Ύπνωσας ύπνον ψυχή μου , κενόν , κεῖσαι καί ρέγχεις , έως πότε ;
από τον Ύμνο της Ανάστασης
Επέστρεψε
ο Οδυσσέας στην Ιθάκη
Πατάει με τα
μεστωμένα πόδια του
το χώμα
και
εισπνέει βαθιά τον αέρα του νησιού
Θέλει να φύγει απ' τα
ρουθούνια του
η οσμή της
πυρπολημένης Τροίας
Περιφέρει
το βλέμμα του ολόγυρα
πάνω στα
ίχνη μιας ήσυχης ζωής
Πόσο θα
'θελε να σβηστεί ο ήχος
των
μετάλλων απ' τη μνήμη του
Δεν έχει
άλλα αισθήματα
Πιστεύει
ότι θ' αποκτήσει μόλις δει
τους δικούς του
αυτός
έφτασε εκεί δεμένος απλώς
σε μια άκρη
του ατελείωτου πανιού
που ύφαινε τόσα χρόνια η γυναίκα
του
όπως του
έγραφε στα λίγα γράμματά της
Η Πηνελόπη
τώρα τον πλησιάζει αργά
ένας αέρας
σαλεύει τα φορέματά της
κι αυτά
φτιάχνουν σκιές ανήσυχες στο
έδαφος
Σηκώνει το
βλέμμα του να την κοιτάξει
Η
Πηνελόπη όμως δεν έχει πρόσωπο
Στη θέση
του βλέπει
ένα αχνό
ξέθωρο μήλο
Γρήγορα
καταλαβαίνει ότι είναι αυτό
που ο Πάρις
είχε προσφέρει στην Αφροδίτη
κάποτε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου