη την Σιμαμότο, γυναίκα εκπληκτικής ομορφιάς και κομψότητας, με θεραπευμένο το κουτσό πόδι της.
Με περιγραφές που θυμίζουν Καζαμπλάνκα και τους πρωταγωνιστές της, ο Μουρακάμι αφηγείται τις περιστασιακές αυτές συναντήσεις με την Σιμαμότο, στο ομιχλώδες από τους καπνούς των τσιγάρων περιβάλλον του μπαρ, κάτω από τους ήχους της μουσικής του Νατ Κινγκ Κολ, του Ντιουκ ΄Ελινγκτον, του άλτο σαξόφωνου του Τζόνι Χότζες και του τενόρο του Πωλ Κονσάλβες. Ο έρωτας του Χατζίμε θεριώνει, είναι έτοιμος να εγκαταλείψει γυναίκα και δυο κόρες, τα πάντα, για χάρη της. Εκείνη όμως δεν του δίνει κανένα στοιχείο για τη ζωή της πέρα από την αναφορά στον θάνατο του μωρού της που έζησε μόνο μια μέρα.
«Μερικές φορές, όταν σε κοιτάζω, αισθάνομαι ότι παρατηρώ ένα μακρινό αστέρι», είπα.
«Είναι λαμπερό, αλλά το φως του έχει ηλικία δεκάδων χιλιάδων ετών. Μπορεί το αστέρι να μην υπάρχει πια. Κι όμως μερικές φορές αυτό το φως μού φαίνεται πιο αληθινό απ’ οτιδήποτε άλλο».
[…]Είσαι εδώ, τουλάχιστον φαίνεται να είσαι εδώ. Μπορεί όμως και να μην είσαι. Μπορεί να είναι απλώς η σκιά σου. Ο αληθινός εαυτός μπορεί να βρίσκεται κάπου αλλού. ‘Η μπορεί να έχεις εξαφανιστεί εδώ και πολλά πάρα πολλά χρόνια.»
Απατηλά απλό, το βιβλίο του Μουρακάμι, αφηγείται έναν πολύ ανθρώπινο μύθο, με το ρομαντικό στοιχείο και το έντονο σεξ να δημιουργούν προπέτασμα καπνού στις υπαρξιακές αναρωτήσεις, καθώς οι ποιητικές εικόνες ασύλληπτης ομορφιάς μπλέκονται με τις παράλογες δυνάμεις που κυβερνούν τον έρωτα και τον σαρκικό πόθο.
Χαρακτηριστικό επίσης στοιχείο η αγάπη των Ιαπώνων για τα ευρωπαϊκά αγαθά πολυτελείας, από την οποία δεν ξεφεύγει ο συγγραφέας. Κάθε τι αναλώσιμο είναι ευρωπαϊκό. Η αγάπη για τη Δύση ακαταμάχητη!
Δεν είναι το καλύτερο βιβλίο του Μουρακάμι, είναι όμως ενδεικτικό του ονειρικού και ποιητικού στοιχείου που χαρακτηρίζει τη γραφή του, η απεικόνιση της κοινωνικής ζωής στην Ιαπωνία στον χρόνο που διαδραματίζεται ο μύθος και διαβάζεται ευχάριστα.
https://www.fractalart.gr/notia-ton-synoron-dytika-toy-ilioy/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου